Οι καλοί λογαριασμοί κάνουν και τους καλούς κοινωνικούς εταίρους.
Eνα πράγμα που ουδείς Eλληνας πολίτης ή πολιτικός συνειδητοποιεί είναι ότι οι νόμοι ψηφίζονται για να τηρούνται. Oχι «στο περίπου», αλλά καθ’ ολοκληρίαν. Είτε αυτοί αφορούν το ποσοστό αλκοόλης στο αίμα των οδηγών, είτε τις υποχρεώσεις του κρατικού προϋπολογισμού στα ταμεία. Eτσι, όπως κανένας οδηγός δεν μπορεί να δικαιολογηθεί σε τροχονόμο ότι έχει πιει περίπου στο όριο που προβλέπει ο νόμος, έτσι και η κυβέρνηση δεν μπορεί να δικαιολογηθεί στους εργαζόμενους ότι χρηματοδοτεί το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ όσο περίπου προβλέπει ο νόμος.
Το 2003 η ελληνική Πολιτεία ψήφισε «δόξη και τιμή» το νόμο για τη συνένωση των ταμείων. Καλώς ή κακώς αποφάσισε να χρηματοδοτεί ο προϋπολογισμός με 1% του ΑΕΠ το ενιαίο ταμείο. Σύμφωνα όμως με τη νέα υφυπουργό Απασχόλησης κ. Σοφία Καλατζάκου, το κράτος δεν τήρησε αυτή την υποχρέωση. Θαρραλέα είπε αυτό που προκάτοχοί της επιμελώς έκρυβαν: «από το 2003 μέχρι σήμερα το ποσοστό χρηματοδότησης έχει κυμανθεί από 0,85% έως 0,90% του ΑΕΠ, κατά μέσο όρο 0,88%. Είναι πολύ κοντά στο 1%, αλλά κατά τι λιγότερο».
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο το 0,12% της χρηματοδότησης που υπολείπεται. Δεν είναι καν τα 3,5 δισ. ευρώ, που αυτό το φαινομενικά μικρό ποσοστό αθροίζεται. Είναι ότι μια κορυφαία τομή -ίσως η μεγαλύτερη μεταρρύθμιση των τελευταίων χρόνων- θα γίνει με περίπου μπακαλίστικο τρόπο: «είναι μόνο 0,88%. Να τ’ αφήσω;»
Ετσι όμως τίθεται ένα θέμα συνέπειας. Αφού το κράτος χρηματοδοτεί τα ασφαλιστικά ταμεία «στο περίπου» των υποχρεώσεών του και οι εργοδότες πληρώνουν τις εισφορές «στο περίπου» (ας μην ξεχνάμε ότι διά νόμου ρυθμίζονται οι οφειλές των επιχειρήσεων προς τα ταμεία κάθε λίγο και λιγάκι) τότε νομιμοποιούνται και οι εργαζόμενοι να δηλώνουν ότι σήμερα συνταξιοδοτούνται 65 χρόνων. «Στο περίπου», βέβαια: «τι 65 χρόνων, τι 58» μπορεί να ισχυριστεί κάποιος. Το αποτέλεσμα φυσικά όλης αυτής της κατάσταση θα είναι να καταλήξουμε σε μια «περίπου ασφαλιστική μεταρρύθμιση». Μπαλώματα από ‘δω κι από ‘κει, χωρίς να γεννηθεί κάτι μακροπρόθεσμα στέρεο.
Το πρόβλημα του ασφαλιστικού είναι σύνθετο. Εχει πολλές παραμέτρους που πρέπει να συνυπολογιστούν. Το στοίχημα λοιπόν για όλους είναι να απλοποιηθεί και όχι να μπερδευτεί με παλιούς λογαριασμούς και παλιά χρέη. Ορθώς λοιπόν οι εκπρόσωποι των εργαζομένων θέτουν ως προϋπόθεση το κλείσιμο των «παλιών βιβλίων» για τη συμμετοχή τους στο διάλογο. Η αξιοπιστία όλων των συμμετεχόντων κρίνεται από την ιστορία τους. Κι αυτή η αξιοπιστία πρέπει να είναι ολάκερη και όχι στο 85%-90% (περίπου).
Το ασφαλιστικό πρέπει να αποτελέσει μια νέα μεγάλη κοινωνική συμφωνία. Οι κοινωνικοί εταίροι, που θα καθίσουν σε ένα τραπέζι να διαπραγματευτούν τη σωτηρία των ταμείων, θα κληθούν να δώσουν κάποια πράγματα για να πάρουν κάποια άλλα. Για να συμβεί αυτό όμως χωρίς περιττές εντάσεις πρέπει να ξεκαθαρίσουν οι λογαριασμοί μεταξύ τους. Τι χρωστά ο ένας και τι πρέπει να πάρει ο άλλος. Κατ’ αυτόν τον τρόπο έγινε σε όλο τον κόσμο, σε εκείνες τις χώρες που σήμερα θαυμάζουμε ότι έλυσαν το ασφαλιστικό με κοινωνική ειρήνη. Κι αυτό διότι οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους, αλλά και τους καλούς κοινωνικούς εταίρους.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 14.10.2007