Σήμερα ζούμε τη βασική αντίφαση του καπιταλισμού, που αναγκαστικώς οδηγεί σε αδιέξοδα. Αυτή δεν είναι παρά η προσπάθεια να χωθεί η νέα οικονομία των ιδεών στα παλιά καλούπια της ιδιοκτησίας.
Πολλοί ήλπισαν ότι η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 σηματοδοτούσε το τέλος της «νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης» και την επανάκαμψη της Αριστεράς. Εκαναν λάθος σε όλα, πλην ενός. Η παγκοσμιοποίηση βρίσκεται σε κρίση, κάτι που φαίνεται από την εκλογή λαϊκιστών, απομονωτιστών, εθνοκεντρικών ηγετών οι οποίοι εκλέγονται με το σύνθημα «η τάδε χώρα πρώτα». Ομως, η αμφισβήτηση της παγκοσμιοποίησης δεν γίνεται με τους κλασικούς αριστερούς όρους. Παντού, κερδίζουν δεξιοί μέχρι ακροδεξιοί ηγέτες, ενώ η Αριστερά χάνει. Και δεν κερδίζουν με φιλελεύθερες οικονομικές συνταγές –αυτές προϋποθέτουν τις ανοιχτές αγορές– αλλά με νεοσυντηρητικές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η μείωση των φόρων για τα υψηλά εισοδήματα του Ντόναλντ Τραμπ ή η περικοπή των κοινωνικών δαπανών του Βίκτορ Ορμπαν. Και φυσικά οι δασμοί στις εισαγωγές δεν είναι φιλελεύθερη πολιτική.
Η πολιτική αυτών που ονομάζουμε «λαϊκιστές» είναι αδιέξοδη. Ο καπιταλισμός είναι σαν τον καρχαρία, πρέπει να βρίσκεται διαρκώς σε κίνηση για να επιζήσει. Χρειάζεται τις παγκόσμιες αγορές. Οπως έγραψε ο πιο οξυδερκής μελετητής του καπιταλισμού: «Στη θέση των παλιών αναγκών, που ικανοποιούνταν από τα εθνικά προϊόντα, μπαίνουν καινούργιες ανάγκες που για να ικανοποιηθούν απαιτούν προϊόντα των πιο απομακρυσμένων χωρών και κλιμάτων. Στη θέση της παλιάς τοπικής και εθνικής αυτάρκειας και αποκλειστικότητας, μπαίνει μια ολόπλευρη συναλλαγή, μια ολόπλευρη αλληλεξάρτηση των εθνών». (Καρλ Μαρξ, «Κομμουνιστικό Μανιφέστο»).
Ασχέτως, όμως, απ’ όλα αυτά, η Αριστερά –σε όλες τις εκδοχές της, σοσιαλδημοκρατική, επαναστατική, κομμουνιστική– όχι μόνο δεν κερδίζει από την τελευταία καπιταλιστική κρίση, αλλά χάνει. Κι αυτό, διότι αποδείχθηκε ότι στις υπάρχουσες παραγωγικές δομές ο καπιταλισμός προσφέρει μεγαλύτερη ευημερία στους πληθυσμούς, απ’ ό,τι τα διάφορα αριστερά μοντέλα που δοκιμάστηκαν. Οι δείκτες της ανθρώπινης ανάπτυξης σε ολόκληρο τον κόσμο βελτιώθηκαν. Στους 17 αιώνες της προκαπιταλιστικής οικονομίας, το παγκόσμιο ΑΕΠ σχεδόν διπλασιάστηκε. Στους δύο αιώνες του καπιταλισμού, από το 1800 μέχρι σήμερα, δεκαπλασιάστηκε. Ναι, υπήρξαν αδικίες, εκμετάλλευση κ.λπ., αλλά ο κάτοικος της επαρχίας Χαϊνάν στην Κίνα μπορεί να έχει πλέον αυτοκίνητο, ενώ την περίοδο του «Μεγάλου Αλματος» έλιωνε τα κατσαρολικά του για να υλοποιηθεί το πλάνο παραγωγής 1.200 τόνων χάλυβα που ήθελε ο Μάο Τσε Τουνγκ.
Με μαρξιστικούς όρους θα λέγαμε ότι οι παραγωγικές σχέσεις του καπιταλισμού, θεμέλιο των οποίων είναι η ατομική ιδιοκτησία, παρά τα προβλήματα ταίριαξαν με τις υπάρχουσες παραγωγικές δυνάμεις. Η νομική προστασία της ιδιοκτησίας έλυσε το πανάρχαιο πρόβλημα της κατανομής υλικών πόρων. Οι άνθρωποι αντί να σκοτώνονται για ένα κομμάτι γης, το οριοθετούσαν και ο νόμος το προστάτευε. Αυτή η προστασία δημιούργησε και κίνητρο για μεγαλύτερη υλική παραγωγή, αφού τα αποτελέσματά της ήταν κι αυτά προστατευμένα.
Αυτές οι παραγωγικές σχέσεις, όμως, δεν λειτουργούν με τα άυλα πράγματα. Η νέα οικονομία των ιδεών είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Παρά τις νομικές ακροβασίες για να κατοχυρωθεί η πνευματική ιδιοκτησία, αυτή διαφεύγει των παλιών κανόνων και αυτό είναι λογικό. Η φράση «ιδιοκτήτης πληροφορίας» είναι χωρίς νόημα, διότι η πληροφορία –σε αντίθεση π.χ. με ένα χωράφι– πραγματώνεται μόνο όταν μοιράζεται. Ούτε μπορεί κάποιος να πουλήσει μια ιδέα προς π.χ. 10.000 ευρώ. Για να την αγοράσει κάποιος πρέπει να εκτιμήσει την αξία της. Για να εκτιμήσει πρέπει να γίνει κοινωνός της ιδέας κι αν γίνει δεν έχει κανένα λόγο να την αγοράσει. Επιπλέον, τα πνευματικά προϊόντα, όταν δεν είναι «επικολλημένα» σε υλικά μέσα (π.χ. χαρτί, βινύλιο, καμβά κ.ά.), έχουν μηδενικό κόστος αναπαραγωγής.
Να σημειώσουμε εδώ ότι η τρομακτική επιτυχία του καπιταλισμού δεν βασίστηκε μόνο στην προστασία της υλικής ιδιοκτησίας. Προέκρινε, επίσης, την όσο το δυνατόν (λόγω του κόστους αναπαραγωγής) μεγαλύτερη διάχυση των πνευματικών έργων, διά της Παιδείας, των δημόσιων βιβλιοθηκών, πολιτιστικών εκδηλώσεων κ.λπ. Οι επιστήμονες δεν διενοούντο να πατεντάρουν τα αποτελέσματα της δουλειάς τους. «Μπορείς να πατεντάρεις τον ήλιο;», απάντησε ο Τζόνας Εντουαρντ Σολκ, ο οποίος δούλεψε σκληρά επί επτά χρόνια για να φτιάξει το εμβόλιο κατά της πολιομυελίτιδας.
Σήμερα ζούμε τη βασική αντίφαση του καπιταλισμού, που αναγκαστικώς οδηγεί σε αδιέξοδα. Αυτή δεν είναι παρά η προσπάθεια να χωθεί η νέα οικονομία των ιδεών στα παλιά καλούπια της ιδιοκτησίας. Μια μορφή αυτής της αντίφασης εμφανίζεται στην αγορά εργασίας. Ενώ ζητείται από τους εργαζομένους να εκπαιδεύονται και να επανεκπαιδεύονται διαρκώς, η διαδικασία γίνεται όλο και πιο ακριβή και φυσικά δυσπρόσιτη στα λαϊκά στρώματα. Αυτό δεν δημιουργεί απλώς ανισότητες και κοινωνικές εντάσεις, αλλά στερεί από την νέα οικονομία την πρώτη της ύλη: τα ανθρώπινα μυαλά. Η κοινωνική κινητικότητα στους πρώτους αιώνες του καπιταλισμού δεν ήταν μόνο παράγοντας κοινωνικής νομιμοποίησής του (ο Χένρι Φορντ π.χ. ήταν γιος αγροτών) αλλά και προόδου. Η δωρεάν Παιδεία, δηλαδή η απρόσκοπτη κυκλοφορία των πνευματικών έργων, προώθησε την ανάπτυξη του πολιτισμού και της επιστήμης. Ο Τόμας Εντισον ήταν γιος μικρέμπορα και μεγάλωσε σε απίστευτη φτώχεια.
Ο Μαρξ, όμως, έκανε μια σημαντική πρόβλεψη: «Σε μια ορισμένη βαθμίδα της εξέλιξής τους, οι υλικές παραγωγικές δυνάμεις έρχονται σε αντίφαση με τις υπάρχουσες σχέσεις παραγωγής ή –πράγμα που αποτελεί μονάχα τη νομική γι’ αυτό έκφραση– με τις σχέσεις ιδιοκτησίας, μέσα στις οποίες είχαν κινηθεί ώς τώρα. Από μορφές ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων οι σχέσεις αυτές μεταβάλλονται σε δεσμά τους. Τότε έρχεται μια εποχή κοινωνικής επανάστασης. Με την αλλαγή της οικονομικής βάσης ανατρέπεται, αργότερα ή γοργότερα, ολόκληρο το τεράστιο εποικοδόμημα» (Καρλ Μαρξ, «Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας», εκδ. Σύγχρονη Εποχή).
Σε αυτή τη φάση μετάβασης βρίσκονται σήμερα οι κοινωνίες μας, ασχέτως αν οι πρώτες αντιδράσεις –όπως γίνεται σε όλες τις μεγάλες αλλαγές– είναι συντηρητικές έως αντιδραστικές. Η οικονομία της γνώσης, στην οποία αναγκαστικά θα δραστηριοποιηθεί το ανθρώπινο είδος (αφού η υλική παραγωγή αφήνεται όλο και περισσότερο στις μηχανές), δεν λειτουργεί στα παλιά καπιταλιστικά καλούπια. Με μηδενικό κόστος αναπαραγωγής το σύνθημα «καθένας σύμφωνα με τις δυνατότητές του (και με κίνητρο την οικονομία της φήμης που αναπτύσσεται όλο και περισσότερο), καθένας σύμφωνα με τις ανάγκες του», μπορεί επιτέλους να γίνει πραγματικότητα. Κι εκεί χρειάζεται επεξεργασία θέσεων που δεν κάνει σήμερα η Αριστερά.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 29.4.2018