Υπάρχει μια λεπτή δημοκρατική γραμμή, που χωρίζει την τιμωρία πράξεων από την τιμωρία του φρονήματος.
Στις δύσκολες ώρες που ζούμε πρέπει να προσέξουμε τη λεπτή γραμμή που χωρίζει την τιμωρία των ποινικά κολάσιμων πράξεων από την ποινικοποίηση του φρονήματος. Το πρώτο αποτελεί υποχρέωση της Δημοκρατίας, το δεύτερο ακύρωσή της.
Είναι άλλο πράγμα οι δολοφονίες, οι προπηλακισμοί, το «μπραβιλίκι», ακόμη και η συνέργεια σε κακουργήματα κι άλλο η συμμετοχή ακόμη και σε ένα απεχθές κόμμα όπως είναι η Χρυσή Αυγή. Είναι διαφορετικό να πιστεύει κάποιος ότι «το Ολοκαύτωμα δεν υπήρξε» κι άλλο πράγμα να προσπαθεί να το ολοκληρώσει κυνηγώντας και μαχαιρώνοντας μετανάστες στους δρόμους της Αθήνας. Εντάξει! Για δέσιμο είναι και οι πρώτοι -είναι σαν να λένε «η επανάσταση του 1821 δεν έγινε ποτέ»- αλλά όχι στη φυλακή· πιθανώς σε ψυχιατρείο αν διαγνωσθούν κι άλλα συμπτώματα ψυχικής νόσου.
Το θέμα είναι ότι αυτή τη λεπτή δημοκρατική γραμμή, που χωρίζει την τιμωρία πράξεων από την τιμωρία του φρονήματος, η κυβέρνηση, με πρωτάρη τον αντιπρόεδρό της, προσπαθεί να τη σβήσει. Προχθές ο κ. Ευάγγελος Βενιζέλος έφτασε να μας πει ότι «οι ισχύουσες ποινικές διατάξεις (για την αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής) επαρκούν… αλλά το «αντιρατσιστικό νομοσχέδιο ασχολείται με τα «εγκλήματα λόγου» (!) και «έχει συμβολική και ηθική σημασία να κατατεθεί όπως έχουμε αποφασίσει».
Το χειρότερο με τον Ευάγγελο Βενιζέλο δεν είναι το χάρισμά του να λέει το τίποτα με τις περισσότερες λέξεις. Είναι ότι νομοθετεί τα πιο επικίνδυνα πράγματα περίπου με τον ίδιο αριθμό λέξεων. Πιστεύει ότι κάθε πρόβλημα αντιμετωπίζεται με κάποιο νόμο, και προκειμένου να κάνει πολιτική φιγούρα αδιαφορεί για τις επιπτώσεις της νομοδιάρροιάς του. Κάπως έτσι για «ηθικούς και συμβολικούς λόγους» φόρτωσε στο Σύνταγμα 190 λέξεις για τον «βασικό μέτοχο» και αντί να αντιμετωπιστεί η διαπλοκή τρέχαμε μια δεκαετία στα ευρωπαϊκά όργανα να το συμμαζέψουμε. Μη μιλήσουμε για τις άλλες συνταγματικές του εκλάμψεις περί ασυμβίβαστου κ.λπ.
Μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι ξεκίνησε εντός της κυβερνητικής πλειοψηφίας ένας ιδιότυπος «αντιφασιστικός αγώνας» με στόχο τη μεγαλύτερη προβολή από τα ΜΜΕ και ο οποίος τελικά μπορεί να υπονομεύσει τη διαδικασία εξάρθρωσης της εγκληματικής οργάνωσης και πολιτικής απονομιμοποίησης του ναζισμού στην Ελλάδα. Ετσι ο κ. Ευάγγελος Μεϊμαράκης απαγόρευσε την είσοδο δύο βουλευτών της Χ.Α. στο Κοινοβούλιο· φτιάχνονται ευφάνταστα νομοθετήματα για τη διακοπή της χρηματοδότησης ενός μόνο κόμματος· διαμορφώνονται ακόμη πιο κωμικές θεωρίες περί αποφυγής των επαναληπτικών εκλογών σε περίπτωση μαζικής παραίτησης των βουλευτών της Χ.Α. παρά το γεγονός ότι το Σύνταγμα αναφέρει καθαρά ότι κάτι τέτοιο επιτρέπεται μόνο το τελευταίο έτος της κοινοβουλευτικής περιόδου.
Αποδείχθηκε ιστορικά ότι οι κακές ιδέες καταπολεμιούνται με τις καλές ιδέες και όχι με κατασταλτικά μέτρα. Μπορεί, για παράδειγμα, το 2002 η πολιτεία να εξάρθρωσε τις κορυφαίες τρομοκρατικές οργανώσεις («17 Νοέμβρη» και ΕΛΑ) αλλά δυστυχώς η τρομοκρατία επέζησε διότι δεν δόθηκε η αποφασιστική ιδεολογική μάχη κατά της πολιτικής βίας. Το πρόβλημα με την αδηφαγία πολλών πολιτικών για (αντιφασιστική, σ’ αυτή τη φάση) προβολή μπορεί να μας οδηγήσει στα χειρότερα.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 2.10.2013