Το πρόβλημα με την ηθικολογία είναι όμοιο με εκείνο της θρησκείας. Τα δόγματά της είναι γενικές και απροσδιόριστες αρχές, οι οποίες έχουν πολλές αναγνώσεις. Κάποια απ’ αυτές είναι κατά λέξη. Έτσι, για παράδειγμα, αρκετοί διαβάζουν τα ιερά κείμενα του κορανίου περί «Nταρ αλ Iσλάμ» και «Nταρ αλ Xαρμπ» («γη του Ισλάμ» και «γη των απίστων») ζώνονται τα εκρηκτικά κι όποιον πάρουν τα σκάγια. Πολλές φορές μάλιστα ανατινάζονται στη γη του Ισλάμ, η οποία, κατά τη θολή ματιά τους, έχει κυριευτεί από τους άπιστους σταυροφόρους.
Όσοι γνώρισαν τον κ. Ιωάννη Παλαιοκρασσά δηλώνουν ότι πρόκειται περί ανθρώπου με άμεμπτο ήθος. Βαφτίστηκε στα νάματα της συντηρητικής παράδοσης και μεγάλωσε σε χριστιανικές οργανώσεις τύπου «Ζωή». Από κει όμως ξεκίνησαν οι πονοκέφαλοι της κυβέρνησης. Από την ασπρόμαυρη οπτική περί ηθικής που έχει αναπτύξει το συγκεκριμένο στέλεχος, η οποία μάλιστα ταίριαζε στην περιρρέουσα ηθικολογική ατμόσφαιρα.
Από τη στιγμή που κάποιος θα πεισθεί πως είναι κάτοχος της μίας και μοναδικής αλήθειας τότε κάθε διάλογος περιττεύει. Ο διάλογος προϋποθέτει σεβασμό στις απόψεις των άλλων. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει χώρος να πεισθείς ότι η θεώρηση που προσφέρει κάποιος άλλος μπορεί να είναι αληθής και η δική σου λανθασμένη. Aρα κατοχή της αλήθειας και σεβασμός στη διαφορετική άποψη είναι σχήμα οξύμωρο, αν όχι υποκριτικό. Αν πεισθείς πως «ένας είναι ο Θεός και ο Προφήτης Αυτού Αλλάχ», ποιο το νόημα της συζήτησης για τη θέση των γυναικών στην κοινωνία; Από την άποψη αυτή, κάθε θρησκεία είναι ένα ολοκληρωτικό σχήμα αντιλήψεων, αφού στον πυρήνα της έχει αναμφισβήτητες και αυταπόδεικτες αλήθειες.
Χειρότερους φονταμενταλιστές παράγει η ηθικολογία, γιατί αυτή δεν έχει κυρίαρχη εκκλησία να ερμηνεύει τους ιερούς κανόνες της. Ειδικά στην Ελλάδα, όπου έχουν γίνει τόσες και τόσες συζητήσεις περί διαπλοκής, κανείς δεν ξέρει τι επιτρέπεται ή τι απαγορεύεται. Οι κανόνες φτιάχνονται κατά περίσταση και κατά τη γέννηση των προβλημάτων. Ζουν συνήθως όσο και τα προβλήματα ή μένουν ως αναχρονιστικά νομοθετικά κατάλοιπα που χρησιμοποιούνται κατά περίσταση.
Είναι εκπληκτικό, αλλά η συζήτηση περί διαπλοκής κρατά περί τα 15 χρόνια τώρα και ακόμη δεν έχει φτιαχτεί ένας κώδικας ηθικής, ο οποίος να ορίζει ρητά πού τελειώνει η ανθρώπινη ή η επαγγελματική επαφή ενός επιχειρηματία με έναν πολιτικό και πού αρχίζει η ανάρμοστη.
Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, υπάρχει αυστηρός κώδικας επαφής των δημοσίων λειτουργών με κάθε πολίτη. Ένας δημόσιος υπάλληλος δεν μπορεί να δεχθεί ούτε κέρασμα ενός ποτού από ένα συναλλασσόμενο. Ξεκίνησε προανακριτική διαδικασία κατά του κ. Αλ Γκορ επειδή χρησιμοποίησε το κρατικό τηλέφωνο για να καλέσει κάποιους επιχειρηματίες σε γεύμα του κόμματός του. Δεν ποινικοποίησα την σχέση πολιτικού-επιχειρηματία, αλλά το γεγονός ότι ο πολιτικός χρησιμοποίησε (έστω κατ’ ελάχιστο) δημόσια περιουσία για να αναπτύξει αυτή τη σχέση. Εκεί τουλάχιστον, υπάρχει ένας κώδικας που ρητά επιτρέπει και ρητά απαγορεύει, ώστε να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις.
Στην Ελλάδα είναι όλα ρευστά. Έτσι:
1. Ποινικοποιούνται τα πάντα (ας θυμηθούμε το ασυμβίβαστο της εργασίας των βουλευτών).
2. Δημιουργούνται α λα καρτ ηθικές που επιβιώνουν μέχρι να καταστραφεί κάποιος αντίπαλος. (Μας δίδαξαν, για παράδειγμα, ότι απαγορεύεται στους πολιτικούς να πηγαίνουν στα κότερα επιχειρηματιών. Ωραία. Στα εξοχικά τους επιτρέπεται; Στα σπίτια τους;)
3. Παγώνουν πρωτοβουλίες υπό το φόβο της κατηγορίας για διαπλοκή (κάθε δημόσιος λειτουργός έχει να διηγηθεί μια τέτοια ιστορία). Στην περίπτωση της ΔΕΗ, μάλιστα, η στάση του κ. Παλαιοκρασσά είχε ως αποτέλεσμα την κατρακύλα της μετοχής. Μια ζημία που αφορά όλους τους πολίτες, αφού όλοι μας είμαστε «βασικοί μέτοχοι» της ΔΕΗ. Σε οποιαδήποτε άλλη, μη κρατική επιχείρηση, αν η μετοχή έπαιρνε τέτοια βουτιά οι μέτοχοι θα απέλυαν πάραυτα τον υπεύθυνο.
4. Δημιουργούνται αντίθετες ηθικές επιταγές (Κουίζ. Τι προέχει ηθικά; Να μην έχει η επιχειρηματίας σύζυγος ενός διευθυντή εφημερίδας δουλειές με το Δημόσιο ή το φεμινιστικό πρόταγμα που θέλει τη γυναίκα αυτόνομη με τη δική της δραστηριότητα, η οποία επ’ ουδενί δεν θα ακυρωθεί από τη δραστηριότητα του συζύγου της;)
5. Στα θολά νερά της ηθικολογίας κολυμπούν πιο άνετα οι καρχαρίες. Όταν όλα βαφτίζονται ηθική, η ανηθικότητα κρύβεται πιο εύκολα.
Έχουμε κλείσει δεκαπέντε χρόνια άναρχης συζήτησης περί της διαπλοκής και πάνω από πενήντα περί της ηθικής στο δημόσιο βίο. Εκ του αποτελέσματος διαπιστώνουμε ότι αυτή η συζήτηση δεν είναι καθόλου παραγωγική. Όχι μόνο δεν έχουμε καταλήξει καν σε ένα μίνιμουμ κανόνων, αλλά ακόμη κι αυτοί που υπήρχαν ξέφτισαν (π.χ. «πόθεν έσχες» των πολιτικών).
Ήρθε η ώρα λοιπόν και με αφορμή την αναθεώρηση του Συντάγματος «να οργανωθούμε» όπως λέει και το γνωστό ανέκδοτο. Αυτή τη στιγμή ο δημόσιος βίος πλημμυρίζει από ανηθικότητα και ηθικολογία. Μόνον η ηθική είναι απούσα. Χρειάζεται να απλοποιήσουμε τη νομοθεσία και να φτιάξουμε ένα ισχυρό δεοντολογικό πλαίσιο για τη λειτουργία των πολιτικών, επιχειρηματιών και ΜΜΕ. Αρκετά χάσαμε κολυμπώντας στα θολά νερά της ηθικολογίας…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 5.12.2005