Το «μακροβιότερη μνημονιακή κυβέρνηση» δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη, σε αντίθεση με την επιβίωσή της καθαυτήν.
Σε λίγες ημέρες η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ κλείνει τρία χρόνια στην εξουσία και πολλοί εκφράζουν την έκπληξή τους για το γεγονός ότι είναι «η μακροβιότερη μνημονιακή κυβέρνηση». Αλλά πάλι και κυβέρνηση του κ. Αντώνη Σαμαρά ήταν κάποτε «η μακροβιότερη μνημονιακή κυβέρνηση». Εζησε 25% περισσότερο από την κυβέρνηση του κ. Γιώργου Παπανδρέου. Αν η ακολουθία είναι αριθμητική, αν δηλαδή αυτή η κυβέρνηση κρατήσει 25% περισσότερο από την προηγούμενη, τότε έχει ζωή 38 μηνών, που σημαίνει ότι θα τελευτήσει σε 2-3 μήνες.
Η πολιτική όμως δεν κινείται με τους νόμους της φυσικής και, συνεπώς, δεν υπάρχει κάποια παγκόσμια σταθερά για το προσδόκιμο ζωής μιας κυβέρνησης. Το σίγουρο είναι ότι, αφού πέρασε το μέγα σοκ της κρίσης, κάθε κυβέρνηση θα επιζεί περισσότερο από την προηγούμενη, ακόμη κι αν αυτή φέρνει καινούργια και αχρείαστα μνημόνια ή καταπίνει αμάσητα τα προηγούμενα πικρά της λόγια.
Συνεπώς, το «μακροβιότερη μνημονιακή κυβέρνηση» δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη, σε αντίθεση με την επιβίωσή της καθαυτήν. Οχι γιατί απαρτίζεται από αδαείς, που αγνοούν την προηγούμενη κακή εμπειρία, αναπαράγουν τις χειρότερες συνήθειες του παλαιοκομματικού συστήματος που μας χρεοκόπησε και για κάθε λύση προτείνουν ένα πρόβλημα. Κυρίως από τη σύνθεσή της. Παλιότερα αναρωτιόμασταν πώς θα μπορέσουν να κυβερνήσουν κόμματα που είχαν εκσυγχρονιστές και παλαιοκομματικούς ή φιλελεύθερους και λαϊκοδεξιούς στους κόλπους τους, και τώρα βλέπουμε να επιβιώνει μια κυβέρνηση που έχει αριστερούς και ακροδεξιούς δίπλα δίπλα. Και αυτό δεν ενοχλεί ούτε τους μεν ούτε τους δε.
Βεβαίως, αυτού του τύπου οι συγκλίσεις δεν μπορούν να γίνουν κανόνας. Είναι ένα από τα φρούτα της σύγχυσης που παρήγαγε η κρίση. Δεν μπορεί όμως να είναι και κανόνας το αντίθετό του, αυτό που κάποιοι έχουν ως ιδανικό: η ιδεολογική καθαρότητα. Σίγουρα οι διαφορές Αριστεράς και Δεξιάς υπάρχουν και θα υπάρχουν, αλλά δεν είναι πλέον αγεφύρωτες. Μπορούν να υπάρχουν συγκλίσεις, όχι οι παρά φύσιν σαν αυτές των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, αλλά μεταξύ Δεξιάς και Κέντρου. Εξάλλου, τα επείγοντα προβλήματα που έχει η χώρα απαιτούν κοινή λογική. Δεν έχουν αριστερό ή δεξιό πρόσημο. Οσοι αναφέρονται στην Ιστορία ως βασικό εμπόδιο, δεν πρέπει να ξεχνούν ότι το γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα έχει μακρύτερη και βαρύτερη ιστορία από το δικό μας ΠΑΣΟΚ, και το ίδιο ισχύει για τους Χριστιανοδημοκράτες σε σχέση με την ημέτερη Ν.Δ.
Ουδείς γνωρίζει πότε θα γίνουν εκλογές και κάθε εκτίμηση –προς πάσα κατεύθυνση– είναι επισφαλής. Οι καιροί παραμένουν δύσκολοι και ο παλιός πολιτικός κύκλος δεν υπάρχει πια. Επομένως, στο επίμονο ερώτημα «πότε θα γίνουν εκλογές», η απάντηση είναι μία: με δεδομένο το σφιχτό πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα, όποτε κρίνει προσφορότερο για το μέλλον του ο κ. Αλέξης Τσίπρας.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 21.1.2018