Εκτός από τον ιμπεριαλισμό υπάρχουν και τα τροχαία. Και καλά ήταν τα περί «εθνικής ανεξαρτησίας», αλλά αν έφτιαχναν και καμιά «εθνική οδό», θα ήταν καλύτερα…
Το τραγικό δεν είναι μόνο ότι σκοτώθηκαν 21 παιδιά, αλλά και το γεγονός ότι κάποιοι χαρακτηρίζουν το δυστύχημα «αδιανόητο, από κείνα που δεν τα χωρά ο νους ανθρώπου».
Ή δεν έχουν βγει ποτέ στην Εθνική οδό, ή ο νους τους -που δεν χωρά αυτό το δυστύχημα- είναι πολύ μικρός.
Το ενθαρρυντικό είναι πως δεν έχουμε καθημερινά τέτοια δυστυχήματα. Και αυτό για πολλούς λόγους:
* Έχουμε μία οδική αρτηρία που εξυπηρετεί το 90% της εμπορευματικής μεταφοράς της χώρας…
* Έχουμε οδική συμπεριφορά της δεκαετίας του ’60 και αυτοκίνητα της δεκαετίας του ’90…
* Έχουμε λοβιτούρικο καπιταλισμό σε πλήρη άνθιση. Από τον μικρομεσαίο («Έλα μωρέ! Τι έγινε κι αν φορτώσουμε ένα τόνο παραπάνω;), μέχρι τον μεγάλο (έλα μωρέ, και να φτιάξουμε λίγο χειρότερη την Εθνική Οδό, ποιος θα το καταλάβει;)…
* Έχουμε υπουργούς που σκεπτόταν πρώτα τα εγκαίνια και μετά τα έργα (Η Εγνατία εγκαινιάζεται χιλιόμετρο-χιλιόμετρο)…
* Έχουμε δημόσιο διεφθαρμένο, ανίκανο να αντιμετωπίσει τις σύγχρονες προκλήσεις και αδιάφορο…
* Έχουμε ιδεολογικές αγκυλώσεις που γίνονται φρένο στον εκσυγχρονισμό κάθε πτυχής της ελληνικής κοινωνίας, και φυσικά της οδικής ασφάλειας…
Για τα πρώτα πέντε κραυγάζουμε κάθε φορά που το σύστημα δείχνει θανατερά τις αδυναμίες του. Το κάναμε και με το «Σάμαινα», το επαναλάβαμε και με το λεωφορείο στον Αλιάκμονα, το ξανακάνουμε τώρα, και -ω μη γένοιτο -θα το επαναλάβουμε στο μέλλον.
Όλα τα παραπάνω δυστυχήματα δεν ήταν παρά οι αιματηρές κορυφώσεις ενός δράματος που ζει χρόνια τώρα η χώρα. Έχουμε πιάσει πάτο και «ημείς άδωμεν». Η κυβέρνηση έχει γίνει σχολιαστής της θλιβερής μας πραγματικότητας («μια ημέρα πένθους…», δήλωσαν οι υπουργοί), και οι υπόλοιποι ταμπουρωθήκαμε είτε σε συντεχνιακά κεκτημένα, είτε σε ιδεολογικά αγκυλωμένα. Να δούμε λίγο και τα τελευταία; Ευθύνονται κι αυτά (μαζί με τους υπουργούς, τους εργολάβους, τους αστυνομικούς κ.λ.π.) για το προχθεσινό δυστύχημα…
Χαφιέδες των οδηγών, Αμερικάνοι…
Στη χώρα που ζουν οι «φονιάδες των λαών» τα φορτηγά αυτοκίνητα των μεγάλων εταιριών έχουν πίσω μια περίεργη πινακίδα. Σ’ αυτή αναγράφεται: «Πως είναι η οδήγησή μου; Καλέστε στο 800…» (Σ.Σ.: κάποιος τηλεφωνικός αριθμός χωρίς χρέωση). Δεν υπάρχει νόμος του κράτους που το επιβάλλει, αλλά οι ίδιες οι επιχειρήσεις σκέφθηκαν ότι είναι προτιμότερο «ελέγχουν» τους οδηγούς τους δια των παράπονων του κοινού, παρά να πληρώνουν το κόστος των ατυχημάτων.
Σκεφθείτε, όμως, αν μια επιχείρηση στην Ελλάδα είχε κάνει κάτι αντίστοιχο. Κατ’ αρχήν θα είχε απεργία την επόμενη ημέρα. Θα έβγαιναν πύρινες ανακοινώσεις των συνδικαλιστών, για «Μεγάλους Αδελφούς» που οι -εξορισμού αιμοδιψείς- καπιταλιστές θέλουν να εγκαταστήσουν στην επιχείρηση.
Σκεφθείτε να γινόταν νόμος του ελληνικού κράτους η υποχρέωση ύπαρξης τέτοιων πινακίδων. Κατ’ αρχήν δεν θα εφαρμοζόταν. Κατά δεύτερον, όλη η Αριστερή ιντελιγκέντσια θα έγραφε πύρινα άρθρα για το πως μετατρέπεται η ελληνική κοινωνία σε «κοινωνία ρουφιάνων».
Το τελευταίο επισημαίνεται βάσιμα: Διότι το καλοκαίρι, όταν η αστυνομία έδωσε το «172» για να αναφέρουμε αν είδαμε, όχι κάποιον απρόσεκτο οδηγό νταλίκας, αλλά ένα κατηγορούμενο για κατά συρροή δολοφονίες, ξεσηκώθηκε όλη η συντεχνία των γραφιάδων για να καταγγείλει, ότι ζούμε πλέον στη χώρα του «Μεγάλου Αδελφού», και μεταλλασσόμαστε σε «κοινωνία χαφιέδων».
Αλλά ας αφήσουμε την «χαφιέδικη πινακίδα». Κάποιοι οδηγοί πιθανώς να είδαν πριν το δυστύχημα ότι κάτι δεν πάει καλά με τα νοβοπάν, όπως όλοι βλέπουμε στην Εθνική Οδό δεκάδες νταλίκες να αμολούν την πραμάτεια τους. Ουδείς βέβαια κάλεσε την τροχαία («σιγά μην βγάλω εγώ το φίδι από την τρύπα»), μόνο που οι Αριστεροί είχαν και ιδεολογικό άλλοθι («Σιγά μη γίνω εγώ χαφιές»).
Η άπειρη ανοχή στην παραβατικότητα
Αλλά κι αν βρισκόταν ο «χαφιές» και καλούσε την τροχαία είναι πολύ πιθανόν να μη γινόταν τίποτε. Πρώτον γιατί ο «ωχαδελφισμός» είναι ενδημικό χαρακτηριστικό και στις δημόσιες υπηρεσίες. Δεύτερον γιατί η παραβατικότητα είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση στην ελληνική κοινωνία, όπως φυσικά και στους δρόμους. Πόσους οδηγούς είδατε να περνούν με κόκκινο σήμερα; Πόσα μηχανάκια πήγαιναν αντίθετα στο μονόδρομο; Πόσοι δεν φορούσαν ζώνη ασφαλείας; Όλοι.
Η ανοχή όμως στη χαμηλή παραβατικότητα παράγει και την μεγάλη παραβατικότητα. Που τελικά στοιχίζει τελικά ζωές.
Εδώ ακριβώς αρχίζει μια άλλη παραδοξότητα της ελληνικής κοινωνίας. Τα στραβοδεμένα νοβοπάν στο φορτηγό, πριν το τραγικό δυστύχημα ήταν φαινόμενο χαμηλής και σιωπηρώς αποδεκτής παραβατικότητας. Μετά το δυστύχημα κάποιες εφημερίδες μίλησαν για «δολοφονία», δηλαδή φαινόμενο «μέγιστης παραβατικότητας»!
Έτσι όμως βαδίζουμε στον παραλογισμό. Ενώ, πριν γίνει το κακό, είμαστε εξαιρετικά ανεκτικοί σε φαινόμενα χαμηλής παραβατικότητας, μετά το δυστύχημα υψώνουμε τους τόνους κι απαιτούμε από την Πολιτεία να χειριστεί την εγκληματική αμέλεια ως κακούργημα, ως δολοφονία. Αυτό οφείλεται εν πολλοίς στο γεγονός ότι οι λέξεις σ’ αυτή τη χώρα έχουν χάσει πλέον τη σημασία τους, αλλά μπορεί να έχει και βαθύτερα αίτια. Με την επιπλέον ποινή που ζητούμε για τον «τραγικά αμελή» οδηγό, θέλουμε να άρουμε τις αμαρτίες όλων μας, των «ελαφρά αμελών»…
Αν βέβαια κάποιος προτείνει μηδενική ανοχή στην παραβατικότητα «κόκκινο φίδι» που τον έφαγε…
Να ‘ταν η «ανεξαρτησία» μας, «οδός»…
Η περίοδος 1981-1990 ήταν μια ευτυχής δεκαετία για τους Έλληνες. Για λάθος λόγους. Δεν ευχαριστούσαμε τον Θεό γιατί μετά κόπων και πολιτικών τεχνασμάτων ο Κωνσταντίνος Καραμανλής μας έβάλε στην ΕΟΚ (ή οποία τότε ήταν «των μονοπωλίων»), αλλά για το γεγονός ότι ήρθε το πρώτο Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, γνωστό και ως ΜΟΠ (Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα).
Παράλληλα η Ελλάδα ασκούσε «εθνικά ανεξάρτητη πολιτική». Ο πρωθυπουργός της επισκεπτόταν τον κ. Γιαρουζέλσκι, τον ηγέτη της Πολωνίας που οι ιμπεριαλιστές (νυν και αεί εχθροί μας, Αμερικάνοι) και τσιράκια των πολυεθνικών (κατά καιρούς σύμμαχοί μας, Γάλλοι, Βέλγοι και λοιποί Ευρωπαίοι) θεωρούσαν δικτάτορα.
Κάποιοι που τότε επεσήμαναν το αυτονόητο «ρε παιδιά, καλή είναι η εθνική ανεξαρτησία, αλλά μήπως πρέπει να φτιάξουμε και καμιά εθνική οδό;» εχρίζοντο αυτομάτως «παπαγαλάκια της Δεξιάς», «φορείς της γραμμής της επαράτου».
Έτσι πέρασε μια δεκαετία χωρίς να ξεκινήσει κανένα μεγάλο έργο, κι εκείνα που είχε προγραμματίσει ο νεοφιλελεύθερος κ. Στέφανος Μάνος εθεωρήθησαν κληρονομιά των «σκοτεινών χρόνων της χώρας». Κι εγκαταλείφθηκαν…
Φτάσαμε λοιπόν στο 2003 για να κάνουμε τον απολογισμό. Το πρώτο ΚΠΣ πήγε στράφι. Με το δεύτερο έγιναν κουτσά στραβά κάποια χιλιόμετρα. Αν ρωτήσετε, όμως, τον επί οκταετία υπουργό ΠΕΧΩΔΕ, «γιατί, κ. Λαλιώτη, μετά 20 χρόνια και με τόσα πολλά δις δεν έχετε τελειώσει ένα δρόμο 700 ψωροχιλιομέτρων» πιθανότατα θα σας απαντήσει ότι «ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά». Έτσι απάντησε κάθε φορά που διαπιστώθηκαν κακοτεχνίες στα «κουτσά, στραβά και αποσπασματικά» νεοκατασκευασθένατα κομμάτια της ΠΑΘΕ. Το ίδιο πιθανώς θα πει και για τα Τέμπη…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 15.4.2003