Τα ίδια με την κ. Μπαζιάνα λέει και η ΛΑΕ, αλλά κανείς δεν ζήτησε συνέντευξη από τη σύζυγο του κ. Παναγιώτη Λαφαζάνη.
Δεν μας διαφώτισε ιδιαίτερα η Γενική Γραμματεία Ισότητας των Φύλων για τη «μεγάλη μερίδα σχολίων σχετικά με την πρόσφατη συνέντευξη της Μπέττυς Μπαζιάνα, τόσο από άνδρες όσο και από γυναίκες, που θίγονται από το θράσος της να μιλήσει για τις πολιτικές εξελίξεις, έτσι όπως τις βίωσε από μέσα, με βάση τη δική της οπτική και τις αξίες της» (9.1.2018). Η ανακοίνωση στηλιτεύει κάποιους και κάποιες επειδή ζήτησαν από την σύζυγο του πρωθυπουργού να σιωπά, αλλά δεν αναφέρει σχετικά παραδείγματα για να κρίνουμε το βάσιμο των ισχυρισμών. Ισως να υπήρξαν αναφορές στα κοινωνικά δίκτυα. Αλλά πάλι εκεί μπορεί να βρει κάποιος τα πάντα και φυσικά άφθονο καθημερινό σεξισμό, για τον οποίο η κρατική γραμματεία δεν εκδίδει ανακοινώσεις.
Η ίδια ανακοίνωση σαρκάζει ότι αν δώσει συνέντευξη μια γυναίκα «οφείλει να δέχεται το σεξισμό που της αναλογεί (…) με αίτημα την επιστροφή της στη γωνία της, αυτή της πρωθυπουργικής οικίας και στις αρμοδιότητές της, αυτές της εμφάνισής της σε περιοδικά life style, των δηλώσεών της για τα έπιπλα που επέλεξε για το καθιστικό, για το φαγητό που προτιμάει ο Πρωθυπουργός και για το πού ψωνίζει τα ρούχα της».
Βεβαίως –για να πούμε τη μαύρη αλήθεια–, αν η κ. Μπαζιάνα μιλούσε για αυτά, κάτι περισσότερο θα μαθαίναμε. Ποταπό μεν για τα μέτρα της ηθικολογικής Αριστεράς, αλλά θα ήταν κάτι καινούργιο. Αντ’ αυτών διαβάσαμε ένα κατεβατό για «μια τιμωρητική, φασιστική μπότα [των δανειστών] που προσπαθούσε να σου λιώσει το κεφάλι, να σε πατήσει κάτω επειδή τόλμησες να ξεστομίσεις “δεν αντέχω άλλο”… Λες και δεν είχες δικαίωμα να αντιστέκεσαι». Τα ίδια λέει και η ΛΑΕ, αλλά κανείς δεν ζήτησε συνέντευξη από τη σύζυγο του κ. Παναγιώτη Λαφαζάνη.
«Μέχρι ο γυναικείος λόγος να μπορεί να αρθρωθεί δημόσια και να αντιμετωπιστεί στη βάση των θέσεων που εκφράζει και όχι του φύλου του, η γυναίκα του Πρωθυπουργού, η γυναίκα της διπλανής πόρτας, η κάθε γυναίκα, οφείλει να συνεχίσει να μιλά», καταλήγει η ανακοίνωση της Γραμματείας, αλλά δεν στηλιτεύει το γεγονός της «σεξιστικής επιλογής», δηλαδή ότι ζητήθηκε συνέντευξη από τη σύζυγο του πρωθυπουργού και όχι από τη γυναίκα της διπλανής πόρτας. Δεν φαντάζεται κάποιος ότι μια εφημερίδα θα έδινε τέσσερις σελίδες για αριστερές κοινοτοπίες σε κάποια ανώνυμη. Ακόμη και οι συνεντεύξεις όσων κατέκτησαν Νομπέλ σπανίως ξεπερνούν τη μία σελίδα.
Μην παρεξηγηθούμε: λογική και θεμιτή η απόφαση της εφημερίδας, όπως κι ευεξήγητος ο θόρυβος που δημιουργήθηκε. Απλώς επισημαίνουμε που μπορεί να οδηγήσει ο αντισεξιστικός οίστρος των φεμινιστριών. Επομένως όσοι/ες είπαν ότι «είναι καλύτερο η σύζυγος του πρωθυπουργού να σιωπά» είχαν τα ίδια κίνητρα με εκείνους που ζήτησαν από τη σύζυγο του πρωθυπουργού να μιλάει.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 11.1.2018