Το σύστημα πνευματικής ιδιοκτησίας έγινε έτσι ένας συμβιβασμός του παραλόγου: Αν και όλοι κατανοούσαν ότι δεν μπορεί να υπάρξει ιδιοκτησία του πνεύματος, το κράτος προσέφερε την ισχύ του για να δημιουργηθεί το μονοπώλιο ενός πνευματικού έργου.
Ο Τόμας Τζέφερσον, ένας από τους πατέρες του αμερικανικού έθνους, αλλά και ένας από τους μεγαλύτερους πολιτικούς στοχαστές του 17ου – 18ου αιώνα, δεν θεωρούσε την πνευματική ιδιοκτησία άδικη. Την θεωρούσε ανόητη. Είχε γράψει: «αν η φύση έχει κάνει ένα πράγμα λιγότερο επιδεκτικό απ’ όλα τα άλλα στο δικαίωμα αποκλειστικής ιδιοκτησίας, αυτό είναι η ενέργεια της σκέψης, αυτό που αποκαλείται ιδέα (…) H φύση έκανε τις ιδέες σαν τη φωτιά, επεκτάσιμες σε όλο τον χώρο, χωρίς να χάνουν τη δύναμή τους σε κανένα σημείο, και σαν τον αέρα τον οποίο αναπνέουμε, και ο οποίος είναι αδύνατον να γίνει αποκλειστική ιδιοκτησία κανενός. Oι εφευρέσεις λοιπόν δεν μπορούν από τη φύση τους να γίνουν ιδιοκτησία κανενός».
Παρ’ όλα αυτά συναίνεσε να ενταχθεί διάταξη στο νέο τότε αμερικανικό σύνταγμα που έλεγε «Το Κογκρέσο θα έχει την εξουσία… να προωθήσει την πρόοδο της επιστήμης και των πρακτικών τεχνών, εξασφαλίζοντας, για περιορισμένο χρόνο, στους δημιουργούς και εφευρέτες τα αποκλειστικά δικαιώματα στα έργα και τις ανακαλύψεις τους» («Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών», άρθρο 8, μτφρ. Περικλής Φ. Κωνσταντινίδης, διατίθεται δωρεάν μαζί με άλλα ιστορικά κείμενα από την ελληνική έκδοση της Wikipedia).
Το σύστημα πνευματικής ιδιοκτησίας έγινε έτσι ένας συμβιβασμός του παραλόγου: Αν και όλοι κατανοούσαν ότι δεν μπορεί να υπάρξει ιδιοκτησία του πνεύματος, το κράτος προσέφερε την ισχύ του για να δημιουργηθεί το μονοπώλιο ενός πνευματικού έργου. Είχε όμως ασφαλιστικές δικλείδες: περιορισμένο χρόνο εφαρμογής του, δικαιολογημένη χρήση (τα πνευματικά έργα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν π.χ. στην εκπαίδευση χωρίς πληρωμή δικαιωμάτων), και δικαίωμα ανταλλαγής (η πληρωμή αφορούσε μόνο το πρώτο αντίτυπο. Κάποιος που αγόραζε ένα βιβλίο θα μπορούσε να το δανείσει ή να το πουλήσει χωρίς να ξαναπληρώσει δικαιώματα).
Το σύστημα δούλεψε καλά για ένα μεγάλο διάστημα. Οι δημιουργοί απολάμβαναν για περιορισμένο χρόνο το ιδιότυπο μονοπώλιο στα έργα τους, αλλά και από την άλλη με το σύστημα των δημόσιων βιβλιοθηκών και της δημόσιας εκπαίδευσης δημιουργήθηκε το δυτικό θαύμα: κάθε παιδί ανεξαρτήτως οικονομικής κατάστασης των γονέων του μπορούσε να συμμετάσχει ισότιμα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Η δικαιολογημένη χρήση ήταν το μέσο της κοινωνικής κινητικότητας. Ο γιος του αγωγιάτη μπορούσε να μορφωθεί και να γίνει μηχανικός, γιατρός κ.λπ.
Μετά όμως ήρθαν οι εταιρείες και τα λόμπινγκ τους. Αυτές δεν ήταν παρά η γραφειοκρατία της αγοράς. Υποτίθεται ότι οργάνωναν τις ανταλλαγές των πνευματικών έργων, αλλά στην ουσία τροφοδοτούσαν τη γραφειοκρατία τους. Το πρώτο που έκαναν ήταν να συρρικνώσουν τα δικαιώματα των δημιουργών που σήμερα στις ΗΠΑ κυμαίνονται στο 2 – 7% της τιμής του έργου. Η κινηματογραφική εταιρεία «United Artists» ξεκίνησε με πρωτοβουλία του Τσάρλι Τσάπλιν ακριβώς για να διασφαλίσει τα έσοδα των καλλιτεχνών από τις αδηφάγες εταιρικές δομές.
Το δεύτερο που έκαναν οι εταιρείες ήταν να διαβρώσουν σιγά σιγά το κοινωνικό συμβόλαιο που είχε συναφθεί να καταργήσουν, δηλαδή τις ασφαλιστικές δικλείδες που οι αρχικές νομοθεσίες προέβλεπαν. Ο «περιορισμένος χρόνος» του αμερικανικού συντάγματος ξεκίνησε από τα οκτώ συν οκτώ χρόνια κι έφτασε σταδιακά στα 50 και στα 95 έτη, ενώ οι εταιρείες προσπαθούν να περάσουν νόμο σύμφωνα με τον οποίο «περιορισμένος χρόνος» θα είναι η… «αιωνιότητα πλην μια μέρα»! Στην ουσία οι επιχειρήσεις διαχείρισης των πνευματικών έργων άρχισαν να χρησιμοποιούν την ισχύ του κράτους για να ιδιοποιούνται δημόσια περιουσία. Βιβλία, ταινίες, μουσικές των αρχών του 20ού αιώνα που κανονικά σήμερα θα έπρεπε να χρησιμοποιούνται ελεύθερα απ’ όλους, παραμένουν στα συρτάρια των εταιρειών.
Το αστείο είναι ότι η συντριπτική πλειονότητα αυτών των έργων δεν έχουν πλέον καμιά εμπορική αξία. Από τα χιλιάδες βιβλία που κυκλοφόρησαν τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, ελάχιστα εξακολουθούν να πουλιούνται. Προκειμένου όμως να μην χάσει η Walt Disney τα δικαιώματα για τον Μίκι Μάους κατάφερε να κλειδώσει όλα τα πνευματικά έργα της περιόδου. Κι όλα αυτά υποτίθεται για την προστασία των δημιουργών, άσχετα αν οι τελευταίοι είναι εδώ και δεκαετίες νεκροί.
Η επιχείρηση κλοπής της δημόσιας περιουσίας φυσικά δεν μπορούσε να μείνει στη μία πλευρά του Ατλαντικού. Αυτή την περίοδο γίνονται επιθέσεις σε πολλά μέτωπα στην Ευρώπη. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υπερψήφισε πρόταση επέκτασης των «δικαιωμάτων» φωνογραφημάτων από τα 50 στα 70 έτη. Είναι μια υπόθεση που αγγίζει τα όρια της θεσμικής διαφθοράς σε επίπεδο Ε. Ε. αφού έγινε με μοναδικό στόχο την «προστασία» των πρώτων ηχογραφήσεων των Beatles· αυτές ξεκινούν από το 1961 και με τον προηγούμενο νόμο τέλειωναν το 2011. Οι παράπλευρες απώλειες, όμως, είναι τρομακτικές: δίπλα στους Beatles, που ακόμη πωλούν, κλειδώνουν χιλιάδες ξεχασμένες ηχογραφήσεις οι οποίες θα μπορούσαν να υπάρχουν σε βιβλιοθήκες, να χρησιμοποιούνται από ερευνητές, ακόμη και από παιδιά που ανασυνθέτουν μουσικές.
Η δεύτερη επίθεση γίνεται στο Pirate Bay, έναν δικτυακό τόπο ανταλλαγής αρχείων μεταξύ των χρηστών. Με τη «δικαιολογημένη χρήση», που προβλέπει το πνεύμα και το γράμμα των νομοθετημάτων περί πνευματικής ιδιοκτησίας, οποιοσδήποτε μπορούσε να χαρίσει ή/και να ανταλλάξει τα έργα που κατείχε. Αυτό σήμερα λέγεται peer to peer ανταλλαγή και οι υπολογιστές του Pirate Bay λειτουργούν σαν ένας μεγάλος κατάλογος. Το σουηδικό αυτό site δεν έχει τα πνευματικά έργα (αυτά βρίσκονται στους υπολογιστές των χρηστών), απλώς λειτουργεί σαν μια μεγάλη αγορά (χωρίς οικονομικές επιβαρύνσεις): οι κάτοχοι καταθέτουν τι είναι διαθέσιμοι να δώσουν και βρίσκουν σε ποιους υπολογιστές χρηστών βρίσκονται τα έργα που θέλουν. Στην ουσία, δηλαδή, το Pirate Bay λειτουργεί σαν μια ηλεκτρονική εφημερίδα αγγελιών, αλλά έπειτα από πιέσεις (ακόμη και διπλωματικές!) των Αμερικανών, η διαδικασία αυτή ποινικοποιήθηκε! Με πρωτόδικη απόφαση, τα σουηδικά δικαστήρια καταδίκασαν τους ιδιοκτήτες αυτής της ηλεκτρονικής εφημερίδας αγγελιών σε φυλάκιση ενός χρόνου και πρόστιμο 3,5 εκατ. ευρώ! Η μάχη συνεχίζεται…
Ιnfo
– Lawrence Lessig, «Free Culture: How Big Media Uses Technology and The Law to Lock Down Culture and Control Creativity», εκδ. Penguin (διατίθεται και δωρεάν από το www. lessig. org).
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 3.5.2009