Δουλειά της αντιπολίτευσης είναι να αντιπολιτεύεται την κυβέρνηση και ουχί την πραγματικότητα.
Ο Γκαίτε είχε γράψει πως «όταν οι ιδέες αποτυγχάνουν, οι λέξεις έρχονται πολύ βολικά». Κατ’ αναλογίαν μπορούμε να πούμε ότι όταν οι ιδέες καταρρεύσουν, οι λέξεις που χρησιμοποιούνται είναι βαρύγδουπες, οι εκφράσεις πομπώδεις, και ο βιασμός της Ιστορίας σίγουρος. Αυτό συμβαίνει τώρα στη Βουλή και με το νομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις που κατέθεσε ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη Μιχάλης Χρυσοχοΐδης. Ακούσαμε όλο το ρεπερτόριο της μεταπολίτευσης: «Χούντα», «κοινωνία που μπαίνει στον γύψο», «ιδιώνυμο», «σχέδιο νόμου – μνημείο αυταρχισμού» κ.λπ.
Ο αρμόδιος τομεάρχης του ΣΥΡΙΖΑ Γιάννης Ραγκούσης πλειοδότησε. Χαρακτήρισε «ψευδοαφήγημα» την επιχειρηματολογία της κυβέρνησης: «Είναι η Ελλάδα, λοιπόν, παραδομένη στους μπαχαλάκηδες; Είναι η Ελλάδα μια χώρα που όποιος θέλει, 50 άτομα, κλείνουν έναν δρόμο;». Δυστυχώς τα πράγματα είναι χειρότερα. Οταν ήταν υπουργός Εσωτερικών, στην άτυχη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, και προσπαθούσε να εφαρμόσει το σχέδιο για να μην πνιγεί η Αττική στα σκουπίδια, οι διαμαρτυρόμενοι δεν έκλειναν απλώς τους δρόμους, τους έσκαβαν! «Τάφρο βάθους 1,5 μέτρου περίπου άνοιξαν οι κάτοικοι της Κερατέας, στη λεωφόρο Λαυρίου, ενώ σήκωσαν σωρό από μπάζα στη προσπάθειά τους να κλείσουν κάθε είσοδο από και προς την πόλη τους» (6.4.2011).
Το βασικότερο ζήτημα που προκύπτει από αυτή τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ, είναι ότι δεν αναγνωρίζει καν το πρόβλημα, σε αντίθεση με το ΚΙΝΑΛ που διαφωνεί για το ποια είναι η ενδεδειγμένη λύση. «Είναι η Ελλάδα, λοιπόν, παραδομένη στους μπαχαλάκηδες;» ρώτησε ο κ. Ραγκούσης, αδιαφορώντας για το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια το κέντρο της Αθήνας κάηκε τρεις φορές· τις δύο επί των ημερών του, όταν δηλαδή ήταν υπουργός.
«Δουλειά της αντιπολίτευσης είναι να αντιπολιτεύεται, όχι να συμφωνεί με την κυβέρνηση», θα ισχυριστούν κάποιοι. Σύμφωνοι, αλλά δουλειά της είναι να αντιπολιτεύεται την κυβέρνηση και ουχί την πραγματικότητα. Ακόμη και ο τελευταίος επισκέπτης της Αθήνας γνωρίζει ότι η πόλη στενάζει από το άναρχο της διαμαρτυρίας. Οι κάτοικοι υποφέρουν, οι μαγαζάτορες κλαίνε κάθε τρεις και λίγο την περιουσία τους, οι βανδαλισμοί των δημοσίων κτιρίων είναι στην καθημερινή ατζέντα.
Η σοβαρή αντιπολίτευση επιχειρηματολογεί –όπως κάνει το ΚΙΝΑΛ– για το αν πρέπει δικαστικός να παίρνει τις αποφάσεις και ουχί ο αστυνομικός διευθυντής. Σε αυτό μπορεί να γίνει συζήτηση για τα υπέρ ή τα κατά. Το πρώτο παρέχει επιπλέον εγγυήσεις, το δεύτερο εκτός από θέματα αρμοδιότητος (μιας και μιλάμε για διοικητική απόφαση) είναι και πιο ευέλικτο.
Το ερώτημα, λοιπόν, είναι απλό: αν ο κ. Χρυσοχοΐδης αποσύρει το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου, τι προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ να μπει στη θέση του; Να παραμείνει ο νόμος της χούντας ως έχει; Να παραμείνει το κέντρο έρμαιο στη διάθεση κάθε μπαχαλάκια;
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 4.7.2020