Η δίκη που ξεκίνησε πρωτομαγιάτικα σε ένα ομοσπονδιακό εφετείο των ΗΠΑ προσπαθεί να λύσει ένα σύγχρονο γρίφο. Στο εδώλιο κάθεται ένας εκδότης περιοδικού ο οποίος στις σελίδες του είχε links σε ένα πρόγραμμα που σπάει τους κωδικούς ασφαλείας των δίσκων DVD και κατήγοροί του είναι η κινηματογραφικές εταιρίες των ΗΠΑ.
Στον εκδοτικό χώρο μια επί μακρόν παραδεκτή έννοια είναι ότι ανάμεσα στο δικαίωμα του δημιουργού να ελέγχει τις χρήσεις του έργου του (copyright) και της ελεύθερης έκφρασης υπάρχει μια δικλείδα ασφαλείας που ονομάζεται «δικαιολογημένη χρήση» του πνευματικού έργου.
Το δόγμα της «δικαιολογημένης χρήσης» ενυπάρχει σε όλες τις νομοθεσίες περί πνευματικής ιδιοκτησίας και προβλέπει ότι σε κάποιες περιπτώσεις (όπως είναι η διδασκαλία, η επιστημονική έρευνα και η συλλογή ειδήσεων) επιτρέπεται η χρήση έργων χωρίς την πληρωμή δικαιωμάτων. Χάρη σ’ αυτό το δόγμα ένας δημοσιογράφος μπορεί να αντιγράψει κομμάτι ενός βιβλίου (αναφέροντας φυσικά την πηγή) για να τεκμηριώσει ένα θέμα του ή ένας μελετητής μπορεί να συμπεριλάβει ένα ποίημα όταν γράφει ένα βιβλίο.
Όλα αυτά ίσχυαν στην βιομηχανική εποχή, εξακολουθούν να ισχύουν και στον ψηφιακό μας κόσμο. Μόνο που η τεχνολογία κάνει πιο εύκολη την πειρατεία και την δικαιολογημένη χρήση και οι νόμοι προσπαθώντας να αποτρέψουν την πρώτη καταργούν την δεύτερη. Η δίκη που ξεκίνησε πρωτομαγιάτικα σε ένα ομοσπονδιακό εφετείο των ΗΠΑ προσπαθεί να λύσει ένα σύγχρονο γρίφο. Στο εδώλιο κάθεται ένας εκδότης περιοδικού ο οποίος στις σελίδες του είχε links σε ένα πρόγραμμα που σπάει τους κωδικούς ασφαλείας των δίσκων DVD και κατήγοροί του είναι η κινηματογραφικές εταιρίες των ΗΠΑ. Στο πλευρό του πρώτου όμως είναι όλη η νομική αφρόκρεμα των ΗΠΑ, προεξαρχούσης της Kathleen M. Sullivan η οποία είναι πρύτανης της νομικής σχολής του πανεπιστημίου Stanford. Η «μεγάλη κυρία» της νομικής σκέψης των ΗΠΑ και μια σειρά άλλων επιφανών καθηγητών που προσέτρεξαν να γίνουν συνήγοροι του κατηγορούμενου εκδότη Eric Corley (ο οποίος, σημειωτέον, εκδίδει το 2600, ένα περιοδικό για χάκερ υποστηρίζουν ότι η τεχνολογία που απαγορεύει την πειρατεία των DVD, κάνει ανέφικτη και την «δικαιολογημένη χρήση» των ταινιών.
Η υπόθεση, αν και μοιάζει, δεν είναι ένα ακαδημαϊκό καπρίτσιο. Μέχρι σήμερα, αν ένας δάσκαλος ήθελε να δώσει στους μαθητές του μια εργασία για ένα ποίημα του Ελύτη μπορούσε να φωτοτυπήσει την συγκεκριμένη σελίδα και να την μοιράσει στους μαθητές του. Αυτό ήταν και τεχνολογικά δυνατό και νομικά παραδεκτό. Σήμερα αν ένας καθηγητής της τέχνης του κινηματογράφου ζητήσει από τους φοιτητές του να μελετήσουν μια συγκεκριμένη σκηνή λ.χ. του «Όσα παίρνει ο άνεμος» είναι σα να τους προστάζει να αγοράσουν όλοι το αντίστοιχο DVD. Δεν έχει τρόπο να «φωτοτυπήσει» τη συγκεκριμένη σκηνή. Βέβαια για την Ελλάδα (όπου ως γνωστόν τα πανεπιστήμια δεν λειτουργούν ως Α.Ε.Ι. και ουδείς καθηγητής κινηματογραφίας δεν δίνει εργασίες) το παράδειγμα εξακολουθεί να μοιάζει με ακαδημαϊκό καπρίτσιο.
Στις ΗΠΑ όμως τα κρυπτογραφημένα DVD είναι ένα βάρος εκατομμυρίων δολαρίων για το σύνολο της ακαδημαϊκής κοινότητας. Υπάρχει όμως και κάτι άλλο: τι θα γίνει αν με τις ευλογίες του νόμου οι τεχνολογίες της κρυπτογραφίας γίνουν καθεστώς σε όλα τα είδη των πνευματικών έργων; Τότε η εκπαίδευση (η μόνη ελπίδα των μη-εχόντων για να ξεφύγουν από την μιζέρια τους) θα γίνει μια υπόθεση αποκλειστικά των ανώτερων εισοδηματικών στρωμάτων, εκείνων δηλαδή που θα μπορούν να αγοράζουν πνευματικά έργα. Βαδίζουμε δηλαδή με μαθηματική ακρίβεια σε μια κοινωνία των δύο τρίτων, διαμέσου όμως των νόμων περί πνευματικής ιδιοκτησίας. «Αυτή η δίκη φέρνει στην επιφάνεια τα πιο σημαντικά θέματα του 21ου αιώνα», δήλωσε στην εφημερίδα New York Τimes, ο καθηγητής νομικής του Πανεπιστημίου Κολούμπια Eben Moglen. «Σηματοδοτεί την εγγενή σύγκρουση μεταξύ της ελευθερίας έκφρασης και του νέου νόμου περί προστασίας των πνευματικών δικαιωμάτων».
Δημοσιεύτηκε στο ένθετο «New Millennium» της εφημερίδας «Tύπος της Kυριακής» στις 6.5.2001