Η εσωστρέφεια σε ένα κόμμα δεν τελειώνει ούτε με εντολές ούτε με κραυγές. Τελειώνει μόνο με πολιτικές που την υπερβαίνουν.
Το «ροκάνισμα της κυβέρνησης» είναι μεγάλη κουβέντα. Και εξαιρετικά ασαφής. Αν για παράδειγμα, ο κ. Πέτρος Τατούλης «ροκανίζει» την κυβέρνηση επειδή ζήτησε την αποπομπή του κ. Βουλγαράκη, τότε φυσιολογικά τη «ροκάνισε» και ο κ. Θανάσης Γιαννόπουλος, που ζήτησε την παραίτηση Ρουσόπουλου. Οι τεχνικές λεπτομέρειες του χρόνου που δόθηκε η συνέντευξη και του χρόνου που εστάλη δεν αφορούν το πολιτικό ζήτημα καθ’ αυτό. Το πολιτικό ζήτημα και το μεγάλο ερώτημα είναι ο «βαθμός ροκανίσματος» της κυβέρνησης και ποιος τον ορίζει.
Είναι, για παράδειγμα, «ροκάνισμα προς θάνατον» αν ένας βουλευτής καταθέσει ερώτηση για τις καθυστερήσεις στην πληρωμή των επιδοτήσεων σε αγρότες ή ο θανατηφόρος συνδυασμός περιλαμβάνει και το όνομα «Πέτρος» στις υπογραφές; Αν κάποιος βουλευτής επαναλάβει την παλιά δήλωση του κ. Πολύζου, ότι δηλαδή «κανένα κόμμα δεν έχει αποκλειστικότητα στη διαφθορά», χρήζει (δεδομένων των νέων συνθηκών) αποπομπής από την Κοινοβουλευτική Ομάδα ή όχι;
Αν κάποιος, πάλι, όπως ο κ. Αδάμ Ρεγκούζας, αποφανθεί ότι «η υπόθεση Βατοπεδίου αποτελεί μέγα σκάνδαλο» -και με δεδομένο ότι υπουργοί της κυβέρνησης χειρίστηκαν την υπόθεση- αυτό συνιστά κολάσιμο «ροκάνισμα» της κυβέρνησης ή όχι;
Πέρα και μετά τη συνταγματική επιταγή που θέλει τους βουλευτές να έχουν «απεριόριστο δικαίωμα λόγου και ψήφου» θα δημιουργηθεί ένα τεράστιο επικοινωνιακό πρόβλημα για τη Νέα Δημοκρατία. Με δεδομένη τη ροπή προς «σασπένς» που έχουν όλα τα δελτία ειδήσεων είναι σίγουρο ότι οι ομιλούσες κεφαλές θα έχουν κάθε βράδυ το «ροκανόμετρο» ανά χείρας. Θα διυλίζουν κάθε δήλωση οποιουδήποτε για να βρουν αν αυτό είναι άξιο διαγραφής. Θα το συγκρίνουν με προηγούμενες ομιλίες του κ. Τατούλη και θα αποφαίνονται αν και κατά πόσο το τάδε ουσιαστικό και το δείνα ρήμα είναι ένοχο ροκανίσματος και το μέγεθος του αμαρτήματος. Χειρότερα: η πρωτοβουλία των κινήσεων (τουλάχιστον σε αυτό το επίπεδο) θα περάσει στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Αυτά θα ζυγίζουν και θα ορίσουν τον «βαθμό ροκανίσματος» της κυβέρνησης. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι τελικά αυτά θα διαγράψουν -όποτε κι αν γίνει αυτό- κάποιο βουλευτή με τίτλους «έριξε το γάντι στον Καραμανλή», «αψήφησε τις εντολές Καραμανλή» κι άλλα ευφάνταστα που κοσμούν τις λωρίδες κάτω από τις ομιλούσες κεφαλές.
Η εσωστρέφεια σε ένα κόμμα δεν τελειώνει ούτε με εντολές ούτε με κραυγές. Τελειώνει μόνο με πολιτικές που την υπερβαίνουν. Κι απ’ αυτές έχει ανάγκη η Νέα Δημοκρατία, όχι από διαγραφές.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 30.9.2008