Ας μην ποινικοποιούμε λοιπόν τόσο εύκολα την γιορτή της τοπικής δημοκρατίας που έρχεται. Αυτό εξάλλου δεν είναι ένας αέναος στόχος της Δημοκρατίας; Δεν θέλαμε πάντα μεγαλύτερη συμμετοχή;
Είναι φορές που κάποια νούμερα προκαλούν εντύπωση και μας οδηγούν σε ρηχά και ως εκ τούτου λάθος συμπεράσματα. Ενα από αυτά είναι ο αριθμός των υποψηφίων στις ερχόμενες δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές. «Υποψήφιοι ένας στους 100 Θεσσαλονικείς» είναι το ρεπορτάζ μεγάλης εφημερίδας της συμπρωτεύουσας δημιουργώντας συνειρμούς για σπατάλες που γίνονται χάρη ή στο όνομα της τοπικής δημοκρατίας. Το ερώτημα βέβαια που προκύπτει από ένα τέτοιο εντυπωσιακό νούμερο, είναι απλό: «Ε, και; Στην Αρχαία Αθήνα υποψήφιοι ήταν εκατό στους εκατό πολίτες». Αντί να χαιρόμαστε που όλο και περισσότεροι άνθρωποι μετέχουν στα κοινά, είτε θέλοντας να προσφέρουν, είτε θέλοντας να αποκτήσουν δόξα πρέπει να προβληματιστούμε για τον αριθμό των υποψηφίων;
Ο μόνος πιθανός λόγος προβληματισμού είναι αν οι εκατοντάδες χιλιάδες που ζητούν την ψήφο μας σ’ αυτές τις εκλογές προσδοκούν προσωπικά οικονομικά οφέλη. Αλλά πάλι, αυτό ανήκει στη σφαίρα της πιθανολόγησης. Δεν μπορούμε να κάνουμε δίκη προθέσεων και η διαφθορά, όπως κάθε έγκλημα, δεν πατάσσεται πριν από την εκδήλωσή της. Πολλοί παντρεύονται και λίγοι καταλήγουν συζυγοκτόνοι. Για την ακρίβεια, οι περισσότερες ανθρωποκτονίες γίνονται εντός του οικογενειακού περιβάλλοντος. Δεν μπορούμε να ενοχοποιήσουμε τον γάμο επειδή οι στατιστικές δείχνουν ότι γίνονται περισσότεροι φόνοι μεταξύ οικείων, αντί μεταξύ αγνώστων.
Κάποιοι μπορεί να προβληματιστούν από το γεγονός ότι το κίνητρο πολλών υποψηφίων είναι η δόξα και όχι το άδολο της προσφοράς στα κοινά. Το ερώτημα πάλι είναι το ίδιο: «Ε, και; Ολόκληρος Θεμιστοκλής δεν μπορούσε να κοιμηθεί εξαιτίας της δόξας του Μιλτιάδη. Εχασε η αρχαία Ελλάδα στη Σαλαμίνα, επειδή ο Αθηναίος στρατηγός είχε το «ποταπό» (για πολλούς) κίνητρο της δόξας και συναγωνιζόταν τον Μιλτιάδη για μια θέση στην ιστορία;» Το αποτέλεσμα μετράει και όχι το κίνητρο. Αν το αποτέλεσμα είναι αγαθό για το κοινωνικό σύνολο, γιατί πρέπει να μας νοιάζει αν το κίνητρό του είναι η δόξα, ή η προβολή; Ψάχνουμε άγιους (που έχουν ως κίνητρο τον παράδεισο) να διαχειριστούν τις κοινές μας υποθέσεις, ή αποτελεσματικούς; Αν ψάχνουμε για τους πρώτους σίγουρα δεν θα τους βρούμε, κι αυτή δεν είναι η χειρότερη εκδοχή. Χειρότερο θα είναι να τους βρούμε και να αποδειχθούν αναποτελεσματικοί.
Η ηθική είναι αναγκαίος όρος για τη διαχείριση των δημόσιων πραγμάτων, όχι για κάποιον μεταφυσικό λόγο, αλλά για εντελώς πραγματιστικούς. Η ανηθικότητα ελαχιστοποιεί το προσδοκώμενο αποτέλεσμα: κριτήριο των επιλογών η μεγιστοποίηση του ατομικού οφέλους σε βάρος του κοινού. Αν κίνητρο είναι η εκπλήρωση των φιλοδοξιών μέσω των αγαθών για τα κοινά αποτελεσμάτων, αυτό όχι μόνο δεν πρέπει να ενοχλεί, αλλά αντιθέτως πρέπει να καλλιεργείται. Ας επιβραβευθούν με δόξα όσοι το επιζητούν αρκεί να παράγουν αγαθό για την κοινωνία έργο. Δυστυχώς η ηθικολογία που μαστίζει τον δημόσιο διάλογο έχει ποινικοποιήσει τα πάντα: ακόμη κι όσοι ευεργετούν, απαξιώνονται με το «έλα, μωρέ τώρα! θέλουν απλώς να προβληθούν». Ε, και; Ο Ζάππας, ο Αρσάκης, ο Βαρβάκης κ.λπ. μπορεί να είχαν κίνητρο τη διαχρονική τους προβολή. Στην Ελλάδα όμως έμειναν το Ζάππειο, η Βαρβάκειος, το Αρσάκειο.
Ας μην ποινικοποιούμε λοιπόν τόσο εύκολα την γιορτή της τοπικής δημοκρατίας που έρχεται. Πρέπει να είμαστε ευτυχείς για τον αριθμό των υποψηφίων. Διότι οι υποψίες περί μελλοντικής διαφθοράς μένει να αποδειχθούν. Η μόνη πραγματικότητα που με τα σημερινά δεδομένα μπορούμε να κρίνουμε είναι η μεγαλύτερη συμμετοχή στα κοινά. Αυτό εξάλλου δεν είναι ένας αέναος στόχος της Δημοκρατίας; Δεν θέλαμε πάντα μεγαλύτερη συμμετοχή;
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 14.10.2006