Το Σύνταγμά μας και οι εθνικοί μας νόμοι έρχονται σε αντίθεση με τις διεθνείς διατάξεις που έχει υπογράψει η χώρα μας για την ελευθερία του λόγου.
Ηταν ωραίος ο χθεσινός σαρκασμός του φίλου Τάκη Θεοδωρόπουλου: «Να μην ξεχάσω να συγχαρώ και την κυβέρνηση, η οποία έσπευσε να υπερασπιστεί την ελευθερία του λόγου. Αναρωτιέμαι αν η αδυναμία της να αλλάξει τον νόμο που επιτρέπει σε καθέναν από εμάς να βρεθεί στη θέση του Πέτρου Τατσόπουλου οφείλεται σε θαυματουργή παρέμβαση του Αγίου Εφραίμ» («Καθημερινή», 1.2.2023).
Αλλά αυτός ο σαρκασμός είναι μία ακόμη διαμαρτυρία κατά της λογοκρισίας, που πάει στον βρόντο. Το είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος την επομένη της νυχτερινής επιχείρησης της αστυνομίας για να συλλάβει τον συγγραφέα: «Το Σύνταγμά μας, οι εθνικοί μας νόμοι, οι συμβάσεις που έχει υπογράψει η χώρα, δεν επιτρέπουν να μπαίνει κανείς σε αστυνομικές ή σε δικαστικές περιπέτειες για τις απόψεις που εκφράζει» (31.1.2023). Ε, άμα είναι έτσι, τότε γιατί οι αστυνομικοί προχώρησαν στη σύλληψη του κ. Πέτρου Τατσόπουλου και τον έτρεχαν νυχτιάτικα στο Αστυνομικό Τμήμα Ομονοίας; Δεν γνώριζαν ότι η ελευθερία του λόγου στην Ελλάδα είναι θωρακισμένη από το Σύνταγμά μας, τους εθνικούς μας νόμους και τις συμβάσεις που υπογράψαμε;
Δυστυχώς και το Σύνταγμά μας και οι εθνικοί μας νόμοι έρχονται σε αντίθεση με τις διεθνείς διατάξεις που έχει υπογράψει η χώρα μας για την ελευθερία του λόγου. Γι’ αυτό η Ελλάδα έχει καταδικαστεί πολλάκις στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Για να πούμε και της κυβέρνησης το δίκιο, αυτό ήταν μια βαριά κληρονομιά που φορτώθηκε τον Ιούλιο του 2019. Το πρόβλημα είναι ότι αποφάσισε να την κάνει βαρύτερη. Οποτε έβρισκε την ευκαιρία περνούσε και μια τροπολογία λογοκρισίας, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα το νέο άρθρο 191 του Ποινικού Κώδικα που προβλέπει ότι «όποιος δημόσια ή μέσω του Διαδικτύου διαδίδει ή διασπείρει με οποιονδήποτε τρόπο ψευδείς ειδήσεις, που είναι ικανές να προκαλέσουν ανησυχίες ή φόβο στους πολίτες (…) τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή…».
Να σημειώσουμε εδώ ότι ο ίδιος ο πρωθυπουργός παραδέχθηκε την αστοχία αυτού του άρθρου. «Αν ήταν να γυρίσουμε τον χρόνο πίσω, πιθανότατα δεν θα εισήγαγα αυτή τη νομοθεσία», είπε στον δημοσιογράφο David Ignatius (Georgetown University, 16.5.2022). Εκτοτε, όχι μόνο δεν ακούσαμε κάτι, αλλά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δηλώνει ότι όλα είναι καλά.
Το επόμενο βήμα θα είναι να χρησιμοποιήσει κάποιος αυτήν τη διάταξη και να πέσουμε πάλι όλοι από τα σύννεφα: «Μα πώς είναι δυνατόν, αφού το Σύνταγμά μας, οι εθνικοί μας νόμοι, οι συμβάσεις που έχει υπογράψει η χώρα, δεν επιτρέπουν να μπαίνει κανείς σε αστυνομικές ή σε δικαστικές περιπέτειες για τις απόψεις που εκφράζει;».
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 3.2.2023