Είναι εύλογη η ανησυχία για την υπερτουριστικοποίηση των Παρισίων και πολύ ενδιαφέρουσα η συνέντευξη του αρχιτέκτονα και πολεοδόμου Ζουσέπ Μποΐγας (Josep Bohigas) για την εμπειρία της Βαρκελώνης, πόλης που κατά τον συνάδελφο Γιώργο Λιάλιο βρίσκεται «ξανά στην πρωτοπορία των μητροπόλεων που παίρνουν μέτρα κατά των υπερβολικών βραχυχρόνιων μισθώσεων και των ξενοδοχείων, υπέρ της κοινωνικής κατοικίας, υπέρ της δημιουργίας δημόσιων χώρων εις βάρος του αυτοκινήτου» («Καθημερινή», 15.4.2022). Τα αστικά κέντρα της χώρας, με πρώτο αυτό της Αθήνας, χρειάζονται όλες τις ιδέες για να αναπτυχθούν ισόρροπα. Κάθε εμπειρία πρέπει να μελετηθεί, να σταθμιστεί και να εφαρμοστεί στον βαθμό που ταιριάζει.
Η στάθμιση, όμως, πρέπει να γίνει με όλους τους παράγοντες και όχι μόνο με την πιθανή όχληση που φέρνει κάποια δραστηριότητα. Ναι μεν είναι ενοχλητικός ο ήχος από τα ροδάκια της βαλίτσας που σέρνεται στα πεζοδρόμια, όμως είναι ακόμη πιο ενοχλητικό το θέαμα ανθρώπων που ψάχνουν τα σκουπίδια. Μπορεί να είναι θεμιτός ο κοπετός για το Παρίσι, αλλά γίνεται λιγότερο κατανοητός για την πρωτεύουσα μιας χώρας που έζησε την εμπειρία της χρεοκοπίας και ακόμη βρίσκεται στο χείλος της. Καλοί είναι οι προβληματισμοί του Πρώτου Κόσμου, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι εμείς ακόμη παλεύουμε με τα προβλήματα του Τρίτου, με κύριο την υπερχρέωση κράτους, επιχειρήσεων, νοικοκυριών. Είναι μια κατάσταση από την οποία δεν θα βγούμε εύκολα ούτε γρήγορα, αφού κάθε επενδυτική δραστηριότητα δημιουργεί κάποιου είδους όχληση. Ακόμη και αισθητική, όπως δημιουργούν οι ανεμογεννήτριες.
Είναι ενδιαφέρουσα αν και ποιητική η απόφανση του κ. Μποΐγας ότι «τα κέντρα των πόλεων χρειάζονται παιδιά, οικογένειες, όχι μόνο ξενοδοχεία και εστιατόρια», αλλά τα παιδιά και οι οικογένειες έφυγαν από την Αθήνα πολύ πριν έρθουν τα ξενοδοχεία, τα εστιατόρια και το Airbnb. Το τελευταίο, κατά έναν όχι και τόσο περίεργο τρόπο, αναζωογονεί περιοχές που ήταν διάσημες για τα ερείπιά τους. Πόσοι θυμούνται την περιοχή του Ψυρρή πριν από την «υπερτουριστικοποίησή» της; Ναι, τώρα είναι θορυβώδης, αλλά ο θόρυβος είναι σημάδι της ζωής. Μόνο στην έρημο υπάρχει απόλυτη ησυχία.
Το κέντρο της Αθήνας δεν απειλείται από τα καταλύματα που προσφέρουν κάποια οικονομική απολαβή σε όσους αγόρασαν σπίτι εκεί. Κατέρρευσε χρόνια πριν από την «τουριστικοποίηση», επειδή οι δημόσιες υποδομές είναι ελλιπείς (π.χ. πλημμυρίζει από αυτοκίνητα διότι δεν έχει καλές συγκοινωνίες), επειδή είναι βρώμικο (οι κάδοι, π.χ., δεν έχουν υπογειοποιηθεί), ενώ οι ερειπιώνες και τα γκάφιτι δίνουν την αίσθηση Χάρλεμ τη δεκαετία του ’70.