Ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου είναι ένας από τους δύο ανθρώπους που μπορούν με αξιώσεις να κερδίσουν τις εκλογές και να απομακρύνουν τον σουλτάνο από τον προεδρικό θώκο, θώκο με τον οποίο σιτίζει (εκτός από την οικογένεια και φίλους) μεγαλοϊδεατικά όνειρα, γαλάζιες πατρίδες και ιδεασμούς περί «Νέου Τουρκικού Αιώνα». Ο έτερος είναι ο δήμαρχος Αγκυρας, Μανσούρ Γιαβάς.
Ο κ. Ιμάμογλου όμως είναι πιο επίφοβος για το καθεστώς. Εχει ήδη πετύχει μια μεγάλη νίκη κατά του Ταγίπ Ερντογάν. Οταν το, ελεγχόμενο από την τουρκική κυβέρνηση, Ανώτατο Εκλογικό Συμβούλιο ακύρωσε τις πρώτες δημοτικές εκλογές που είχε κερδίσει ο δήμαρχος, αυτός κατάφερε στις επαναληπτικές να βγει με μεγαλύτερη πλειοψηφία από τις πρώτες.
Γι’ αυτό και η κυβέρνηση Ερντογάν βάζει λυτούς και δεμένους (από το καθεστώς) δικαστές ώστε να σταματήσουν τη μετεωρική άνοδο του μισητού (για τον σουλτάνο) δημάρχου.
Η δίκη, που είχε προγραμματιστεί για χθες, αναβλήθηκε για ακόμη μία φορά. Ο εισαγγελέας όμως πρόλαβε να προτείνει τη βολική για το καθεστώς ποινή: τετραετή φυλάκιση και στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων. Πάει ο ένας… Πριν από μία εβδομάδα απαγγέλθηκαν κατηγορίες εναντίον του προέδρου του CHP και πιθανού υποψηφίου στις προεδρικές εκλογές Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου για «διασπορά ψευδών ειδήσεων». Κάτι ανάλογο έχουμε κι εμείς στον ποινικό μας κώδικα με το άρθρο 191, εμπνεύσεως Κωνσταντίνου Τσιάρα.
Οσον αφορά τον Ιμάμογλου, η κατηγορία ήταν «προσβολή μελών του Ανωτάτου Εκλογικού Συμβουλίου», κάτι που στον ελληνικό ποινικό κώδικα θα μεταφραζόταν ως «εξύβριση». Ο Ιμάμογλου κάποια στιγμή αποκάλεσε εκείνους που ακύρωσαν την εκλογή του «ηλίθιους», επαναλαμβάνοντας την έκφραση που λίγες ώρες πριν είχε χρησιμοποιήσει εναντίον του ο υπουργός Εσωτερικών Σουλεϊμάν Σοϊλού.
Οπως είναι αναμενόμενο, γι’ αυτή την «ακατέργαστη αξιολογική κρίση» (όπως ονόμαζε την εξύβριση ο αείμνηστος Σταύρος Τσακυράκης) δεν υπήρξε δίωξη κατά του κ. Σοϊλού, αλλά μόνο κατά του κ. Ιμάμογλου.
Τα παραπάνω δείχνουν το πρόσωπο του αυταρχικού καθεστώτος της Τουρκίας. Δείχνουν όμως και κάτι ακόμα. Οι νομοθεσίες περιορισμού της ελευθερίας του λόγου με τις εύηχες ονομασίες (π.χ. «κολασμός της εξύβρισης», «ποινικοποίηση των ψευδών ειδήσεων κ.ά.) θεσπίζονται από αυταρχικά καθεστώτα για να τις χρησιμοποιούν κατά των πολιτικών τους αντιπάλων.
Ευτυχώς, να λέμε, εμείς στην Ελλάδα δεν κινδυνεύουμε καθ’ ολοκληρίαν. Ολες αυτές οι λογοκριτικές νομοθεσίες ψηφίστηκαν –για καλούς βεβαίως σκοπούς– από δημοκρατικές κυβερνήσεις. Ετσι δεν θα κουραστούν οι πιθανοί αυταρχικοί ηγέτες του μέλλοντος. Θα τις έχουν έτοιμες και θα έχουν και δικαιολογίες ότι απλώς εφαρμόζουν «δημοκρατικούς» νόμους…