Oι ψηφοφόροι δεν μπορούν να κρυφτούν πίσω από τις επιλογές άλλων, δεν μπορούν να καταραστούν τη μοίρα, τις συναστρίες και το κακό συναπάντημα.
Στατιστικώς, είναι πολύ πιθανό ότι κάποιοι από τις 30.000 Αμερικανών που (μέχρι στιγμής) έχασαν τη ζωή τους στην πανδημία είχαν ψηφίσει τον Ντόναλντ Τραμπ το 2016 με το επιχείρημα «εντάξει! Και πόσο χειρότερα μπορούν να γίνουν τα πράγματα;». Να θεωρούμε σίγουρο ότι σε συνοικίες σαν το Μπρονξ, που επλήγησαν περισσότερο, πάρα πολλοί δεν πήγαν να ψηφίσουν διότι «όλοι οι πολιτικοί ίδιοι είναι». Μπορούμε να εικάσουμε με μεγάλο βαθμό βεβαιότητας ότι οι περισσότεροι Αμερικανοί θα είπαν «who the hell is WHO…», «ποιος στον διάβολο είναι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) και γιατί εμείς να πληρώνουμε γι’ αυτόν;».
Λέχθηκε ότι «η δημοκρατία είναι το χειρότερο πολίτευμα, με εξαίρεση όλα τα άλλα» (Ουίνστον Τσώρτσιλ). Είναι, πράγματι, το χειρότερο. Οχι επειδή δεν παράγει πάντοτε τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα· η εκλογή Τραμπ δεν είναι ιστορικώς η δυσμενέστερη, υπήρξε και το 33% που πήραν οι ναζί στις τελευταίες ελεύθερες εκλογές της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης τον Νοέμβριο του 1932. Είναι το χειρότερο πολίτευμα διότι «στη δημοκρατία το υψηλότερο αξίωμα είναι αυτό του πολίτη». Αυτή είναι η «κατάρα» της δημοκρατίας: οι ψηφοφόροι δεν μπορούν να κρυφτούν πίσω από τις επιλογές άλλων, δεν μπορούν να καταραστούν τη μοίρα, τις συναστρίες και το κακό συναπάντημα. Επιλέγουν πλειοψηφικώς και λούζονται τις καλές ή κακές επιλογές των. Δεν μπορούν να πουν «δεν ήξερα»· «ας ρωτούσες», είναι η απάντηση.
Δεν μπορούν καν να δικαιολογηθούν «μα πώς να προβλέψω την εξέλιξη της πανδημίας;»· «υπήρξαν κυβερνήσεις σαν την ελληνική που προνόησαν», είναι η απάντηση. Υπήρξαν ηγεσίες που στηρίχθηκαν στις γνώμες των ειδικών και ουχί στο «έχω ένα προαίσθημα ότι η πανδημία θα είναι μια μορφή γρίπης», όπως συνήθιζε να λέει ο Αμερικανός πρόεδρος. Δουλειά των πολιτών είναι να υπερψηφίζουν εκείνους που προνοούν και όχι τσαρλατάνους που φορούν κόκκινα καπέλα και κάνουν μορφασμούς στις ομιλίες τους, να επιλέγουν εκείνη την ηγεσία «που καθοδηγείται από γνώση και εμπειρία, τιμιότητα και ταπεινότητα, ενσυναίσθηση και κοσμιότητα», όπως είπε ο Μπαράκ Ομπάμα στην ομιλία του για τη στήριξη του Τζο Μπάιντεν για το χρίσμα των προεδρικών εκλογών (14.4.2020).
Σίγουρα θα ειπωθούν πολλά για τον υποψήφιο των Δημοκρατικών. Τουλάχιστον όσα ελέχθησαν για τη Χίλαρι Κλίντον. Στον κόσμο του ιδανικού, ο Μπάιντεν είναι μια πολύ κακή υποψηφιότητα. Δεν κατεβαίνει όμως απέναντι στον ιδεατό πολιτικό που ο καθένας μας έχει στο κεφάλι του, αλλά απέναντι σε μια ακόμη χειρότερη υποψηφιότητα, τον χειρότερο ίσως πρόεδρο που είχε ποτέ η Αμερική. Με βάση αυτό πρέπει να κριθεί. Ετσι θα αντιστραφεί ο γλιστερός κατήφορος της πολιτικής στις ΗΠΑ, θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις ώστε το 2024 να κατεβάσουν οι Ρεπουμπλικανοί έναν καλύτερο του Μπάιντεν υποψήφιο για να κερδίσουν τις εκλογές. Στο χέρι των ψηφοφόρων είναι, διότι, όπως είπε ο Μπαράκ Ομπάμα, «η καλή διακυβέρνηση μετράει, τα δεδομένα και η επιστήμη μετράνε, το κράτος δικαίου μετράει, το να έχουμε ηγέτες που είναι πληροφορημένοι και τίμιοι και που θα προσπαθούν να ενώσουν τον κόσμο αντί να τον διαχωρίσουν, αυτή η ηγεσία μετράει. Με άλλα λόγια, οι εκλογές μετράνε…».
Κι αν κάποιοι νομίζουν ότι όλα αυτά μετράνε μόνο στις ΗΠΑ, είναι βαθιά γελασμένοι.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 18.4.2020