Εχουμε μια απορία: Τώρα που κατέπεσαν οι κατηγορίες για λαθρεμπόριο χρυσού –άλλη μία τεράστια επιτυχία της πιο πολυχρονεμένης μετά το 2009 κυβέρνησης– μπορούν τα ΜΜΕ να χρησιμοποιούν το όνομα του κ. Ρ.; Οχι τίποτε άλλο, αλλά κοντεύουμε να τρελάνουμε αναγνώστες, ακροατές και τηλεθεατές.
Στην υπόθεση «Ελληνική Πολιτεία κατά κ. Ρ.» έχουμε συμπυκνωμένη ολόκληρη την παλαβομάρα του νομοθετικού πλαισίου για τα προσωπικά δεδομένα. Πρόκειται για ένα σύμπλεγμα κανόνων που θεσπίστηκε την περασμένη δεκαετία μέσα στον πυρετό της μόδας που ήθελε τα πάντα, ακόμη και τις πράξεις των δημοσιών λειτουργών, να είναι «ιδιωτική ζωή».
Ετσι, στα δελτία ειδήσεων οι παρουσιαστές μιλούσαν για τον «γνωστό ενεχυροδανειστή που κατηγορείται για λαθρεμπορία χρυσού» και κατόπιν έπαιζαν το βίντεο με την ομιλία του πρωθυπουργού, ο οποίος έλεγε: «Σήμερα, είχαμε μια ακόμη πιο σημαντική επιτυχία, την εξάρθρωση ενός δικτύου, μιας εγκληματικής οργάνωσης. Αναφέρομαι σε ένα δίκτυο ενεχυροδανειστηρίων σε όλη την Ελλάδα, το γνωστό δίκτυο “Ριχάρδος”, που είχε ξεζουμίσει, τα πρώτα χρόνια της κρίσης κυρίως, δεκάδες χιλιάδες συμπολίτες μας…» (Βουλή 28.11.2018).
Κατόπιν οι παρουσιαστές συνέχιζαν να μιλούν για τον «γνωστό τηλενεχυροδανειστή» για να παίξουν αμέσως μετά βίντεο με τις δηλώσεις των δικηγόρων, οι οποίοι αναφερόταν σε κάποιον κατηγορούμενο με το όνομα «Ριχάρδος». Το πιο παράλογο απ’ όλα είναι ότι δεν ξέραμε αν η απαγορευμένη λέξη που ξεκινάει από ρο είναι όνομα, επίθετο, παρατσούκλι ή επωνυμία επιχείρησης. Τα ΜΜΕ όμως, που έχουν καεί στον νομοθετικό χυλό, φυσούν και το γιαούρτι. Πολύ λογικό: με τους νόμους που έχει ψηφίσει η ελληνική Βουλή και με την ερμηνεία που κάνουν κατά καιρούς οι Ελληνες δικαστές δεν ξέρεις ποτέ τι πρόκειται να ξημερώσει. Ετσι, τα κανάλια θόλωναν το πρόσωπο του κατηγορουμένου, ενώ πιο λογικό θα ήταν να θολώνουν τις παντόφλες του.
Εχουμε γράψει πολλάκις για τον «αχταρμά με τα προσωπικά δεδομένα» στη χώρα μας και κάποια στιγμή πρέπει να αποκτήσουμε σταθερούς και λογικούς κανόνες. Το πρώτο που πρέπει να κατανοήσουμε είναι ότι «η δίωξη ενός ατόμου δεν είναι αποκλειστικά ιδιωτική του υπόθεση. Αφορά και τον ίδιο, αλλά έχει να κάνει και με τις δικαστικές αρχές. Ακόμη κι αν δεχθούμε ότι ο Ελληνας πολίτης δεν έχει δικαίωμα να μάθει ποιος διώκεται, έχει απόλυτο δικαίωμα να μάθει ποιον διώκουν οι δικαστικές αρχές. Αυτό ακούγεται σαν σοφιστεία, αλλά δεν είναι. Οι φορολογούμενοι πληρώνουν αστυνομικούς, εισαγγελείς κ.λπ. και έχουν το δικαίωμα να γνωρίζουν τι κάνουν αυτές οι Αρχές. Διώκουν κάποιους; Διώκουν αυτούς που πρέπει; Μήπως αφήνουν κάποιους στο ακαταδίωκτο; Μήπως διώκουν καταχρηστικά κάποιους άλλους; Αυτά είναι εύλογα ερωτήματα, που μόνο στο φως της δημοσιότητας μπορούν να απαντηθούν. Με τη δημοσιότητα, αφενός ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος κατάχρησης εξουσίας και αφετέρου οι φορολογούμενοι κρίνουν αν και κατά πόσον τα χρήματά τους πιάνουν τόπο» («Καθημερινή», 27.6.2007).
«Και το τεκμήριο αθωότητας;» θα αναρωτηθούν κάποιοι. «Δεν παραβιάζεται με την αναφορά του ονόματος;». Φυσικά όχι. Παραβιάζεται όταν το όνομα συνοδεύεται με την αυθαίρετη καταδίκη, όπως έκανε ο πρωθυπουργός από το βήμα της Βουλής, μιλώντας για «εγκληματική οργάνωση». Η είδηση ότι «ο κ. Τάδε Ταδόπουλος κατηγορείται από τις Αρχές για το δείνα αδίκημα» αποτελεί αποτύπωση της πραγματικότητας. Το κουτσούρεμα σε «ο κ. Τ. Τ. κατηγορείται…» αποτελεί παραποίηση της αλήθειας, η δε επιβολή του λογοκρισία.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 9.12.2018