Αν το πρόβλημα της εγκληματικότητας λυνόταν με τις αυστηροποιήσεις του κ. Τσιάρα, το λογικό και πιο προστατευτικό για την κοινωνία στο σύνολό της, θα ήταν να ξεκινήσει από τους αστυνομικούς.
Κάθε φορά που η ελληνική κοινωνία συγκλονίζεται από ένα έγκλημα, θα βγει ο υπουργός Δικαιοσύνης να εξαγγείλει ότι αυστηροποιούνται οι ποινές.
Ο λαϊκισμός είναι ρευστός. Απαξ και διαχυθεί, μπορεί να στάξει από εκεί που δεν το περιμένεις.
Η οριακή χρησιμότητα της αυστηρότητας των ποινών βαίνει μειούμενη κι από ένα σημείο και μετά γίνεται μηδενική.
Ο πρώην πρόεδρος της ΕΛΣΤΑΤ Ανδρέας Γεωργίου διώκεται δέκα χρόνια τώρα διότι ακολούθησε την προτροπή του Διονυσίου Σολωμού ότι «το έθνος πρέπει να θεωρεί εθνικό ότι είναι αληθές».
Για τα προσωπικά δεδομένα των κατηγορούμενων…
Η θωράκιση της δημοκρατίας δεν τελειώνει με μια δικαστική απόφαση, ούτε με τον εγκλεισμό κάποιων εγκληματιών στη φυλακή. Είναι μια διαρκής διαδικασία ισχυροποίησης των θεσμών της, η υπεράσπιση του κράτους δικαίου ανεξαρτήτως της συγκυρίας.
Με την αμέλεια των εισαγγελέων να ελέγξουν το βάσιμο κάθε κατηγορητηρίου και την αβελτηρία του συστήματος να αποδώσει δικαιοσύνη σε εύλογο χρόνο, κάθε κατεργάρης έχει ένα ισχυρό σύμμαχο για να καλύπτει τις ανομίες του, την λειτουργία της Δικαιοσύνης.
Η κυβέρνηση αυτοαιχμαλωτίστηκε στην ακροδεξιά συνωμοσιολογία περί ΜΚΟ που διακινεί ο περιφερειάρχης Βορείου Αιγαίου κ. Κώστας Μουτζούρης.
Η προανακριτική επιτροπή παράγει δίκαιο στο θέμα των «προστατευόμενων μαρτύρων» και γι’ αυτό πρέπει να είναι εξαιρετικά προσεκτική.
Μπορεί μια «αστοιχείωτη» δίωξη να ικανοποιεί το θυμικό κάποιων ή τη δίκαιη οργή των αστυνομικών υπαλλήλων για όσα υπέστησαν, αλλά ένα κράτος δικαίου δεν μπορεί να λειτουργεί έτσι.
Πώς ελέγχονται τα πεπραγμένα ενός δημοσίου λειτουργού, αν μπορεί να τα σφραγίζει με τη λέξη «Εμπιστευτικό» και να απειλεί όποιον τα αποκαλύψει με έναν σκασμό άρθρων του Ποινικού Κώδικα;
Χωρίς το πρώτο φίλτρο των εισαγγελικών αρχών, δημιουργείται η «κακή σχέση της ελληνικής Δικαιοσύνης με τον χρόνο».
Στην Κουμουνδούρου τα έχουν χαμένα. Εξ ου και οι παλινωδίες μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων.
Οι προτάσεις Ομπάμα για το Ανώτατο Δικαστήριο και η υποκριτική στάση των Ρεπουμπλικανών στη Γερουσία.
Η μόνη σταθερά της διακυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ήταν ο (ελαφρώς τροποποιημένος) γκραουτσομαρξικός σαρκασμός: «Αυτές είναι οι αρχές μας. Αν δεν μας συμφέρουν, έχουμε κι άλλες».
H δικαστική εξουσία δεν μπορεί να μοιράζει χρήματα που η εκτελεστική δεν έχει.
Σύμφωνα με τον νέο νόμο, όταν ο πρωθυπουργός ή οι υπουργοί προσβάλλουν το τεκμήριο αθωότητας κάποιου, οι φορολογούμενοι θα πληρώνουν την αποζημίωση.
Η δίκη για ένα ένα ακίνητο είχε ξεκινήσει το 1964 και έληξε αμετάκλητα το 2008, και το 2019 εκδικάστηκαν οι δικηγορικές αμοιβές!
Το προνόμιο των υπουργών να διορίζουν τους προέδρους των Ανωτάτων Δικαστηρίων δημιουργεί την υποχρέωση να μην κρίνουν τις αποφάσεις των δικαστών.