Η «δημοσιογραφία του πως θα πάρετε…», ζει, αλλά δεν θα βασίλευε αν δεν υπήρχε μια λαϊκή βάση να τη στηρίζει, αυτούς τους πάρα πολλούς πολίτες που τόσα χρόνια με το παραμικρό αναφωνούν: «που είναι το κράτος;»
Αν κάποιος θέλει να δει την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας δεν έχει παρά να παρακολουθήσει τις πρωινές εκπομπές, ειδικά εκείνες οι οποίες που εστιάζουν την θεματολογία τους στο «πορτοφολάκι», του «παππούλη», του «φτωχούλη» κι άλλων σε «-ούλη» αναξιοπαθών -ή και λιγότερο αναξιοπαθών- ομάδων.
Δεν αναφερόμαστε στα ρεπορτάζ για την ακρίβεια στις λαϊκές αγορές.Αυτά είναι μόνιμη σταθερά και διαρκής λυγμός της ελληνικής δημοσιογραφίας. Μιλάμε για τα υπόλοιπα οικονομικά θέματα, όλα εκείνα που στον τίτλο τους έχουν μία μόνιμη φράση: «Πως θα πάρετε…» (επίδομα, σύνταξη, βοήθημα, επιδότηση και ότι άλλο απλόχερα προσφέρουν οι πολιτικοί από την τσέπη των φορολογουμένων).
Σ’ αυτές τις εκπομπές δεν θα δείτε ποτέ θέματα π.χ. «πως θα εργασθείτε». Ή «πως θα γίνετε πιο παραγωγικοί», ή «πως θα ξεκινήσετε μια μικρομεσαία επιχείρηση», ή τέλος πάντων «πως θα ζήσετε χωρίς να περιμένετε λεφτά από το κράτος». Αυτά προφανώς θεωρούνται θέματα ήσσονος σημασίας· δεν ξέρουμε από ποιόν: από τους δημοσιογράφους ή από τους τηλεθεατές; Το χειρότερο είναι πως δεν θα μάθουμε ποτέ διότι δεν θα δοκιμαστεί ποτέ μια τέτοιου τύπου εκπομπή, έτσι για να δούμε τι νούμερα της AGB θα έπιανε.
Η «δημοσιογραφία του πως θα πάρετε…», λοιπόν ζει, αλλά δεν θα βασίλευε αν δεν υπήρχε μια λαϊκή βάση να τη στηρίζει, αυτούς τους πάρα πολλούς πολίτες που τόσα χρόνια με το παραμικρό αναφωνούν: «που είναι το κράτος;»
Το πρόβλημα της οικονομίας που καλείται τώρα να βγάλει από την φωτιά ο κ. Αλογοσκούφης είναι κατ’ εξοχήν κοινωνικό. Όπως όλοι οι λαοί του πρώην ανατολικού μπλοκ έχουν εθιστεί στην ράθυμη έλλειψη κάθε πρωτοβουλίας, έτσι και η μεγάλη μάζα των ελλήνων πολιτών μετά από τόσα χρόνια σοσιαλ-διακυβέρνησης και μεγάλων λόγων για το ρόλο του κράτους αδυνατούν να φανταστούν εαυτούς να δημιουργούν και να παράγουν. Αυτό φαίνεται παντού: από τις επιλογές που κάνουν οι νέοι στα μηχανογραφικά για εισαγωγή στις ανώτατες σχολές, μέχρι τις κραυγές των συμβασιούχων για μονιμοποίηση.
Στην οικονομία όμως, όπως και στη ζωή τίποτε δεν είναι δωρεάν. Για κάθε συμβουλή του τύπου «πως θα πάρετε…» που εκπληρώνεται, κάποιος πληρώνει. Την πληρώνουν πάντα αυτοί που παράγουν στην πραγματική οικονομία. Έτσι όμως δίνονται κατ’ ουσία αντικίνητρα σε ανθρώπους που θέλουν να δημιουργήσουν με αποτέλεσμα να παράγουν όλο και λιγότεροι και να ζητούν όλο και περισσότεροι. Μέχρι που το σύστημα να φτάσει σε αδιέξοδο. Όπως και τώρα…
Το προσχέδιο του προϋπολογισμού που παρουσίασε ο υπουργός Οικονομικών κ. Αλογοσκούφης κινείται στη σωστή κατεύθυνση. Προσπαθεί να βάλει κάποιο χαλινάρι στο δόγμα «πως θα πάρετε…». Δεν πάει όμως πολύ μακριά. Μπορεί να περιορίζονται οι σπατάλες, αλλά τα εξοικονομούμενα ποσά δεν είναι σημαντικά. Κυρίως δεν δημιουργείται στους πολίτες την αίσθηση του επείγοντος. Πολλοί Έλληνες δεν αντιλαμβάνονται, δεν αποκτούν καν την αίσθηση, ότι η ελληνική οικονομία είναι σε κρίση.
Πρέπει να γίνει κατανοητό στον ελληνικό λαό ότι η οικονομία είναι το νέο εθνικό μας στοίχημα.
Χωρίς ισχυρή οικονομία δεν μπορεί να υπάρξει ούτε διεθνής παρουσία της χώρας, ούτε κοινωνική πολιτική, ούτε άμυνα, ούτε καν κύπελλο στο «Euro 2005».
Αν αυτή η κοινωνία δεν δημιουργήσει οικονομικά πλεονάσματα, τόσα ώστε να συντηρεί την κοινωνική ειρήνη που επιτεύχθηκε μετά την μεταπολίτευση, τότε μπορεί να δούμε περίεργες καταστάσεις. Αν δεν γίνει πίστη σε όλους ότι η οικονομία είναι «πάρε-δώσε» κι όχι μόνο «πως θα πάρεις…», τότε μπαίνουμε σε σοβαρούς μπελάδες. Όχι ότι δεν είμαστε ήδη…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 1.10.2004