Δυστυχώς, σήμερα δεν υπάρχει ελληνικό ΑΕΙ ή ΤΕΙ που το όνομά του μεταφράζεται σε πόθο των νέων παιδιών να μάθουν εκεί.
O αγώνας των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΤΕΙ) δικαιώθηκε. Σύμφωνα με νόμο της προηγούμενης κυβέρνησης έγιναν «ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα». «Ανωτατοποιήθηκαν» σύμφωνα με ένα αναγκαίο, αλλά κακόηχο νεολογισμό. Ορθώς, αναφώνησε «ε, και;» πριν από λίγο καιρό ο κ. Αντώνης Καρκαγιάννης: «Το ερώτημα όμως είναι αν τα ΤΕΙ από τότε που ανακηρύχθηκαν πανεπιστήμια κατόρθωσαν τα ίδια να δικαιώσουν αυτό τον τίτλο και να τον γεμίσουν με το ανάλογο περιεχόμενο. Θα μου πείτε πώς να το κατορθώσουν τα ΤΕΙ, όταν τα υπάρχοντα πανεπιστήμια κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να απογυμνώσουν αυτόν τον τίτλο από κάθε ουσιαστικό περιεχόμενο». («Τα ΤΕΙ στον δρόμο “ανωτατοποίησης”» «Καθημερινή», 9/11/2007)
Η αλήθεια είναι ότι κανείς δεν ρωτά αν το Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης είναι «ανωτατοποιημένο» ΤΕΙ ή είναι πανεπιστήμιο. Δεν ρωτά αν είναι κρατικό ή ιδιωτικό ίδρυμα. Για όλο τον κόσμο είναι το ΜΙΤ κι αυτό αρκεί. Για τον ίδιο λόγο κανείς δεν ενδιαφέρεται αν τα πανεπιστήμια Loyola ανήκουν στην καθολική εκκλησία, ή αν το «City University» είναι Κέντρο Ελευθέρων Σπουδών (όπως συνηθίσαμε να λέμε στην Ελλάδα). Κάθε εκπαιδευτικό ίδρυμα κυκλοφορεί στο παγκόσμιο εκπαιδευτικό τοπίο με το όνομά του. Καλό ή λιγότερο καλό -κρίνεται διαρκώς. Κι αυτό το όνομα είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων, πλην ενός: πώς το καταχωρίζουν στα κατάστιχά τους κάποιοι γραφειοκράτες σε ένα υπουργείο.
Τα φημισμένα πανεπιστήμια έχουν την αίγλη τους, διότι παράγουν εκπαιδευτικό και ερευνητικό έργο. Διότι έχουν αποφοίτους με εφόδια να κάνουν κάτι στη ζωή τους και κυρίως: έχουν το έμψυχο δυναμικό για το οποίο δικαιολογημένα επαίρονται.
Πριν από μερικά χρόνια και στην Ελλάδα λέγαμε «Μετσόβιο Πολυτεχνείο» και το όνομα από μόνο του αποτελούσε πιστοποίηση των σπουδών και όνειρο πολλών να φοιτήσουν εκεί. Ή ακόμη παραπέρα: τα ονόματα των καθηγητών ήταν εξειδίκευση της πιστοποίησης αυτών των σπουδών. Η έκφραση, επί παραδείγματι, «υπήρξε μαθητής του Γ. Κουμάντου» δεν ήταν απλώς μια τιμητική αναφορά. Είχε ένα ειδικό βάρος στην επαγγελματική κοινότητα των αποφοίτων και ίσως παραπέρα. Το κύρος μιας σχολής ή ενός πανεπιστημίου δεν εγγράφεται ποτέ στα ΦΕΚ, κατακτάται μέρα με την ημέρα, μάθημα με το μάθημα.
Στην Ελλάδα δίνεται ένας ψευδεπίγραφος αγώνας κατά των μη κρατικών πανεπιστημίων, τα οποία θρυλείται ότι θα παράγουν μόνο «πτυχία για την αγορά» και ως εκ τούτου «θα υποβαθμίσουν την ανώτατη παιδεία». Ακόμη κι αν δεχθούμε το αληθές της προφητείας, πρέπει να αναρωτηθούμε πόση παιδεία παράγουν τα κρατικά πανεπιστήμια και ΤΕΙ.
Δυστυχώς, σήμερα δεν υπάρχει ελληνικό ΑΕΙ ή ΤΕΙ που το όνομά του μεταφράζεται σε πόθο των νέων παιδιών να μάθουν εκεί. Δεν υπάρχει καν ΑΕΙ ή ΤΕΙ που να παράγει, έστω, «πτυχία για την αγορά». Εχουμε απλώς ιδρύματα που παράγουν χαρτιά, χρήσιμα για διορισμό στο Δημόσιο. Εξ ου και όλοι οι αγώνες γίνονται για το τι θα γραφτεί στα ΦΕΚ. Η «ανωτατοποίηση» των ΤΕΙ και η «κατωτατοποίηση» των ΑΕΙ από εκεί ξεκινά. Και σίγουρα δεν έχουν σχέση, ούτε με την Παιδεία ούτε καν με τις σύγχρονες ανάγκες της χώρας.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 29.11.2007