Η αστυνόμευση δεν χρειάζεται «λίγο πιο σκληρά μέτρα». Αντιθέτως χρειάζεται «λίγο πιο έξυπνα μέτρα».
Θα ήταν τουλάχιστον ατυχής η επιχειρηματολογία του τύπου πως «προτιμάμε τώρα τα μέτρα να είναι πιο σκληρά, ακόμη κι αν υποχρεωθεί η Πολιτεία να ζητήσει συγνώμη για περιστατικά σαν των Μεξικανών, παρά να είναι χαλαρά και να τρέχουμε όλοι μαζί». Εγράφη πως αυτό υποστήριξε ο υπουργός Δημόσιας Τάξης κ. Βουλγαράκης στο υπουργικό συμβούλιο, αλλά οι πληροφορίες διαψεύσθηκαν από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο. Πιθανότατα λοιπόν δεν ελέχθη κάτι τέτοιο, αλλά επειδή αυτή η απλοϊκή λογική απαντάται συχνά, καλά είναι να την εξετάσουμε.
Αυτού του τύπου η επιχειρηματολογία πάσχει πολλαπλώς. Κατ’ αρχήν λογικά. Το «λίγο πιο σκληρά» είναι πολλαπλής ανάγνωσης. Οι σφαλιάρες, για παράδειγμα, θα ενέπιπταν «στα λίγο πιο σκληρά μέτρα», ή είναι εκτός; Κι αν είναι εκτός, πως θα το γνωρίζει το παλικάρι του Λιμενικού που βρίσκεται υπό την αδιάκοπη πίεση της τρομοφοβίας των ημερών; Όλοι γνωρίζουμε -το επεσήμανε πολλάκις και η Ν.Δ. ως αντιπολίτευση- ότι η εκπαίδευση των Σωμάτων Ασφαλείας δεν είναι η κάλλιστη. Έχουμε συνήθως να κάνουμε με φιλότιμα παιδιά, τα οποία όμως έχουν όμως μια εξαιρετικά θολή εικόνα που σταματά η δικαιοδοσία τους και που αρχίζει η κατάχρηση εξουσίας. «Υπερασπίσεις» αυτού του τύπου θα αποτελούσαν πράσινο φως για το δεύτερο. Εξάλλου, η ιστορία του Λιμενικού έχει πολλές καταχρήσεις εξουσίας με το πράσινο φως της προηγούμενης κυβέρνησης. Η Ελλάδα καταγγέλθηκε πολλές φορές από διεθνείς οργανισμούς (π.χ. ΟΗΕ) και Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (π.χ. «Διεθνής Αμνηστία») για «λίγο πιο σκληρά μέτρα» που εφάρμοσε σε ουκ ολίγες περιπτώσεις το σώμα.
Δεύτερον. Η αστυνόμευση δεν χρειάζεται «λίγο πιο σκληρά μέτρα». Αντιθέτως χρειάζεται «λίγο πιο έξυπνα μέτρα» (Περισσότερες ρήσεις στο βιβλίο «Είπαν», εκδόσεις Καστανιώτη). Ο μακαρίτης Πιτερ Ουστίνοφ είχε πει πως «μόνο σε ένα αστυνομικό κράτος η δουλειά των αστυνομικών είναι εύκολη». Η εμπειρία δείχνει πως ο δημόσιος λειτουργός -από τον μικρότερο μέχρι τον μεγαλύτερο- προσπαθεί να κάνει την δουλειά του πιο εύκολη αντί να την κάνει πιο έξυπνη. Είναι στη φύση κάθε γραφειοκρατίας να περιορίζει δικαιώματα των πολιτών προκειμένου να γλιτώσει την ταλαιπωρία της δουλειά της. Εκεί λοιπόν μπαίνουν οι πολιτικοί που είναι εκπρόσωποι ημών, των πολιτών. Δεν ζητούν «λίγο πιο σκληρά μέτρα» αλλά απαιτούν από τους υφιστάμενούς των (και υπαλλήλους ημών των φορολογουμένων) να δουλέψουν λίγο παραπάνω, λίγο πιο παραγωγικά, λίγο καλύτερα.
Τρίτον. Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Λίντον Τζόνσον είχε πει κάποτε πως «δεν πρέπει μα εξετάζουμε την νομοθεσία υπό το πρίσμα των καλών που θα επιφέρουν αν εφαρμοστούν σωστά, αλλά υπό το πρίσμα των δεινών που θα επιφέρουν αν εφαρμοστούν λάθος»(Περισσότερες ρήσεις στο βιβλίο «Είπαν», εκδόσεις Καστανιώτη). Έτσι πρέπει να εξετάζονται και οι αιτήσεις για «λίγο πιο σκληρά μέτρα». Αυτά εφαρμόζονται επί δικαίων και αδίκων. Κι επειδή οι δίκαιοι πάντα είναι συντριπτικά περισσότεροι από τους άδικους τα «λίγο πιο σκληρά μέτρα» εξ ορισμού εφαρμόζονται λάθος.
Υπάρχει ένας μεγάλος κίνδυνος για την πρώτη μετά την 11η Σεπτεμβρίου Ολυμπιάδα. Δεν είναι η Αλ Κάϊντα, αλλά ο φόβος της. Ενώ το πιθανότερο είναι να κυλήσουν όλα ομαλά -να κάνουμε απίθανους Αγώνες και να μην συμβεί το παραμικρό- όλοι θα θυμούνται την διοργάνωση για τα μέτρα ασφαλείας της. Μπορεί δηλαδή η 28η Ολυμπιάδα να ονομαστεί «Ολυμπιάδα των Πάτριοτ, των Άβακς, των φρουρών ασφαλείας κ.λ.π.» αντί να βαφτιστεί η «καλύτερη όλων των εποχών». Τα μέτρα που λαμβάνονται είναι αναγκαία στην εποχή της μεγα-τρομοκρατίας -ή μεγα-υστερίας για την τρομοκρατία- που ζούμε. Σ’ αυτό το σκηνικό, λοιπόν, δεν πρέπει επ’ ουδενί να προσθέσουμε και τα «λίγο πιο σκληρά περιστατικά» σαν αυτό των Μεξικανών δημοσιογράφων…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 6.8.2004