Φτάνουμε στο εξής παράδοξο: να υβρίζουν οι πολιτικοί τις εφημερίδες -καλυπτόμενοι από την βουλευτική ασυλία- και να μην μπορούν να απαντήσουν οι δημοσιογράφοι.
Πριν βγει το πόρισμα για την υπόθεση του γαμβρού του κ. Θεοδώρου ουδείς δικαιούται (νομικώς) να πιθανολογήσει το παραμικρό. Ούτε τι ρόλο έπαιζε ο «εξ αγχιστείας συγγενής» και ειδικός συνεργάτης του πρώην υφυπουργού Ανάπτυξης, ούτε για που και για ποιόν προοριζόταν τα χρήματα που κατέθετε μέσω ΑΤΜs, ούτε ποιοι άλλοι μπορεί να είναι μπλεγμένοι στην ιστορία. Απολύτως τίποτε. Μπορούμε απλώς να ευχηθούμε τα τυπικά, ότι η «δικαιοσύνη θα πράξει στο ακέραιο το καθήκον της», ότι «θα χυθεί άπλετο φως» και άλλες βαρύγδουπες τιποτολογίες.
Κι αυτό γιατί το θεσμικό πλαίσιο που αυτή η κυβέρνηση πρότεινε και ψηφίστηκε κρέμεται ως δαμόκλειος σπάθη επί της κεφαλής κάθε δημοσιογράφου που θα προσπαθήσει να θέσει ένα ερώτημα παραπέρα από τις γενικολογίες. Φρόντισε γι’ αυτό ο κ. Βενιζέλος και το χαίρονται όλοι οι πολιτικοί, του κ. Θεοδώρου συμπεριλαμβανομένου. Διότι με το υπάρχον νομικό πλαίσιο ακόμη κι αλήθειες αν γράψει κανείς μπορεί να βρεθεί σε ένα δικαστικό κυκεώνα αγωγών άνευ προηγουμένου. Ο Τύπος είναι φιμωμένος στη χώρα και το χειρότερο: ουδείς ανησυχεί γι’ αυτό. Όλοι ανησυχούν για τις υπερβολές των ΜΜΕ, οι οποίες είναι υπαρκτές μεν, αλλά αντιμετωπίζονται πολιτικά και δεν χρειάζεται το τόσο αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο.
Έτσι λοιπόν φτάνουμε στο εξής παράδοξο: να υβρίζουν οι πολιτικοί τις εφημερίδες -καλυπτόμενοι από την βουλευτική ασυλία- και να μην μπορούν να απαντήσουν οι δημοσιογράφοι. Όπως έγινε -κακή ώρα- με τον κ. Θεοδώρου ο οποίος δήλωσε «ότι η Νέα Δημοκρατία συνεχίζει μέσω του προσφιλούς (sic) σε αυτή Τύπου την επιχείρηση λασπολογίας» (ήμαρτον κ. Βενιζέλο για το «sic». Μου ξέφυγε…). Ή «Αρνούμαι να θέσω την πολιτική πορεία μου σε ομηρία μεθοδευμένων δημοσιευμάτων … που στόχο έχουν την σπίλωσή μου και εντάσσονται στην προσπάθεια απαξίωσης της πολιτικής και των πολιτικών».
Μιας, λοιπόν, και δεν μπορούμε να ασχοληθούμε με το πόρισμα καθ’ αυτό ας ασχοληθούμε με το ήθος του «λαϊκού ΠΑΣΟΚ», εκπρόσωπο του οποίου έχρισε εαυτόν ο κ. Θεοδώρου. Ας ξεχάσουμε (ελέω Βενιζέλου) εντελώς το επίμαχο πόρισμα. Ας ασχοληθούμε με τα αποδειχθέντα, αλλά τεράστιας σημασίας θέματα. Τι σόι «ήθος» είναι αυτό που έχει το λαϊκό ΠΑΣΟΚ όταν άμα τη αναλήψει των καθηκόντων του ο κ. Θεοδώρου διόρισε ως ειδικούς συμβούλους, όχι μόνο τον γαμβρό του, αλλά και την γυναίκα του (!) και την αδελφή της γυναίκας του και το μισό του σόι στο υπουργείο; Πόσο μακριά πάει αυτό το νεποτιστικό ήθος του «λαϊκού ΠΑΣΟΚ» όταν η πρώτη δουλειά ενός υπουργού είναι ο διορισμός των συγγενών στο υπουργείο;
Υ.Γ.: Έκαναν πραγματικά αλγεινή εντύπωση οι (κατά πως μεταδίδουν τα διεθνή ειδησεογραφικά δίκτυα) Ιρακινοί δημοσιογράφοι που πανηγύριζαν στη συνέντευξη Τύπου για τη σύλληψη του Σαντάμ. Το ελληνικό αντι-ιμπεριαλιστικό μέτωπο, όμως, έβγαλε γενικότερα συμπεράσματα από αυτό το δεοντολογικό αμάρτημα, συμπεράσματα που αφορούν την αξιοπιστία των διεθνών ΜΜΕ γενικώς, άσχετα αν δεν είναι ξεκάθαρο ποιοι πανηγύρισαν. Ο Β(αγγέλης) ΔΕΛ(ηπέτρος) της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία» προχωρά ένα βήμα παραπέρα. «Να δούμε», έγραψε χθες, «τι θα πουν τώρα διάφοροι “κοσμοπολίτες” δεοντολόγοι, που δεν χάνουν ευκαιρία να εγκαλέσουν τους Έλληνες δημοσιογράφους και τις δημοσιογραφικές τους ενώσεις. Θα επικρίνουν τους πέραν του Ατλαντικού συναδέλφους τους ή θα το κάνουν γαργάρα;» Έχει απόλυτο δίκιο. Όταν οι πανηγυρίσαντες δημοσιογράφοι (Δυτικοί ή Ιρακινοί- δεν έχει σημασία) μάθουν ελληνικά πρέπει να τους γράψουμε ένα άρθρο, που θα είναι όλο δικό τους.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 16.12.2003