Στην Ελλάδα όλη η ηθική είναι γκρίζα περιοχή. Δεν είναι η πράξη ή το αποτέλεσμα κάποιας πράξης που μετρά, αλλά ποιος το κάνει.
Η ηθική τοις πράγμασι έχει γκρίζες περιοχές. Ακόμη και όταν υπάρχουν ρητά και κατηγορηματικά προτάγματα, όπως υπάρχουν στις «Δέκα Εντολές» της Παλαιάς Διαθήκης. Στην εβραϊκή παράδοση (που μέρος της έγινε και χριστιανική) υπάρχει το «Ου φονεύσεις», αλλά υπάρχει και το «οφθαλμός αντί οφθαλμού», που μπορεί να δικαιολογήσει τη βεντέτα. Στη χριστιανική Δύση υπάρχει η ρητή καταδίκη της κλοπής, αλλά υπάρχουν και οι θρύλοι του «Ρομπέν των Δασών», όπως και ο Γιάννης Αγιάννης του Βίκτορος Ουγκώ.
Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, ηθική είναι πολύ ρευστή και πολύ σχετιστικιστική (για να θυμηθούμε και την πρόσφατη καταδίκη του νέου Πάπα στο Σχετικισμό) για να στηρίξει πολιτικές πρακτικές.
Ειδικά στην πολιτική, όπου πολλά κρίνονται από το ισοζύγιο ισχύος πολιτικών και κομμάτων, η ηθική γίνεται λάστιχο. Η ηθική, πολλές φορές, διαμορφώνεται και επικοινωνιακά: Ο κ. Μπαρόζο έχει πρόβλημα διότι πέρασε ένα τριήμερο στο κότερο του συμφοιτητή του κ. Σπύρου Λάτση, κάτι που συνέβη και με υπουργούς του ΠΑΣΟΚ, παλαιότερα. Τα κότερα των πλουσίων είναι εξ ορισμού «red light district» και οι πολιτικοί γενικώς, πρέπει να αποφεύγουν να συγχρωτίζονται με ανθρώπους, οι οποίοι έχουν από ένα επίπεδο εισοδήματος και άνω (σ.σ.: Ενα εκπληκτικό σχόλιο για το πώς τα ΜΜΕ διαμορφώνουν την κοινωνική ηθική είναι η ταινία του Στίβεν Φρίαρς «Ήρωας», με τους Ντάστιν Χόφμαν και Άντι Γκαρσία)
Στην Ελλάδα, δυστυχώς, δεν έχουμε μόνο τις εκ των πραγμάτων γκρίζες περιοχές της ηθικής. Εδώ, αντιθέτως, με τον υπόλοιπο κόσμο όλη η ηθική είναι γκρίζα περιοχή. Αυτό πιθανώς να έχει να κάνει με το γεγονός ότι ποτέ δεν αποβάλλαμε εξ ολοκλήρου την ηθική του Ανατολίτη ραγιά, ενώ παράλληλα εντάξαμε και στοιχεία προτεσταντικής ηθικής στην κοινωνία.
Μερικά παραδείγματα: Ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων ομνύει στην οικογένεια, οι περισσότεροι θαύμασαν τον Ανδρέα Παπανδρέου όταν παρουσίασε στον ελληνικό λαό την ερωμένη του με το χαρακτηριστικό νεύμα στο αεροπλάνο. Ενώ εξεγερθήκαμε πλειστάκις κατά των επιχειρήσεων που ήθελαν να χτίσουν ξενοδοχειακές μονάδες σε παραλίες, κλείσαμε τα μάτια (και παρ’ ολίγον να τους τιμούσαμε με άγαλμα) στους χιλιάδες αυθαιρετούχους που σαν σαράκι κατέφαγαν το υπέροχο ελληνικό τοπίο. Ενώ θεωρούμε αισχρού είδους κλοπή τις φοροαπαλλαγές στις επιχειρήσεις, ποτέ δεν διαμαρτυρηθήκαμε για το γεγονός ότι στην ταβέρνα ή το μεσαίο κατάστημα πληρώσαμε και δεν μας έδωσαν απόδειξη. Ενώ προστατεύουμε με αγώνες το δημόσιο χαρακτήρα δεκάδων εταιρειών και δραστηριοτήτων που ανήκουν στον ιδιωτικό τομέα, έχουμε αφήσει όλους τους δημόσιους χώρους να καταπατηθούν. Επισκεφθείτε το Κολωνάκι: Ολοι οι πέριξ της πλατείας ανοιχτοί χώροι έχουν χτισθεί, έχουν γίνει προέκταση των café, κάτι που γίνεται καθεστώς σε όλους τους πεζόδρομους της χώρας. Το πρόβλημα δεν είναι ότι καταπατώνται οι δημόσιοι χώροι. Είναι πως η κοινωνική αντίδραση στις καταπατήσεις αυτές είναι μηδαμινή.
Στην Ελλάδα υπάρχει ηθική πολλών ταχυτήτων. Δεν είναι η πράξη ή το αποτέλεσμα κάποιας πράξης που μετρά, αλλά ποιος το κάνει. Αν είναι μεγάλη επιχείρηση είναι ανήθικο. Αν είναι μικρή… «Ε, τι να κάνει κι αυτός; Κάπως πρέπει να βολευτεί»…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 29.4.2005