Κοινωνική πολιτική πρέπει να ασκείται από αυτούς που πληρώνονται γι’ αυτό. Οι υπόλοιποι πρέπει απλώς να κάνουν την δουλειά τους.
Kαλά και άγια ήταν, αν και χιλιοειπωμένα, όλα αυτά που ακούστηκαν για την προστασία του περιβάλλοντος στη σχετική ημερίδα που πραγματοποίησε την Τετάρτη η «Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος». Και η κωδικοποίηση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας χρειάζεται και το Εθνικό Χωροταξικό Σχέδιο και το κτηματολόγιο και το δασολόγιο πρέπει να συνταχθούν και φυσικά οι κατεδαφίσεις αυθαιρέτων να προχωρήσουν. Κυρίως όμως χρειάζεται η κατεδάφιση μιας λογικής που δικαιολογεί τα πάντα για λόγους «κοινωνικής ευαισθησίας».
Η λογική αυτή (έφτασε στο απόγειό της με την αλήστου μνήμης πρόταση να φτιαχτεί ένα «άγαλμα στον αυθαίρετο οικιστή» που στέγασε τους μη προνομιούχους) είναι κατ’ αρχήν εμφανής στα κανάλια, οποτεδήποτε επιχειρούνται κατεδαφίσεις αυθαιρέτων. Γοερές ήταν οι κραυγές εκείνων που έχτιζαν παρανόμως για «να έχει η (πάντα με πολλές ανάγκες) οικογένεια ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους» και εξίσου γοερή η συμπαράσταση των τηλεαστέρων.
Αυτή η αποκαλούμενη «κοινωνική ευαισθησία» χρησιμοποιήθηκε πολλάκις και από τις εκάστοτε κυβερνήσεις για να νομιμοποιηθούν γενιές και γενιές αυθαιρέτων. Και όχι μόνο. Αυτή η «κοινωνική ευαισθησία» είναι κοινή συνιστώσα κάθε απόφασης, κάθε υπουργού που θέλει να παίξει στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.
Δυστυχώς, στην Ελλάδα όλοι θεωρούν ότι πρέπει να κάνουν πρώτα κοινωνική πολιτική και μετά τη δουλειά τους. Ακόμη και οι δημοσιογράφοι: Αυτοί δεν θεωρούν πρώτιστο καθήκον να ενημερώσουν τον κόσμο, αλλά νιώθουν ότι οφείλουν να κλάψουν γι’ αυτόν. Η ΔΕΗ δεν παράγει και πουλάει ρεύμα, όπως κάνουν όλες οι ηλεκτροπαραγωγές επιχειρήσεις του κόσμου, αλλά ασκεί διά των λογαριασμών μέρος της κοινωνικής πολιτικής. Η «Ολυμπιακή» ασκεί και εθνική και κοινωνική πολιτική. Από την εποχή του Μένιου Κουτσόγιωργα που έκανε προσλήψεις στο Δημόσιο με «κοινωνικά κριτήρια» (με αποτέλεσμα να γεμίσουν οι υπηρεσίες με μεσήλικες κυρίες που δεν μπορούσαν να κάνουν το παραμικρό), μέχρι σήμερα που τα ΑΕΙ μετεγγράφουν φοιτητές με «κοινωνικά κριτήρια», το αποτέλεσμα είναι ένα: η αποτελεσματικότητα του συστήματος της δημόσιας διοίκησης, της δημόσιας Παιδείας κ.λπ. δεν μετριέται και συνεπώς διαβρώνεται. Ενα σύστημα που δεν αποτυπώνει σαφείς και διακριτούς στόχους, δεν αξιολογείται και κατά συνέπεια δεν βελτιώνεται.
Να μην παρεξηγηθούμε: υπάρχουν πολλά κοινωνικά προβλήματα, στα οποία το κράτος πρέπει να σκύψει. Αυτό όμως πρέπει να γίνεται συντεταγμένα από τους αρμόδιους κρατικούς φορείς. Εχουμε κοτζάμ υπουργείο Πρόνοιας (με χιλιάδες υπαλλήλους και δεκάδες οργανισμούς) που έχει φτιαχτεί ειδικά γι’ αυτή τη δουλειά. Οταν η άσκηση της κοινωνικής πολιτικής διαχέεται στη ΔΕΗ, στον ΟΤΕ, στο ΥΠΕΧΩΔΕ, στο υπουργείο Παιδείας ?και κάθε άλλο οργανισμό που βρίσκουμε εύκαιρο? τότε πρέπει να είμαστε σίγουροι ότι ούτε αποτελεσματική κοινωνική πολιτική θα έχουμε, αλλά και ότι υπό το πρόσχημα της «ευαισθησίας» θα κρύβονται μύριες ανεπάρκειες και σκοπιμότητες. Για παράδειγμα: δεν γνωρίζουμε σε τι ποσοστό συμβάλλει στα κακά οικονομικά αποτελέσματα της ΔΕΗ η κοινωνική πολιτική με το φθηνό ρεύμα και πόσο οφείλεται σε δομικές ανεπάρκειες του οργανισμού. Ποτέ δεν θα είμαστε σίγουροι ότι το ΥΠΕΧΩΔΕ νομιμοποιεί τα αυθαίρετα για λόγους «κοινωνικούς» ή απλώς ψηφοθηρικούς.
Πρέπει να ξεχωρίσουμε τις αρμοδιότητες. Να ασκείται κοινωνική πολιτική από αυτούς που πληρώνονται να την ασκούν (και για να κριθούν πόσο αποτελεσματικοί είναι στο συγκεκριμένο έργο) και οι υπόλοιποι πρέπει απλώς να κάνουν τη δουλειά τους. Είτε αυτή αφορά την παραγωγή ρεύματος είτε την εκπαίδευση είτε την προστασία του περιβάλλοντος…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 9.12.2006