Η εκλογολογία μπορεί να αποδειχθεί μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία κι αυτό πιθανώς να μην είναι κακό για τις πολιτικές δυνάμεις, αλλά και για τον τόπο. Είναι δεδομένο ότι στην προεκλογική αναμπουμπούλα οι συντεχνίες και οι νταβατζήδες χαίρονται.
Οι τελευταίες κινήσεις της κυβέρνησης δείχνουν ότι ετοιμάζεται για εκλογές. Αυτό όμως δεν σημαίνει παράλληλα ότι θα τις κάνει. Απλώς κατ’ αρχήν θέλει να είναι έτοιμη δια παν ενδεχόμενο. Από την άλλη ενσπείρει πανικό στους αντιπάλους (πολιτικούς και μη) οι οποίοι επ’ ουδενί δεν θα ήθελαν να δουν μια τρίτη συνεχόμενη νίκη Καραμανλή. Όσοι ερωτούν λοιπόν στα σοβαρά αν θα γίνουν εκλογές τον Μάρτιο δεν πρέπει αν περιμένουν μια σοβαρή απάντηση. Η συγκυρία είναι τόσο ρευστή που κάθε πιθανολόγηση έχει ποσοστό επιτυχίας 50%. Αυτού του τύπου οι πιθανότητες είναι ευνοϊκές για τζόγο, αλλά επικίνδυνες για την σοβαρότητα της πολιτικής ανάλυσης.
Οι (πολύ) πρόωρες εκλογές είναι ένα καλό χαρτί για την Νέα Δημοκρατία, που χρησιμεύει κυρίως ως απειλή και δευτερευόντως ως πράξη. Δεδομένης της κατάστασης του ΠΑΣΟΚ σήμερα, η νίκη θα είναι εύκολη για τη Ν.Δ., μόνο που όταν ανοίξουν οι κάλπες κανείς δεν θα αγωνιά για το ποιος είναι πρώτος. Όλοι θα περιμένουν να δουν τη διαφορά με τον δεύτερο. Οτιδήποτε μικρότερο της διαφοράς του περασμένου Μαρτίου θα είναι πλήγμα για την κυβέρνηση. Και συνήθως μια κυβέρνηση πάντα χάνει κάτι κατά την άσκηση των καθηκόντων της. Κάθε επιλογή δημιουργεί περισσότερες δυσαρέσκειες από ευαρέσκειες, επειδή οι προσδοκίες που προηγούνται των επιλογών είναι de facto διογκωμένες. Για αν το κάνουμε πιο λιανά: για κάθε στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας που κατέλαβε μια θέση στον κρατικό μηχανισμό, αναλογούν τρεις ή τέσσερις, οι οποίοι δικαίως ή αδίκως θεωρούσαν εαυτούς καταλληλότερους για τη θέση. Αυτοί, φυσικά, δεν θα ψηφίσουν ΠΑΣΟΚ στις επόμενες εκλογές, αλλά δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα τρέξουν όπως έτρεξαν στις προηγούμενες.
Πρόβλημα με τις πρόωρες κάλπες θα έχει και ο κ. Γιώργος Παπανδρέου. Τρίτη συνεχόμενη εκλογική ήττα δεν είναι ότι καλύτερο για ένα νέο αρχηγό, ο οποίος μάλιστα δέχεται πολλές «συντροφικές επιθέσεις» επειδή δεν ασκεί μια λαϊκιστικού τύπου, ισοπεδωτική αντιπολίτευση. Το πόσο θα αμφισβητηθεί μετά την -κατά πως δείχνουν όλα- τρίτη ήττα, θα εξαρτηθεί από την διαφορά που θα φέρουν τα δύο κόμματα.
Αυτό σημαίνει ότι και για τους δύο αρχηγούς το εύρος του ρίσκου είναι 4,5 ποσοστιαίες μονάδες: η Ν.Δ. αποκτά πρόβλημα στην περιοχή 0,1%- 3 ή 3,5%, και ο κ. Παπανδρέου σε οτιδήποτε μεταξύ 3,5%-4,5%. (οι περιπτώσεις να κερδίσει το ΠΑΣΟΚ ή να χάσει με περισσότερο από 4,5% είναι μάλλον απίθανες). Αλλά ακόμη και να μείνει ακριβώς η ίδια διαφορά, οι έδρες του πρώτου κόμματος με το νέο εκλογικό νόμο θα είναι μειωμένες.
Λογικά, λοιπόν, και οι δύο αρχηγοί πρέπει να απεύχονται τις πρόωρες κάλπες και η επίκλησή τους μάλλον έχει να κάνει με την πολιτική τακτική. Το πρόβλημα όμως είναι ένα: Ασχέτως των προθέσεών τους, η δημιουργία αυτού του ημι-προεκλογικού κλίματος μπορεί να δημιουργήσει τη δυναμική ώστε το πολιτικό σύστημα να οδηγηθεί εκών-άκων στις εκλογές. Είναι δεδομένο ότι στην προεκλογική αναμπουμπούλα οι συντεχνίες και οι νταβατζήδες χαίρονται. Θεωρούν ότι η κυβέρνηση είναι δεκτική εκβιασμών. Μπορεί να μην ελπίζουν ότι θα εκβιάσουν τον ίδιο πρωθυπουργό, αλλά υπάρχουν εκατοντάδες στελέχη του κρατικού μηχανισμού που θα ενδώσουν. Είτε διότι φροντίζουν το προσωπικό πολιτικό τους μέλλον, είτε διότι έτσι πιστεύουν ότι θα προφυλάξουν την παράταξη από κακοτοπιές.
Η ικανοποίηση, όμως, αιτημάτων -ακόμη και νομίμων που δεν έχει έρθει ακόμη η ώρα τους- δημιουργεί επιπλέον πιέσεις στον έτσι κι αλλιώς άδειο κρατικό κορβανά με αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται ακόμη περισσότερο το έργο της κυβέρνησης και οι διαρθρωτικές τομές που πρέπει να κάνει να γίνονται όλο και περισσότερο δύσκολες. Αποτέλεσμα είναι να οδηγηθούμε στην ανανέωση της λαϊκής εντολής για να γίνουν οι αναγκαίες τομές.
Η διαρκής εκλογολογία όμως, θα δημιουργήσει επικοινωνιακή πίεση στην κυβέρνηση. Αν ο κόσμος πεισθεί ότι θα γίνουν εκλογές, τότε δύσκολα θα πεισθεί ότι η κυβέρνηση δεν φοβήθηκε να τις κάνει. Οπότε αυτό το κλίμα θα συντελέσει στην διενέργεια των εκλογών. Τελικά η εκλογολογία μπορεί να αποδειχθεί μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία κι αυτό δεν θα είναι κακό μόνο για τις πολιτικές δυνάμεις, αλλά και για τον τόπο.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 10.10.2004