Η επίκληση της ανάγκης για λήψη επιπρόσθετων κατασταλτικών μέτρων είναι ο… φερετζές της ανεπάρκειας να διατυπωθεί εναλλακτική πρόταση στα φαινόμενα διαφθοράς και διαπλοκής.
Η αντίδραση κάθε πολιτικού που δεν έχει τι να πει για τις καταστάσεις που δημιουργούνται είναι μια γενική περιγραφή του προβλήματος συν τη βαρυσήμαντη επωδό «χρειάζονται μέτρα για να παταχθεί το φαινόμενο της διαφθοράς και της διαπλοκής». Έτσι προχθές, ακούσαμε τον πρόεδρο του Συνασπισμού να διαπιστώνει εκ νέου και πομπωδώς αυτή την ανάγκη. «Ζούμε σε ένα τοξικό περιβάλλον», διαπίστωσε ο κ. Αλέκος Αλαβάνος, «σε σχέση με τη διαφθορά και τη διαπλοκή και χρειάζονται άμεσα μέτρα και στο χώρο των ΜΜΕ και στο χώρο της λειτουργίας των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων».
Τι μέτρα έχει κατά νου ο πρόεδρος της Προόδου; Κανείς πιθανώς δεν θα μάθει, αλλά αυτό που ήδη ξέρουμε είναι ότι τα τελευταία χρόνια έχουν ληφθεί τόσα μέτρα, ώστε τελικώς δεν λειτουργεί κανένα.
Έχουμε και λέμε: Περί τα 60.000 άτομα υποβάλλουν κατ’ έτος δηλώσεις «πόθεν έσχες». Το αποτέλεσμα; Κανείς δεν τις ελέγχει, επειδή ακριβώς είναι πάρα πολλές. Και το νέο Σώμα της Αγροφυλακής των 10.000 ατόμων να βάζαμε, ούτε το «έσχες» δεν θα πρόκαναν να διασταυρώσουν. Πόσω μάλλον το «πόθεν». Το χειρότερο αποτέλεσμα; Μέσα στο μπούγιο των 60.000, τη γλιτώνουν και οι κατά τεκμήριο ύποπτοι. Εφοριακοί, στελέχη υπουργείων που παίρνουν σημαντικές οικονομικές αποφάσεις κ.ά. Το μέτρο για την καταπολέμηση της διαφθοράς το είδαμε. Το αποτέλεσμα δεν είδαμε…
Έχει συνταχθεί ένας άλλος νόμος που λέει ότι πρέπει να ελέγχονται οι προεκλογικές δαπάνες των βουλευτών. Ωραίο (στις προθέσεις του) μέτρο, αλλά αποτέλεσμα δεν είδαμε. Και οι λίγες σκαστές περιπτώσεις που αποκαλύφθηκαν από την έρευνα της Βουλής, αμνηστεύτηκαν από την ίδια τη Βουλή.
Έχει συνταχθεί ένας άλλος νόμος που απαγορεύει στους βουλευτές και σε στελέχη υπουργείων να κάνουν χρηματιστηριακές πράξεις. Το νόμο τον είδαμε, την τύχη του αγνοούμε. Μετά την ψήφισή του δεν ακούστηκε ποτέ τίποτε.
Έχουμε φτιάξει «ράμπο» κατά της διαφθοράς στο Δημόσιο, «ράμπο» που θα ελέγχουν τους πρώτους «ράμπο» και πιθανώς στο μέλλον να χρειαστούν κι άλλοι «ράμπο» που θα ελέγχουν τους δεύτερους «ράμπο». Παρ’ όλα αυτά, το «γρηγορόσημο» πάει σύννεφο, τα «φακελάκια» έχουν αποκτήσει «ταρίφα» και το «λάδι» για δίπλωμα οδήγησης συνεχώς ακριβαίνει.
Φτιάξαμε νόμους για τον έλεγχο των «υπερβολών της ενημέρωσης», που τιμωρούν τους δημοσιογράφους ποινικά. Πρόσθεσε ελάχιστη «ταρίφα» στις αγωγές ο κ. Ευάγγελος Βενιζέλος. Τι καταλάβαμε; Όλοι διαπιστώνουμε ότι το τοπίο της ενημέρωσης χειροτερεύει, αντί να βελτιώνεται. Χειρότερα: Διαπιστώσαμε ότι ο Βενιζέλειος νόμος λογοκρίνει αντί να αναβαθμίζει τις ειδήσεις.
Συντάξαμε νόμους που απαγορεύουν την φωτογράφηση και βιντεοσκόπηση κατηγορουμένων και όλοι είδαμε τους δημοσιογράφους να κυνηγούν για μία δήλωση την κ. Ελένη Βουγλάνη, που επιχείρησε να δωροδοκήσει στέλεχος υπουργού.
Φτιάξαμε Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης για τα κανάλια και τα κανάλια λειτουργούν όλα παράνομα. Στήσαμε Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων και η μόνη που την πλήρωσε ήταν η Ένωση Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ), επειδή δημοσιοποίησε τα ονόματα των δημοσιογράφων, που έχουν νομίμως συνάψει συμβάσεις με το Δημόσιο.
Από νόμους και μέτρα πλημμυρίσαμε. Διαφορά δεν είδαμε. Ώρες, ώρες τείνει να πιστέψει κανείς ότι οι νομοθετικές πρωτοβουλίες γίνονται για να έχει να πει κάτι ο εκάστοτε υπουργός («Με το νόμο αυτό δίδεται ένα συντριπτικό πλήγμα στην διαφθορά…») και για να έχει κάτι να γκρινιάξει η εκάστοτε αντιπολίτευση («Ο νόμος αυτός έχει παράθυρα και κενά…»). Όπως και να έχει το πράγμα όμως, ένα είναι σίγουρο: Η αποκλειστικά κανονιστική προσέγγιση της διαφθοράς μειώνει την οριακή αποτελεσματικότητα των ρυθμίσεων. Όσα περισσότερα μέτρα λαμβάνουμε, τόσο λιγότερο αποτελεσματικό είναι κάθε νέο μέτρο.
Χρειάζεται πλέον νέα προσέγγιση του προβλήματος. Εμείς βλέπουμε το λύκο κι εξακολουθούμε να ψάχνουμε τον τορό. Και ο λύκος είναι το μεγάλο κράτος. Σε ένα μικρό κράτος, θα υπάρχουν πάλι κρούσματα διαφθοράς. Μόνο που θα είναι λιγότερα και ως εκ τούτου η κανονιστική αντιμετώπισή τους θα είναι πιο αποτελεσματική…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 27.10.2005