Όταν τα αυτονόητα είναι υπό αίρεση, επόμενο είναι να διαιωνίζεται ο διάλογος επί παντός.
Ενα από τα βασικά προβλήματα της χώρας είναι η αίρεση του αυτονόητου. Σε όλο τον κόσμο, η κυβέρνηση κυβερνά, η αντιπολίτευση αντιπολιτεύεται, η Βουλή διαλέγεται και οι υπουργοί υλοποιούν το πρόγραμμα της κυβέρνησης.
Στην Ελλάδα η κυβέρνηση έχει καιρό να κυβερνήσει. Γι’ αυτό και διαλέγεται. Είχαμε ένα κύκλο συζητήσεων για την Παιδεία πριν από τέσσερα χρόνια, και τώρα ξανάνοιξε ένας νέος από μηδενική βάση. Το αγροτικό πρόβλημα σέρνεται από μπλόκα σε μπλόκα και η υπόσχεση είναι ότι «θα το κουβεντιάσουμε». Ακόμη και πράγματα που νομοθέτησε αυτή η κυβέρνηση αποτελούν θέμα διαλόγου. Ο νόμος π.χ. της κ. Γιαννάκου για το άσυλο δεν εφαρμόζεται, επειδή αντιδρά η ήσσων αντιπολίτευση. Και δώστου κουβέντα και εκκλήσεις για συναίνεση (επί του ψηφισθέντος νόμου!), αλλά εν τω μεταξύ τα πανεπιστήμια καταστρέφονται.
Από την άλλη, επειδή η κυβέρνηση δεν κυβερνά, επιθυμούμε να μην αντιπολιτεύεται και η αντιπολίτευση. Θέλουμε να συναινεί. Η συναίνεση είναι η καινούργια καραμέλα του δημόσιου διαλόγου και την ζητάμε παντού: από την παιδεία, μέχρι το αγροτικό και από την εξωτερική πολιτική μέχρι τις συνενώσεις των δήμων (που δεν έγιναν). Λησμονούμε ότι η ουσία της δημοκρατίας είναι η θέση συν την αντίθεση για να προκύψει η σύνθεση. Οπως ξεχνάμε ότι η κυβέρνηση έχει λαϊκή εντολή, όχι να επιτύχει το 100% της συναίνεσης, αλλά να κυβερνήσει έτσι ξεχνάμε και το γεγονός ότι η αντιπολίτευση δεν έχει λαϊκή εντολή να κυβερνήσει, αλλά να προβάλει αντιρρήσεις στα πεπραγμένα της κυβέρνησης. Αχαρη δουλειά, αλλά έτσι λειτουργεί η δημοκρατία και γι’ αυτό φέρνει τα καλύτερα αποτελέσματα.
Στη Βουλή πάλι, όπου πρέπει να γίνεται ο διάλογος, απλώς ψηφίζονται νομοσχέδια. Δεν ελέγχονται οι διατάξεις που κατατίθενται, δεν συζητούνται ούτε καν οι βραχυχρόνιες επιπτώσεις τους. Το προσβλητικό (όχι μόνο για τους βουλευτές, αλλά και γι’ αυτούς που τους εκλέγουν) «μαντρί» λειτουργεί σχεδόν αδιαταράκτως. Ετσι έχουμε νομοσχέδια που ψηφίζονται εν χορδαίς και οργάνοις για να διαπιστώσουμε ότι κατά την εφαρμογή τους πάσχουν. Η ίδια η κοινοβουλευτική πλειοψηφία που ύστερα από μεγάλη συζήτηση ψήφισε τη «μεταρρύθμιση» για την Παιδεία, τώρα χειροκροτεί τον διάλογο από μηδενική βάση. Αν πρέπει να είναι μηδενική η βάση, τότε τι στην ευχή ψήφισε πριν από τέσσερα χρόνια;
Το πρόβλημα στο πολιτικό σύστημα είναι δομικό, απλώς τώρα φαίνονται πολύ πιο καθαρά οι αδυναμίες του. Οι δημοκρατίες λειτουργούν καλά όταν οι εξουσίες είναι ανεξάρτητες – όταν λειτουργούν εν πολλοίς αυτόνομα συμπληρώνοντας κι ελέγχοντας η μία την άλλη. Στην Ελλάδα έχουμε ένα πρωθυπουργικο-μοναρχικό σύστημα. Ο πρωθυπουργός είναι ο «τσομπάνης» στο μεγαλύτερο «μαντρί» της Βουλής, η κυβέρνησή του διορίζει την ηγεσία της δικαιοσύνης (η οποία με τη σειρά της πλέον διορίζει και τους προϊστάμενους όλων των δικαστηρίων), το μεγάλο κράτος ελέγχει την οικονομική ζωή αλλά και σε μεγάλο βαθμό την ενημέρωση. Εχουμε φτιάξει δηλαδή ένα σύστημα χωρίς αυτονομία στα υποσυστήματά του, το οποίο μάλιστα έχει (όπως θα έλεγε ο Αριστοτέλης) ένα «πρώτο κινούν» στην καρδιά του. Οταν, λοιπόν, αυτό το «πρώτο κινούν» μένει ακίνητο, τα πάντα τελματώνουν και η κοινωνία πνίγεται στη σύγχυση.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 1.2.2009