Γράφαμε χθες για το «ελληνικό παράδοξο της παραγωγικότητας» που είναι η εξέλιξη του «παραδόξου Σόλοου». Ο μεγάλος Αμερικανός οικονομολόγος μπορούσε τη δεκαετία του 1980 «να βρει την πληροφορική εποχή παντού πλην των δεικτών παραγωγικότητας». Στην Ελλάδα, τη δεκαετία του 2020 μπορούμε να βρούμε την πληροφορική εποχή παντού πλην της τσέπης μας, και η πιο μεγάλη απόδειξη είναι οι χρεώσεις των τραπεζών για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές που κάνουμε μόνοι μας.
Υπάρχουν και χειρότερα, όπως η η Κοινή Υπουργική Απόφαση των υπουργών Δικαιοσύνης Κώστα Τσιάρα και Ψηφιακής Διακυβέρνησης Κυριάκου Πιερρακάκη «για την επίδοση εγγράφων από τους δικαστικούς επιμελητές με ηλεκτρονικά μέσα, σε εφαρμογή σχετικής διάταξης του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας».
Στο δελτίο Τύπου του υπουργείου Δικαιοσύνης γράφονται τα καλύτερα: «Με την ψηφιοποίηση της διαδικασίας οι επιδόσεις εγγράφων από τους δικαστικούς επιμελητές θα διενεργούνται ταχύτερα και οικονομικότερα (…) θα είναι δυνατή η διενέργεια πολύ περισσότερων επιδόσεων σε πολύ μικρότερο χρονικό διάστημα, διατηρώντας τον ίδιο βαθμό ασφάλειας κατά τη διενέργειά τους. Ταυτόχρονα εξασφαλίζεται η απευθείας γνωστοποίηση στον παραλήπτη, χωρίς να χρειάζεται να προσφύγει ο δικαστικός επιμελητής στη διαδικασία της θυροκόλλησης» (13.5.2022).
Ολα καλά κι όλα ωραία, αλλά το βασικό κόστος των 35 ευρώ που βαρύνει κάθε πολίτη για κάθε επίδοση εγγράφου ήταν αναγκαίο μόνο την αναλογική εποχή, τότε που ο δικαστικός επιμελητής πήγαινε με τα πόδια ή το αυτοκίνητό του για να θυροκολλήσει (εν ανάγκη) κάποιο έγγραφο. Η ψηφιακή παράδοση ενός εγγράφου είναι δύο-τρία κλικ, και μάλιστα με εργαλεία που όλοι έχουμε στον υπολογιστή μας. Είναι εύκολη η αυθεντικοποίηση χρηστών, μπαίνουν χωρίς κόστος οι χρονοσημάνσεις κ.λπ., υπάρχουν και οι ψηφιακές υπογραφές που γίνονται δεκτές από τα δικαστήρια. Και όμως. Η υπουργική απόφαση δεν προβλέπει την επιλογή κάποιου να αποφεύγει το γραφειοκρατικό κόστος του δικαστικού επιμελητή, οι οποίοι, όπως βλέπουμε στον δικτυακό τους τόπο, έχουν κι άλλες δουλειές να κάνουν, π.χ. «ενέργεια αναγκαστικής ή συντηρητικής κατάσχεσης με κόστος εξακόσια εξήντα ευρώ (660,00 €)».
Την εποχή του πρώιμου διαδικτυακού ιστού υπήρχε η «πρακτική του φτυαρίσματος» (shoveling), τότε που το αναλογικό περιεχόμενο εφημερίδων, περιοδικών κ.λπ. μεταγγιζόταν χωρίς επεξεργασία στις νέες ψηφιακές πλατφόρμες. Ετσι και η κυβέρνηση «φτυαρίζει» την παλιά αναλογική εποχή –συν τα κόστη της– σε ψηφιακές πλατφόρμες, διαιωνίζοντας το «ελληνικό παράδοξο της παραγωγικότητας».