Είναι εντυπωσιακή η σιωπή μετά το άρθρο του κ. Γιάννη Στουρνάρα με τίτλο «Η ανάγκη επιστροφής στα πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα» («Καθημερινή», 13.2.2022). Δεν γκρίνιαξε καν ο ΣΥΡΙΖΑ, ούτε ακολούθησε την παλιά πολακική παράδοση: «Ο μπήξε, δείξε κεντρικός τραπεζίτης, ο υπηρέτης σκοτεινών δυνάμεων και σίγουρα της τρόικα που πίνει το αίμα μας» κ.λπ. Μόνο η εφημερίδα «Εστία» εξέφρασε την έκπληξή της: «Επιστροφή στα μνημόνια προτείνει ο κ. Στουρνάρας!» (14.2.2022). Λες και βγήκαμε ποτέ από αυτά…
Η πρώτη εξήγηση για τη σιωπή είναι πως ο κ. Στουρνάρας δεν είπε κάτι νέο, αλλά απλώς συνόψισε την κατάσταση των πραγμάτων. Το ότι «η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών αξιολογείται επιπλέον και με βάση το κριτήριο των ετήσιων ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών με ορίζοντα το έτος 2060. Συγκεκριμένα, έχει θεσπιστεί όριο 15% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα και 20% του ΑΕΠ μακροπρόθεσμα»· είναι γνωστό. Και στον ΣΥΡΙΖΑ που το συνομολόγησε και στην τότε αντιπολίτευση που το κατήγγειλε. Από την άλλη πλευρά, βέβαια, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μας έχει συνηθίσει σε τέτοια. Οταν αντιπολιτεύεται πάντα καταγγέλλει τις πολιτικές που ο ίδιος ως κυβέρνηση αποφάσισε ή έστω υπηρέτησε.
Επομένως πλεονεκτεί μια δεύτερη εξήγηση που έχει να κάνει με τον τρόπο επικοινωνίας των κεντρικών τραπεζιτών. Πρέπει να θυμηθούμε ότι οι διοικητές της ΤτΕ επί πολλά χρόνια δημοσίευαν την ετήσια εκτίμηση για την πορεία της οικονομίας. Στις εκθέσεις τους ξεκινούσαν πάντα με τις «καλές προοπτικές της οικονομίας» και στο κυρίως θέμα υπήρχαν τα «αν»: αν βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα, αν υπάρξουν μεταρρυθμιστικές τομές, αν το ισοζύγιο τάδε κι αν λογαριασμός δείνα. Ετσι η κυβέρνηση πανηγύριζε τις «προοπτικές» και η αντιπολίτευση στηλίτευε τα μέτρα που κρύβονταν πίσω από τα «αν». Αλλά πέρα από τις συνήθεις ανακοινώσεις των κομμάτων, κανείς άλλος δεν έδινε σημασία. Τα ΜΜΕ ουδέποτε έκαναν πρώτο θέμα την «Εκθεση του διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος». Δεν έκαναν θέμα τις εκθέσεις του ΔΝΤ, ούτε καν αυτή που τον Αύγουστο του 2009 μιλούσε ανοιχτά για ανισορροπίες, οι οποίες οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στη χρεοκοπία.
Μπορεί να είναι καλό σημάδι (ίσως λόγω της εμπειρίας των κομμάτων από την πρόσφατη οιονεί χρεοκοπία) το γεγονός ότι δεν υπήρξαν οι συνήθεις ανακοινώσεις· αυτοθαυμασμού από την κυβέρνηση και καταγγελίας από την αντιπολίτευση.
Από την άλλη, όμως, τα θεμελιώδη μεγέθη της οικονομίας μας πρέπει να παραμείνουν στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου. Και αυτό όχι μόνο γιατί δεν ξεμπερδέψαμε με τα μνημόνια, αλλά δεν ξεμπερδέψαμε καν με τις αιτίες που μας οδήγησαν σε αυτά.