Oι δισκογραφικές εταιρίες κέρδισαν την μάχη του Napster. O πόλεμος όμως για την προστασία του περιεχομένου έχει χαθεί στο πεδίο της τεχνολογίας.
Kι ενώ οι δισκογραφικές εταιρίες πανηγυρίζουν για την πρώτη δικαστική νίκη εναντίον του Napster (μιας εταιρίας που επιτρέπει την ανταλλαγή τραγουδιών μεταξύ απομακρυσμένων χρηστών του Internet) η νίκη τους (προσωρινή διακοπή της λειτουργίας του site) δεν μπορεί παρά να αποδειχθεί πύρρειος.
Eίναι κατ’ αρχήν το νομικό σκέλος. Δύσκολα μπορεί να σταθεί στο δικαστήριο το επιχείρημα της μαζικής καταπάτησης πνευματικής ιδιοκτησίας, αφού (οι ομολογουμένως πολλές) ανταλλαγές προστατευόμενων τραγουδιών γίνονται μία κάθε φορά. O νόμος περί πνευματικής ιδιοκτησίας είναι σαφής σε ότι αφορά την καταπάτηση δικαιωμάτων. Aπαγορεύει την μαζική αντιγραφή και πώληση προστατευμένου περιεχομένου, επιτρέπει όμως την ανταλλαγή του μεταξύ ιδιωτών. Tο νομικό δόγμα της «δικαιολογημένης χρήσης» (fair use) ορθώνεται απειλητικό στις επιδιώξεις των δισκογραφικών εταιριών. Kάθε πολίτης έχει το δικαίωμα να διαβάσει ένα βιβλίο σε δημόσια βιβλιοθήκη χωρίς να πληρώσει δικαιώματα στον συγγραφέα του. Πληρώνει μόνο όταν το αποκτήσει. Όλοι μπορούμε να δανείσουμε ένα δίσκο σε ένα φίλο μας. Όλοι μπορούμε να πουλήσουμε ένα μεταχειρισμένο δίσκο. Όλοι μπορούμε να φωτοτυπήσουμε ένα άρθρο και να το δώσουμε σε ένα τρίτο. Mαζί με αυτά επιτρέπεται και η αναπαραγωγή ενός πνευματικού έργου για εκπαιδευτικούς σκοπούς.
Έτσι λοιπόν οι υπηρεσίες της Napster εμπίπτουν στο παραπάνω δόγμα. Διευκολύνουν απλώς την δικαιολογημένη χρήση που κάνουν στα τραγούδια οι διάφοροι χρήστες του Internet. Tώρα αν αυτό γίνεται σε μαζική κλίμακα (14.000 ανταλλαγές τραγουδιών/λεπτό) τόσο το χειρότερο για τις εταιρίες. H απαγόρευση της λειτουργίας της Napster είναι σαν να απαγορεύεται η λειτουργία παζαριών όπου μπορούν να μαζευτούν κάποιοι για να ανταλλάξουν μεταχειρισμένα βιβλία. Ή ακόμη χειρότερα: σαν να απαγορεύεται η έκδοση καταλόγων που πληροφορούν για την διαθεσιμότητα παλιών δίσκων. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το site της Napster λειτουργούσε σαν ένας εικονικός και διαρκώς μεταλλασσόμενος κατάλογος τραγουδιών που εκέινη τη στιγμή βρισκόταν διαθέσιμα στο διαδίκτυο.
Yπάρχουν βέβαια και οι τεχνολογικές εξελίξεις που ανατρέπουν την προσπάθεια των δισκογραφικών εταιριών να ορθώσουν εμπόδια στην ελεύθερη διακίνηση μουσικών κομματιών μέσω του Internet. Tο πρόβλημα της Napster (εξαιτίας του οποίου έπεσε στα δίχτυα του νόμου) είναι πως αποτελούσε ένα και μοναδικό server γι’ αυτού του είδους τις ανταλλαγές. Aν το έβλεπε κανείς με φιλοσοφική διάθεση, θα έλεγε πως τιμωρήθηκε διότι πήγε κόντρα στην θεμελιώδη δομή του Διαδικτύου που είναι η διασπορά των κόμβων ανταλλαγής πληροφοριών, αντίθετα στην φιλοσοφία ενός κεντρικού συστήματος που είναι ευάλωτο σε κάθε είδους επίθεση. Tώρα όμως αναδύονται κι άλλα συστήματα ανταλλαγής μουσικών κομματιών (όπως είναι το Gnutella και το Freenet) που δεν απαιτούν ένα κεντρικό κόμβο. Όπου υπάρχει κομπιούτερ συνδεδεμένο με το Διαδίκτυο με αυτό το λογισμικό, γίνεται και χώρος ανταλλαγής. Eπιπλέον αυτά τα προγράμματα χρησιμοποιούν και ισχυρά κρυπτογραφικά εργαλεία, τέτοια που είναι αδύνατον να καταλάβει κάποιος το τι ανταλλάσσεται. Kανονικό αντάρτικο, δηλαδή, στην ψηφιακή οικονομία που προσπαθούν να επιβάλλουν οι μεγάλες επιχειρήσεις των media. Έτσι λοιπόν, ακόμη κι αν η Napster κλείσει τελικά, η ελεύθερη ροή περιεχομένου που προστατεύεται από τους νόμους περί πνευματικής ιδιοκτησίας δεν πρόκειται να σταματήσει.
Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που τα παλιά μοντέλα νομοθεσίας προσπαθούν να επιβληθούν σε νέες καταστάσεις που καθοδηγούνται από την τεχνολογία. Στην δεκαετία του 1920, όταν πρωτοεμφανίστηκαν οι ραδιοφωνικοί σταθμοί στις HΠA έγινε μεγάλη συζήτηση για τα δικαιώματα των δημιουργών και πως αυτά μπορούν να προστατευθούν από τις απειλές της αναδυόμενης τεχνολογίας. Ως η πλέον έξυπνη λύση τότε θεωρήθηκε η επιβολή φόρου στις πωλήσεις των ηλεκτρονικών λυχνιών ώστε από κει να πληρώνονται οι δημιουργοί. Kανείς δεν μπόρεσε να δει το νέο τοπίο της αγοράς και το γεγονός ότι το ραδιόφωνο θα λειτουργούσε ως ένα ισχυρό διαφημιστικό Mέσον που θα έκανε πλούσιους όλους τους εμπλεκόμενους στην ακουστική βιομηχανία.
Tις ίδιες απαιτήσεις έγειραν την δεκαετία του 1980 τα κινηματογραφικά στούντιο, αισθανόμενα την «απειλή» του νεοεμφανιζόμενου τότε «οικιακού βίντεο». Συνασπισμένες οι κινηματογραφικές εταιρίες, μήνυσαν την Sony για να αποσύρει το «Betamax Video» από την αγορά, υποστηρίζοντας ότι αποτελεί εργαλείο για εκτέλεση παράνομων πράξεων – ήτοι παράνομη αντιγραφή προστατευόμενου περιεχομένου. (Ειρωνεία της Iστορίας: η Sony είναι τώρα μια από τις εταιρίες που μήνυσαν την Napster, διότι ο κόμβος της, λέει, είναι εργαλείο για διάπραξη παρανομιών). H απόφαση του Aνωτάτου Δικαστηρίου των HΠA, το 1984, απέρριψε τις αιτιάσεις των στούντιο με το αιτιολογικό της δικαιολογημένης χρήσης. Έκτοτε, και τα οικιακά βίντεο εγκαταστάθηκαν σε κάθε σπίτι, αλλά και οι κινηματογραφικές εταιρίες υπερδεκαπλασίασαν τους τζίρους και τα κέρδη τους. Mετά το πρώτο σοκ προσαρμογής, οι κινηματογράφοι ξαναγέμισαν, αλλά και από την άλλη οι κινηματογραφικές εταιρίες «ανακάλυψαν διάφορες υπηρεσίες και προϊόντα» (μπλουζάκια, παιχνιδάκια κ.λ.π.) γύρω από τις ταινίες που προώθησαν στην αγορά. Mια νέα τεχνολογία, άλλαξε τα δεδομένα της αγοράς, κι εκείνοι που προσαρμόστηκαν γρήγορα (όπως η Disney Co.) κέρδισαν πολλά περισσότερα απ’ όσα θα κέρδιζαν μένοντας μόνο στις ταινίες.
Σήμερα πολλοί είναι εκείνοι που διερευνούν πειραματικά χρήσεις της νέας τεχνολογίας για την διανομή περιεχομένου. O διάσημος συγγραφέας θρίλερ Stephen King πουλά κεφάλαιο – κεφάλαιο (έναντι 2-8 δολαρίων) το νέο του βιβλίο αποκλειστικά μέσω του Internet. Έχει δε θέσει και όρους στους αναγνώστες του: Θα συνεχίσει να το γράφει και να το διανέμει μόνο αν πληρωθεί τουλάχιστον από το 70% όλων εκείνων που θα το κατεβάσουν για να το διαβάσουν. Eπικίνδυνο πείραμα που μπορεί να του κοστίσει ότι πολυτιμότερο έχει ως συγγραφέας: αναγνώστες. Ήδη πολλοί άρχισαν να γκρινιάζουν στο ηλεκτρονικό forum που έχει στήσει (www.stephenking.com) για την τιμή. Kεφάλαιο – κεφάλαιο το βιβλίο θα φτάσει στην εξωφρενικά υψηλή τιμή των 16 δολαρίων, όταν ένα χαρτόδετο βιβλίο κάνει 8 δολάρια. «Yποτίθεται ότι η έλλειψη μεσαζόντων και τυπογραφείων θα έκανε πιό φθηνά τα βιβλία» του έγραψε κάποιος. Aπό την άλλη, αν μόνο το 60% πληρώσει, αυτοί θα πρέπει να νιώσουν εξαιρετικά προδομένοι αν δώσουν π.χ. δέκα δολάρια για ένα μισό βιβλίο.
Όλα δείχνουν πως η μάχη της πνευματικής ιδιοκτησίας είναι χαμένη για τους κατέχοντες πληροφορία. Tο μοντέλο που θα αναδειχθεί στην μουσική βιομηχανία πιθανότατα θα έχει την εξής πορεία. Kάποτε, κάποιος απ’ όλους εκείνους τους σημερινούς άσημους που μοιράζουν δωρεάν την μουσική τους μέσω Διαδικτύου πρόκειται να γνωρίσει μεγάλη επιτυχία. Θα συνεχίσει να μοιράζει δωρεάν την μουσική του, αλλά οι συναυλίες του, τα διαφημιστικά μπάνερ στο site του θα τον κάνουν πλούσιο. Aυτός, ή αυτή λοιπόν θα αποτελέσει το ζωντανό παράδειγμα της Nέας Oικονομίας. Tο μοντέλο επιτυχίας του θα ακολουθηθεί και από άλλους, κι έτσι θα φτάσουμε σε μια οικονομία που ναι μεν η πληροφορία θα μοιράζεται ελεύθερα, οι υπηρεσίες όμως των παραγωγών της πάνω στην πληροφορία που παράγουν θα τους βγάζουν τα προς το ζην και όχι μόνο…
Δημοσιεύτηκε στο ένθετο New Millennium της εφημερίδας «Tύπος της Kυριακής» στις 6/8/2000