«Νομοσχέδιο δεν είδαμε, “αντίδραση” το είπαν». Ο λόγος περί των «ιδιωτικών» πανεπιστημίων, ή έστω των «ελληνικών» μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών ΑΕΙ. Οι παβλοφικές αντιδράσεις επαναλαμβάνονται: «Αυτό που προοιωνίζει το “ελεύθερο” πανεπιστήμιο του κυρίου Μητσοτάκη είναι ένα ακριβό, κατευθυνόμενο από την αγορά ίδρυμα, με πολύ αμφίβολη ποιότητα εκπαίδευσης» (ΣΥΡΙΖΑ)· «οι κυβερνητικές ανακοινώσεις για το νομοσχέδιο για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια συνιστούν πρόκληση και νέα επίθεση στα δικαιώματα της νεολαίας!» (ΚΚΕ, 21.12.2023).
Το Κόμμα –«ένα είναι το κόμμα»– πάει ένα βήμα παραπέρα. Βγάζει καλό όνομα στην αντίδραση: «Η συνύπαρξη δημόσιων – ιδιωτικών», λέει το ΚΚΕ, «θα επιταχύνει αντιδραστικές αλλαγές στα δημόσια πανεπιστήμια. Με συγχωνεύσεις, καταργήσεις τμημάτων, νέους κόφτες εισακτέων, μεγαλύτερη πίεση για άνοδο του ρυθμού αποφοίτησης κ.ά.». Κατά το ΚΚΕ πρέπει να συντηρούνται τμήματα που δεν προτιμάει κανένας φοιτητής, πρέπει να μπαίνουν ακόμη κι εκείνοι που δεν ξέρουν την προπαίδεια και όσοι μπουν να μένουν αιωνίως εκεί κ.ά. Κάτι τέτοια πυροτεχνήματα δίνουν το δικαίωμα σε ανεκδιήγητους δεσποτάδες να λένε «ναι, ρε! Είμαστε αντιδραστικοί. Τι θέλεις;».
Το νομοσχέδιο που θα παρουσιάσει –όταν το παρουσιάσει– ο κ. Κυριάκος Πιερρακάκης θα συζητηθεί. Η μόνη εύλογη κριτική επί των προθέσεων της κυβέρνησης είναι ότι «η εξαγγελία ψήφισης “μέσα στον πρώτο μήνα του 2024”, το “προσπέρασμα” του αναγκαίου και σε βάθος πολιτικού και επιστημονικού διαλόγου για ένα τέτοιας σημασίας ζήτημα δείχνουν αδικαιολόγητη βιασύνη, αν όχι εμμονή» (Κώστας Μποτόπουλος, KReport, 21.12.2023).
Η «βιασύνη» είναι αναιτιολόγητη, αλλά όχι αδικαιολόγητη. Η κυβέρνηση τρέχει να περάσει τον νόμο, όταν οι φοιτητές θα είναι απασχολημένοι με την εξεταστική. Παρ’ όλα αυτά έχει θλιβερό ρεκόρ fast-track νομοθεσίας. Είναι ίσως δείγμα αλαζονείας –«όλα τα ξέρω, όλα τα μαχαιρώνω»– και κάθε σοβαρό νομοσχέδιο ανεβαίνει για διαβούλευση λίγων ημερών, εισάγεται στη Βουλή και ψηφίζεται χωρίς ουσιαστική συζήτηση. Ετσι όμως δεν φωτίζονται καλά οι πτυχές κάθε νομοθετήματος, με αποτέλεσμα αυτές να αποκαλύπτονται στην πράξη και να ακολουθεί η άλλη θλιβερή πρακτική των άσχετων τροπολογιών. Μέσα, δε, στον ορυμαγδό των διορθωτικών τροπολογιών περνάνε κι εκείνες που είναι με το αζημίωτο, δηλαδή ρουσφέτια, και εξυπηρέτηση διαφόρων ιδιωτικών συμφερόντων. Ενός κακού…
Το άλλο πρόβλημα είναι η στάση της αντιπολίτευσης. Εχουμε πολύ κακό για το τίποτα, δηλαδή πολλές αντιδράσεις για το μη νομοσχέδιο. Αυτό που ξέρουμε μέχρι στιγμής είναι ότι θα επιτραπεί η λειτουργία παραρτημάτων ξένων ΑΕΙ στη χώρα. Αυτά θα δίνουν πτυχία, θα ακολουθούν τις μεθόδους εισαγωγής, φοίτησης και αποφοίτησης των μητρικών πανεπιστημίων· τα δικά μας θα εξακολουθήσουν να είναι ΝΠΔΔ, δηλαδή αιχμάλωτα της γραφειοκρατίας του υπουργείου Παιδείας. Το κρατικό μονοπώλιο της ανώτατης εκπαίδευσης δεν θα διαταραχθεί. Το μόνο που θα αλλάξει είναι ο λογαριασμός δαπανών που κάνουν οι γονείς όσων παιδιών σπουδάζουν έξω. Τίποτε άλλο…
Μέχρι στιγμής ολόκληρο το κανονιστικό πλαίσιο της Ανώτατης Παιδείας είχε ένα στόχο. Να τιμωρήσει όσους σπούδαζαν σε ξένα πανεπιστήμια. Το παλιό ΔΙΚΑΤΣΑ (νυν ΔΟΑΤΑΠ) δεν αναγνώριζε πτυχία ακόμη και των μεγαλύτερων ΑΕΙ του κόσμου, αν ακόμη κι ένα εξάμηνο σπουδών γινόταν χωρίς φυσική παρουσία του φοιτητή· είτε δι’ αλληλογραφίας, είτε αργότερα online. Το τι μάθαινε και τι προσόντα μπορεί να είχε ένας απόφοιτος (χωρίς ανελλιπή παρουσία) δεν είχε καμία σημασία. Ετσι κάποιος θα μπορούσε να φτάσει καθηγητής στο Χάρβαρντ, αλλά δεν μπορούσε να γίνει υποθηκοφύλακας στην Ανω Αγουλινίτσα. Αυτό το καθεστώς θέλουν να διατηρήσουν οι αντιδρώντες. Η λογική παραμένει: «Θες να σπουδάσεις σε ξένο ΑΕΙ; Θα το πληρώσεις ακριβά…».
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 24.12.2023