Με ένα τόσο αγκυλωμένο και γραφειοκρατικό κράτος η οικονομία δεν μπορεί να προσαρμοστεί όπως πρέπει στις ταχύτατες μεταβολές του διεθνούς περιβάλλοντος.
Καλώς ή κακώς η Ελλάδα έγινε χώρα τουριστικού προορισμού. Οχι μόνο διότι σε αυτόν τον κλάδο της οικονομίας έχουμε συγκριτικό πλεονέκτημα στον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας· ήλιο, θάλασσα, αρχαία, πολιτισμό, όμορφες παραλίες, γραφικά χωριουδάκια κ.λπ. Πρωτίστως διότι αυτό ήταν η κοινή συνισταμένη πολλών κοινωνικών επιλογών. Σε μια χώρα, όπου «οι εξορύξεις μεταλλευμάτων σκοτώνουν ανθρώπους», «η βιομηχανία σκοτώνει το περιβάλλον», «η εκμετάλλευση κοιτασμάτων υδρογονανθράκων σκοτώνει τη θαλάσσια πανίδα», ακόμη και «οι ανεμογεννήτριες σκοτώνουν το τοπίο», ο μόνος τομέας που απομένει προς εκμετάλλευση είναι ο τουρισμός. Οταν λέμε «εκμετάλλευση» δεν εννοούμε την ταξική, που τόσο φοβούνται οι παντός χρώματος κομμουνιστές, αλλά το να κερδίζει κάποιος τα προς το ζην. Δυστυχώς, δεν εφευρέθηκε ένα σύστημα παγκόσμιας δημοσιοϋπαλληλίας, έτσι ώστε «μήνας μπαίνει, μήνας βγαίνει…». Πρέπει να πουλάμε προϊόντα στο εξωτερικό, ή να φέρνουν λεφτά οι ξένοι στο εσωτερικό, για να αγοράζουμε όλα όσα κάνουν τον βίο μας σύγχρονο· από το πετρέλαιο που μας θερμαίνει και κινεί τα αυτοκίνητά μας μέχρι και το τελευταίο μοντέλο κινητού τηλεφώνου που προτιμούν πολλοί.
Δεν ξέρουμε αν το μεγαλύτερο ποσοστό ύφεσης στην Ευρώπη, που προβλέπεται για την Ελλάδα το 2020, οφείλεται μόνο στην εξάρτηση της οικονομίας από τον τουρισμό. Με ένα τόσο αγκυλωμένο και γραφειοκρατικό κράτος η οικονομία δεν μπορεί να προσαρμοστεί όπως πρέπει στις ταχύτατες μεταβολές του διεθνούς περιβάλλοντος. Είναι παλαιόθεν γνωστό ότι η Ελλάδα εμφανιζόταν πάντα πανέτοιμη για την προηγούμενη κατάσταση. Μέχρι να βγουν οι νόμοι, να εκδοθούν οι υπουργικές αποφάσεις, να υπογραφούν τα Προεδρικά Διατάγματα, να σταλούν οι διευκρινιστικές εγκύκλιοι κ.λπ. χάσαμε δύο τεχνολογικές επαναστάσεις. Πόσο, δε, μάλλον τώρα που ουδείς παγκοσμίως ξέρει πώς θα συμπεριφερθεί το καλοκαίρι ο ιός, αν θα είναι ισχυρότερος ή εξουθενωμένος, πώς θα είναι το δεύτερο κύμα της πανδημίας, αν θα περάσει αλώβητη η πρόταση Μέρκελ-Μακρόν για επιδότηση των οικονομιών που επλήγησαν, πόσοι θα αποφασίσουν να ταξιδέψουν με αυτές τις συνθήκες, σε τι ποσοστό θα ανακάμψει ο παγκόσμιος τουρισμός κ.λπ.
Επομένως ναι, έχουν δίκιο όσοι ισχυρίζονται ότι το «ανοίξαμε και σας περιμένουμε», που ανακοίνωσε η κυβέρνηση στις διεθνείς αγορές, εμπεριέχει μεγάλο ποσοστό ρίσκου. Από την άλλη πλευρά, όμως, η ελληνική οικονομία δεν έχει την πολυτέλεια να περιμένει το εμβόλιο για να μη χάσει και το 25% του ΑΕΠ της. Οι κεϊνσιανές πολιτικές που προτείνουν διάφοροι είναι καλές, αλλά δεν χτίζονται με καλές προθέσεις. Θέλουν και λεφτά. Και όπως θα έλεγε ο κ. Φίλιππος Σαχινίδης, οι «δεξιές σελίδες» του Κέινς (η παραγωγή δημοσιονομικών πλεονασμάτων) προηγούνται των «αριστερών σελίδων», που είναι η παραγωγή ελλειμμάτων στους δύσκολους καιρούς. Ούτε ο κεϊνσιανισμός είναι τσάμπα σε αυτήν τη ζωή. Αν δεν βρεθεί «λεφτόδενδρο» ή δεν αποφασίσουν κάποιοι να μας πληρώνουν για να καθόμαστε και να είμαστε ασφαλείς, το λελογισμένο ρίσκο είναι ο μόνος δρόμος. Και το «λελογισμένο» του πράγματος είναι τα υγειονομικά πρωτόκολλα που πρέπει γηγενείς και αλλοδαποί να εφαρμόζουμε, κατά τη διάρκεια του περίεργου και δύσκολου –για όλον τον κόσμο– καλοκαιριού.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 24.5.2020