Η Ν.Δ. όχι μόνο δεν βρήκε τη λύση για τη διαφθορά. Δεν κατάλαβε καν το πρόβλημα.
Τελικά δεν ξέρουμε τι είναι χειρότερο: η εντύπωση που προσπαθεί να περάσει η κυβέρνηση ότι «τίποτε δεν έγινε» ή η βεβαιότητα του κόσμου ότι «τίποτε δεν πρόκειται να γίνει» και ότι «ένα ακόμη σκάνδαλο θα κουκουλωθεί»; Οι απόπειρες αυτοκτονίας, τα χαμένα DVD, η εμπλοκή του Μεγάρου Μαξίμου, τα «δημοσιογραφικά» απόρρητα κ.λπ. φτιάχνουν εξαιρετικά νοσηρό κλίμα και ουδείς μπορεί να ξεκαθαρίσει την είδηση από το κουτσομπολιό.
Το αποτέλεσμα είναι να αφήνεται άπλετος χώρος για διαστρέβλωση της υπόθεσης. Οταν τα ερωτήματα είναι πολλά και οι απαντήσεις λίγες η φαντασία αναπληρώνει το κενό. Ολοι είναι βέβαιοι ότι η υπόθεση κουκουλώνεται χωρίς όμως κανείς να γνωρίζει ποια ακριβώς είναι η υπόθεση. Είναι οι αποχαρακτηρισμοί αρχαιολογικών χώρων; Είναι η διαχείριση των εκατομμυρίων του Γ΄ ΚΠΣ; Είναι οι παράπλευρες του ΑΣΕΠ προσλήψεις ή απλώς πρόκειται περί μιας ακραίας ερωτικής ιστορίας που κατέληξε σε εκβιασμό;
Το πιθανότερο είναι να υπάρχουν όλα μαζί. Κακά τα ψέματα: για τις χρηματοδοτήσεις στον πολιτισμό και για τους αποχαρακτηρισμούς αρχαιολογικών χώρων δεν υπάρχουν αντικειμενικά κριτήρια. Κάθε απόφαση είναι αμφιλεγόμενη. Ακόμη και αν δεν υπήρξαν συναλλαγές κάτω από το τραπέζι, η διαχείριση τόσης εξουσίας άφησε πολλές σκιές – ειδικά όταν αυτός που μοιράζει τόσα εκατομμύρια δεν έχει τις γνώσεις ή δεν απολαμβάνει το κύρος στον πολιτιστικό χώρο που νομιμοποιεί τις αποφάσεις.
Το πολιτικό ζήτημα, λοιπόν, που προκύπτει από την υπόθεση Ζαχόπουλου είναι οι μηχανισμοί διαχείρισης της εξουσίας. Θα ήταν διαφορετικά αν οι εξ αντικειμένου αμφιλεγόμενες χρηματοδοτήσεις στον πολιτισμό δεν ήταν υπόθεση ενός άνδρα και διαφορετικά αν οι αποφάσεις αποκεντρώνονταν έχοντας ουσιαστικό λόγο οι μαζικοί φορείς καλλιτεχνών και δημιουργών. Ουδείς θα μπορούσε να προσάψει κάτι στην πολιτική εξουσία και φυσικά ουδείς μπορούσε να την εκβιάσει. Αυτό πιθανώς θα δημιουργούσε καθυστερήσεις και έριδες στον κόσμο του πολιτισμού, αλλά θα θωράκιζε την πολιτική εξουσία από τις βολές για αθέμιτες συναλλαγές ή έστω φαβοριτισμό. Οπως ακριβώς έγινε με το ΑΣΕΠ: όσο δεν ανακατευόταν η πολιτική εξουσία διά συνεντεύξεων δεν υπήρχαν δυσαρέσκειες σαν αυτές που διατύπωσε στην απολογία της η 35χρονη κατηγορούμενη. Πιθανώς να μην υπήρχε και η υπόθεση Ζαχόπουλου. Κυρίως δεν θα υπήρχαν όλες αυτές οι σκιές στο πολιτικό σύστημα, η διάχυτη αίσθηση ότι κάτι έγινε το οποίο -φυσικά- θα κουκουλωθεί.
Είναι σίγουρο ότι ο πρωθυπουργός επέλεξε τον κ. Ζαχόπουλο να διαχειριστεί σχεδόν εν λευκώ το ακανθώδες τοπίο του πολιτισμού, επειδή ακριβώς τον αξιολόγησε ως «σεμνό και καθαρό». Ο πρώην γ.γ. του ΥΠΠΟ είναι Θεσσαλονικιός -δηλαδή άνθρωπος εκτός των αθηναϊκών κυκλωμάτων- είχε ελάχιστη σχέση με την πολιτική και τον πολιτισμό. Με άλλα λόγια ήταν ο «κατάλληλος τίμιος» για τη «βρώμικη θέση».
Η εξέλιξη της υπόθεσης αποδεικνύει τη φτώχεια του σχεδίου που είχε η Ν.Δ. γα το κράτος, ότι δηλαδή αρκεί η αντικατάσταση των «βρώμικων» από τους «τίμιους», των «ανήθικων» από τους «ηθικούς». Αποδείχθηκε ότι το πρόβλημα δεν εδράζεται στα πρόσωπα, αλλά στον δαιδαλώδη και αχανή κρατικό μηχανισμό. Οσο η κυβέρνηση δεν το κατανοεί αυτό θα οδεύει από Βατερλό σε Βατερλό…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 10.1.2008