Χρόνια τώρα γράφουμε για τη λογοκριτική νομοθεσία, η οποία στο όνομα των προσωπικών δεδομένων απαγορεύει τη δημοσιοποίηση των ονομάτων κατηγορουμένων. Σημειώναμε ότι η άσκηση ποινικής δίωξης είναι δημόσια πράξη και όχι ιδιωτική υπόθεση του κατηγορουμένου. Γράφαμε, προ δεκαπενταετίας, ότι «δεν έχουμε διασαφηνίσει τα όρια του ιδιωτικού με το δημόσιο. Θεωρούμε πως οτιδήποτε άπτεται του ιδιωτικού καθίσταται αυτομάτως ιδιωτικό και προστατεύεται. Μόνο που η σύλληψη κάποιου και η κατηγορία δεν είναι αποκλειστικά προσωπική του υπόθεση. Υπάρχει μια κατηγορούσα δημόσια αρχή που κάνει την πράξη. Δηλαδή, ακόμη και αν δεν έπρεπε να γνωρίζουμε ποιος συνελήφθη, πρέπει να ξέρουμε ποιον συνέλαβαν οι δημόσιες αρχές, για να υπόκεινται αυτές –αν μη τι άλλο– στον δημοκρατικό έλεγχο» («Η Καθημερινή», 23.11.2007).
Επειτα από πολλούς θρήνους και περισσότερες ιαχές, η νομοθεσία έγινε… ψυχοπονιάρικη. Θεσπίστηκε η απαγόρευση δημοσιοποίησης των στοιχείων των κατηγορουμένων, με αποτέλεσμα να ζήσουμε τραγελαφικές καταστάσεις σαν το «έπος της 35χρονης συμβασιούχου στο υπουργείο Πολιτισμού». Το 2008, σε μια περίπλοκη ποινική υπόθεση, τα ΜΜΕ ανέφεραν την «35χρονη συμβασιούχο και κ. Χρήστο Νικολουτσόπουλο, δικηγόρο της». Κατόπιν υπήρξε η αθώωση της 35χρονης και η ταυτόχρονη δίωξη του δικηγόρου της. Τα Μέσα άρχισαν να αναφέρουν για τον «50χρονο εργατολόγο, δικηγόρο της κ. Εύης Τσέκου». Και πριν και μετά δημοσίευαν την ίδια φωτογραφία των δύο να εξέρχονται από την Ευελπίδων. Με μία διαφορά. Στην πρώτη περίπτωση το πρόσωπο του δικηγόρου δημοσιευόταν κανονικά και της κ. Τσέκου ήταν θολό. Σε μία μέρα άλλαξε: πλέον το πρόσωπο του κ. Νικολουτσόπουλου άρχισε δημοσιεύεται θολό και εκείνο της κ. Τσέκου κανονικά. Στην ίδια φωτογραφία…
Τα τραγελαφικά όμως δεν σταματούν εδώ. Γίνονται τραγικά. Οι πρώην «ευαίσθητοι» για τα δικαιώματα των κατηγορουμένων γίνονται εκδικητικοί ακόμη και για εκείνους που δεν αντιμετωπίζουν κατηγορία. Είναι (σχεδόν) πάνδημο το αίτημα να δοθούν στη δημοσιότητα τα ονόματα 213 πολιτών που είναι απλώς ύποπτοι για παιδοφιλία. Ο κ. Χρήστος Σπίρτζης το πήγε ακόμη μακρύτερα: «Οι Αρχές ακόμα αρνούνται να δώσουν τα στοιχεία των 213 υποψηφίων βιαστών», είπε. Υπέδειξε ως υπεύθυνο τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη διότι «δεν δίνουν τα ονόματα, που έπρεπε να έχουν ταυτοποιήσει μέσα σε ενάμιση μήνα τους πάντες από τους 213, που είδαν τα βίντεο της ντροπής, του αίσχους, της απανθρωπιάς» (Open, 13.10.2022). Δηλαδή σε μια χώρα που απαγορεύεται διά νόμου να δοθούν τα στοιχεία όσων επισήμως κατηγορεί η πολιτεία, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει την απαίτηση να δημοσιοποιηθούν τα ονόματα εκείνων που οι αστυνομικοί υποπτεύονται ότι παρανόμησαν.
Κάποια στιγμή πρέπει να βάλουμε τα πράγματα σε σειρά. Τα προσωπικά δεδομένα των υπόπτων είναι ιερά, διότι οποιοσδήποτε μπορεί αδαπάνως να υποπτευθεί οιονδήποτε για οποιοδήποτε αδίκημα. Δεν υπάρχει κάποια κρατική δράση. Από τη στιγμή όμως που οι υποψίες γίνονται επίσημη πράξη της πολιτείας, δηλαδή υπάρχει δίωξη, τότε το δημόσιο συμφέρον υπερτερεί της ιδιωτικής ζωής. Οι πολίτες πρέπει να γνωρίζουν τι κάνουν οι διωκτικές αρχές και γι’ αυτό ο νόμος για τα προσωπικά δεδομένα πρέπει να αλλάξει. Ομως μόνο για όσους επισήμως κατηγορούνται.
Κάποιοι θα σταθούν στο ιδιαιτέρως ειδεχθές του αδικήματος που είναι ο βιασμός παιδιών. Η αλήθεια είναι πως η υπόθεση του Κολωνού είναι γροθιά στο στομάχι κάθε ανθρώπου. Μόνο που οι νόμοι δεν πρέπει να εφαρμόζονται α λα καρτ και αναλόγως με την ευαισθησία του κοινού. Ούτε μπορεί να έχουν στόχο την εκδίκηση. Τα ονόματα όσων κατηγορηθούν πρέπει να δοθούν στη δημοσιότητα, αλλά όχι και να περάσουμε στο αντίθετο από το σημερινό άκρο της απόλυτης προστασίας. Αυτό δεν θα έχει πάτο…