Οι επιμέρους επιθυμητές κοινωνικά επιλογές που εκφράζονται μέσω της αγοράς δεν αθροίζονται πάντα σε μια επιθυμητή κοινωνική επιλογή.
Το άρθρο του κ. Γιώργου Γιαννουλόπουλου. Αξίες και κίνητρα
Μέρος Α. Η μεταφυσική της Αριστεράς
Β. ΤΟ ΠΑΡΑΔΟΞΟ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ
Ο μεγάλος Βρετανός οικονομολόγος Τζον Μέιναρντ Κέινς το είχε διατυπώσει πολύ γλαφυρά: «Καπιταλισμός είναι η δοξασία, πως οι πιο αχρείοι άνθρωποι θα κάνουν τα πιο αχρεία πράγματα για το καλό όλων μας». Έτσι, ενώ η σοσιαλιστική θεώρηση των πραγμάτων χρησιμοποιεί θεολογικού τύπου κίνητρα (όραμα για μια καλύτερη μελλοντική ζωή) για την κινητοποίηση των ατόμων προς κοινωνικούς στόχους, η θεώρηση της ελεύθερης αγοράς χρησιμοποιεί το μεταφυσικό τρικ ότι το συνολικό αποτέλεσμα των επιμέρους κοινωνικών στόχων που ικανοποιεί η αγορά είναι εξ ορισμού το κοινωνικά επιθυμητό.
Υπάρχει ένα παράδοξο με την αγορά. Αφού δεν έχουμε καντάρι να ορίσουμε ποιο είναι ορθό προς παραγωγή και ποιο όχι, η αγορά είναι ένα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο που εξασφαλίζει την καλύτερη και δημοκρατικότερη χρήση των πάντα ελλιπών πόρων που διαθέτουμε.
Επειδή, όμως, οι επιθυμίες των ανθρώπων είναι μεταβλητές, κάθε κεντρικός σχεδιασμός είναι καταδικασμένος να αποτύχει. Δηλαδή, ακόμη κι αν υπήρχε ένας υπολογιστής που θα συγκέντρωνε όλες τις επιθυμίες όλων των ανθρώπων για να προγραμματιστεί η παραγωγή, τα δεδομένα αυτά δεν θα ήταν παρά μια στατική εικόνα, ενώ υπάρχει μια δυναμική κοινωνία που μεταβάλλεται διαρκώς. Με την αγορά εξασφαλίζουμε την καλύτερη προσέγγιση των επιθυμιών των καταναλωτών με την παραγωγή. Είναι ένα καθημερινό δημοψήφισμα και το κυριότερο: Κατανέμει το κόστος και το όφελος στα άτομα που κάνουν τις επιλογές.
Σ’ αυτό υπερτερεί έναντι κάθε σχεδιασμού και τα οφέλη που υπόσχεται για κοινωνικά επιθυμητές επιλογές κινητοποιεί τα άτομα να παράγουν. Και για να ξαναγυρίσουμε στη συζήτηση με τον Γιώργο Γιαννουλόπουλο (βλέπε «Αξίες και κίνητρα», Ελευθεροτυπία 5.10.2005) οι ατομικές ζημίες που εξασφαλίζει για κοινωνικά ανεπιθύμητες επιλογές αποτελούν ένα βασικό αντικίνητρο γι’ αυτές τις επιλογές.
Το παράδοξο, όμως, είναι ότι οι επιμέρους επιθυμητές κοινωνικά επιλογές που εκφράζονται μέσω της αγοράς δεν αθροίζονται πάντα σε μια επιθυμητή κοινωνική επιλογή. Δημιουργούνται για παράδειγμα ανισότητες οι οποίες, πέρα από το αρνητικό ηθικό φορτίο που κουβαλούν, γίνονται βόμβα στα θεμέλια της κοινωνίας. Ακόμη και στενά οικονομολογικά αν δούμε το ζήτημα (αν δηλαδή αποσιωπήσουμε τον παράγοντα κοινωνική συνοχή) η εκτεταμένη φτώχεια υπονομεύει κάθε αναπτυξιακή προοπτική της οικονομίας. Στο κάτω-κάτω της γραφής κάποιοι πρέπει να έχουν τα χρήματα για να αγοράσουν τα προϊόντα που παράγονται.
Στο 20ό αιώνα είδαμε το μοντέλο της κεντρικά σχεδιασμένης οικονομίας να καταρρέει, επειδή ακριβώς δεν έλυσε το πρόβλημα των κίνητρων για την κινητοποίηση των ανθρώπων. Είδαμε τις δυτικές οικονομίες να αναπτύσσονται γιατί κάθε φορά έβρισκαν μια ευαίσθητη ισορροπία μεταξύ της ελευθερίας της αγοράς και της κρατικής παρέμβασης. Κάποιες χώρες βρήκαν καλύτερες ισορροπίες προς την κατεύθυνση της αγοράς και προόδευσαν ταχύτερα. Κάποιες άλλες (όπως η Ελλάδα) έμειναν αγκυλωμένες εξαιτίας της θεοποίησης της κρατικής παρέμβασης με αποτέλεσμα να χάσουν αναπτυξιακές ευκαιρίες. Η πραγματικότητα αυτό δείχνει…
Κι εδώ ο φίλος Γιώργος Γιαννουλόπουλος μάς βάζει στα βαθιά. Έχει δίκιο όταν γράφει ότι το ισχύον πλεονεκτεί έναντι του οραματικού κι έχει δίκιο όταν ισχυρίζεται ότι αυτό είναι το κρυφό τέχνασμα του συντηρητισμού. Το γράφαμε κι εμείς παλιότερα: «Ο συντηρητικός δεν είναι ένας “σκοτεινός τύπος” που απεργάζεται το κακό της ανθρωπότητας, αλλά ένας εχέφρων άνθρωπος. Ο πυρήνας της συντηρητικής θεωρίας είναι απλός. “Γνωρίζω το παρόν, δεν γνωρίζω το μέλλον, άρα προτιμώ τα 5 που έχω στο χέρι παρά τα 10 που πιθανώς να έρθουν”. Η επιλογή του συντηρητισμού μπορεί κατά την άποψη του γράφοντος να είναι λανθασμένη (η ζωή αλλάζει διαρκώς, συνεπώς οι άνθρωποι πρέπει να προσαρμόζονται στα νέα δεδομένα), αλλά δεν έχει τίποτε το σκοτεινό. Είναι μια κοινωνική θεώρηση όπως οι άλλες, η οποία πρέπει κάποια στιγμή να μπει στην αρένα των ιδεών χωρίς ενοχές» ( «Οι πολλές όψεις του συντηρητισμού», Απογραφές 27.7.2003).
Γι’ αυτό, όμως, πρέπει να επανέλθουμε την επόμενη Κυριακή…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 23.10.2005