Γιατί «η ΝΔ απογοητεύει, το ΠΑΣΟΚ χάνει, η Αριστερά δεν κερδίζει»;
«Η ΝΔ απογοητεύει, το ΠΑΣΟΚ χάνει, η Αριστερά δεν κερδίζει», είναι ο τίτλος άρθρου που δημοσιεύτηκε προχθές στην εφημερίδα «Εποχή». Το άρθρο του κ. Μάκη Μπαλαούρα αποτυπώνει τεκμηριωμένα τις τάσεις στο εκλογικό σώμα, τάσεις που ο κ. Ι. Πρετεντέρης στο Κυριακάτικο «Βήμα» κωδικοποιούσε με τον όρο «πολιτικό παράδοξο».
Το πολιτικό αυτό παράδοξο μπορεί να αποκτήσει μόνιμο χαρακτήρα. Και μπορεί να αποκτήσει για συγκεκριμένους κοινωνικούς λόγους. Κατ’ αρχήν ζούμε σε μια χώρα, στην οποία οι πλειονότητα των πολιτών της πιστεύει ότι το κράτος είναι ένας μηχανισμός που αφενός μοιράζει λεφτά και θέσεις εργασίας και αφετέρου μπορεί να λύσει ως δια μαγείας όλα τα προβλήματα. Η ρητορική κυρίως των Μέσων, αλλά και των πολιτικών, έχουν δημιουργήσει πολίτες τους οποίους θα ονομάζαμε «homo kraticus». Πιστεύουν ότι το κράτος οφείλει να τα προσφέρει όλα.
Αυτή η αντίληψη συνετέλεσε τα μάλλα στην κυριαρχία του δικομματισμού τα τελευταία χρόνια. Πως αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί ότι και στα δύο μεγάλα κόμματα συμβιώνουν οπαδοί και του φιλελευθερισμού και της κρατικής παρέμβασης. Οπαδοί και της σκληρής πολιτικής στα εθνικά θέματα και της διαλλακτικότητας. Οπαδοί της ανοχής στα διάφορα κοινωνικά θέματα και της δυσανεξίας. Η υπόσχεση του κράτους επάθλου υπήρξε το καλύτερο συγκολλητικό για εντελώς ετερόκλητες απόψεις μέσα στα δύο κόμματα εξουσίας.
Το πρόβλημα όμως τώρα είναι πως το κράτος έχει μπουκώσει. Δεν μπορεί ούτε να υποσχεθεί, ούτε να δώσει άλλα. Η διόγκωσή του δημιουργεί περισσότερα προβλήματα απ’ όσα λύνει. Αυτό το έχουν κατανοήσει και ο πρωθυπουργός και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Το αποτέλεσμα είναι κατ’ αρχήν η δυσφορία εντός των δύο μεγάλων κομμάτων εξουσίας. Στη μεν ΝΔ δυσφορούν για τα «δικά μας παιδιά» στο δε ΠΑΣΟΚ γιατί η αντιπολίτευση δεν είναι αρκούντως μαχητική ώστε να αλώσουν ταχύτερα το κράτος. Δεν νοιάζονται για την προκοπή του τόπου, καίγονται για τη διαχείριση του γκουβέρνου. Εξ ου και η δυσφορία όποτε προκύπτει προς συζήτηση κάποιο ακανθώδες ζήτημα, όπως είναι το ασφαλιστικό. «Από τέτοιες φωνές χάθηκε η κυβέρνηση», είπε ο κ. Πολυζωγόπουλος ορίζοντας την ιεραρχία των θεμάτων στην πολιτική ατζέντα. Πρώτα η διακυβέρνηση και μετά τα προβλήματα.
Μπορεί όμως πολλά πολιτικά στελέχη να έχουν κατανοήσει ότι το πάρτι εξόδοις του Δημοσίου έχει τελειώσει, δεν θέλουν όμως να το εκστομίσουν. Φοβούνται το πολιτικό κόστος, σε μια κοινωνία που έμαθε ότι πολιτικός είναι κάποιος που βάζει το χέρι στο κοινό ταμείο και σκορπά χρήματα. Έτσι όμως διαιωνίζεται η αντίληψη ότι «το κράτος μπορεί» και προστίθεται το συνομωσιολογικό, «οι πολιτικοί δεν θέλουν», ή «οι πολιτικοί εξυπηρετούν άλλα συμφέροντα».
Αυτό όμως το συνονθύλευμα αστήρικτων απόψεων μαζί με τη συνομωσιολογία είναι το καλύτερο έδαφος για την ανάπτυξη ακροδεξιού ή ακροαριστερού λαϊκισμού. Και αυτό είναι κάτι που πρέπει να το βάλουμε στην πολιτική μας ανάλυση.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Αγγελιοφόρος» στις 7.12.2004