Τα αντικομμουνιστικά ανέκδοτα, φυσικά, δεν έριξαν τα ολοκληρωτικά καθεστώτα της Ανατολικής Ευρώπης. Η πληθώρα τους, όμως, ήταν ένα σημάδι κατάρρευσής των.
Τον Μάρτιο του 1988, ο Αμερικανός πρόεδρος Ρόναλντ Ρέιγκαν αποκάλυψε σε μια ομιλία του το καινούργιο χόμπι του: «Συλλέγω ιστορίες που λέγονται στη Σοβιετική Ενωση, από πολίτες αυτής της χώρας, ιστορίες που αποκαλύπτουν ότι εκεί έχουν φοβερή αίσθηση του χιούμορ, αλλά και εξαιρετικά κυνική στάση απέναντι στο σύστημα… Θα σας πω μία, που δεν έχω πει στον Γκορμπατσόφ. Ξέρετε, υπάρχει μια καθυστέρηση δέκα χρόνων για την παραλαβή αυτοκινήτου. Και μόνο μία στις επτά οικογένειες έχει αυτοκίνητο. Χρειάζεται μεγάλη διαδικασία και το προπληρώνεις. Και αυτό συνέβη σε έναν τύπο –σύμφωνα με το ανέκδοτο που κυκλοφορεί εκεί– ο οποίος πληρώνει τα λεφτά και ο υπεύθυνος του λέει “ΟΚ. Ελα σε δέκα χρόνια για να παραλάβεις το αυτοκίνητο”. Ο αγοραστής ρωτάει: “Πρωί ή απόγευμα;” “Τι διαφορά έχει σε δέκα χρόνια από τώρα;” ρωτάει ο υπεύθυνος. Και ο αγοραστής λέει: “Ξέρετε έρχεται ο υδραυλικός το πρωί”».
Αυτή η ιστορία καταγράφεται σε παραλλαγή –μαζί με πολλές άλλες– στο νέο βιβλίο του κ. Γιώργου Τσακνιά «Η πίπα του Στάλιν και άλλα (αντι)σοβιετικά ανέκδοτα» των εκδόσεων Κίχλη. Ο τίτλος προέρχεται από το ανέκδοτο που επίσης κυκλοφορούσε στη Σοβιετική Ενωση και σύμφωνα με το οποίο, «ο Στάλιν δέχεται στο γραφείο του μια αντιπροσωπεία βιομηχανικών εργατών από τα Ουράλια. Μόλις φεύγουν ψάχνει την πίπα του να καπνίσει – πουθενά η πίπα. Φωνάζει τον (στενό συνεργάτη του και διοικητή της μυστικής υπηρεσίας) Μπέρια. “Λαβρέντι, ήταν εδώ οι εργάτες από τα Ουράλια. Μόλις έφυγαν και δεν μπορώ να βρυ την πίπα μου…”. Ο Μπέρια αμέσως τρέχει πίσω από την αντιπροσωπεία. Ο Στάλιν ψαχουλεύει λίγο ακόμη το γραφείο του, ανοίγει ένα συρτάρι, σηκώνει κάτι χαρτιά και βρίσκει από κάτω την πίπα. Παίρνει τηλέφωνο: “Λαβρέντι, άκυρο· την βρήκα τελικά την πίπα. Στο συρτάρι ήταν”. Και ο Μπέρια απαντά: “Α, ναι; Γιατί εδώ όλοι έχουν ήδη ομολογήσει”».
Λαϊκή κριτική
Ο θρύλος λέει ότι ακόμη και ο ίδιος ο Στάλιν γελούσε με το παραπάνω ανέκδοτο, χαρούμενος ίσως από την «αποτελεσματικότητα» των μυστικών του υπηρεσιών να βγάζουν τις απολογίες που ήθελε. Το ανέκδοτο καθαυτό ήταν η λαϊκή κριτική για τις διαβόητες «Δίκες της Μόσχας», κατά τις οποίες παλιοί μπολσεβίκοι επαναστάτες, προφανώς ύστερα από βασανιστήρια των μυστικών υπηρεσιών, δήλωναν αντεπαναστατική δράση. Ηταν όμως «κάθε αστείο μια μικρή επανάσταση», όπως έγραψε ο Τζορτζ Οργουελ; Για τον κ. Τσακνιά: «Τα ανέκδοτα στην ΕΣΣΔ εκ των πραγμάτων δεν συνιστούσαν επανάσταση· ούτε καν αντιστασιακή πράξη. Ηταν βέβαια η βαλβίδα εκτόνωσης του ατμού της αγανάκτησης και υπ’ αυτή την έννοια αποτελούσαν μια δικλίδα ασφαλείας και για το καθεστώς». Κατά τον ίδιο, «δεν ήταν όλα τα ανέκδοτα εξίσου επικίνδυνα. Ανέκδοτο για τον Λένιν ήταν βαρύ αμάρτημα· το ίδιο και ανέκδοτο για τον Στάλιν όσο ζούσε. Σύμφωνα με μαρτυρία πρώην αστυνομικού από την Ουγγαρία, τα πολιτικά ανέκδοτα κατά κανόνα ήταν σχετικά ανεκτά, αρκεί να μην άγγιζαν τρία θέματα-ταμπού: τους ηγέτες του κόμματος και της χώρας, την παρουσία σοβιετικών στρατευμάτων στην Ουγγαρία και την επανάσταση του 1956 η οποία έπρεπε πάντα να χαρακτηρίζεται “αντεπανάσταση”».
Στη Σοβιετική Ενωση τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα. «Μόνο εντός του 1935 η Εν Κα Βε Ντε συνέλαβε 43.648 πολίτες βάσει του άρθρου 58. Για τους μισούς περίπου από αυτούς η κατηγορία ήταν ότι αντάλλασσαν ανέκδοτα ή σατιρικά ποιήματα (τσαστούσκι), ότι βανδάλισαν πορτρέτα ηγετών του κόμματος ή ότι διατύπωσαν περίεργες υποθέσεις για το τι συνέβη στον Κίροφ (σ.σ. μπολσεβίκος ηγέτης που δολοφονήθηκε από άγνωστο εκτελεστή το 1934) ή σε άλλα κομματικά στελέχη». Ο φυγάς Γεβγκένι Αντρέγιεβιτς, που κυκλοφόρησε στο Μόναχο το 1951 μια συλλογή ανεκδότων, έγραψε πώς «η συνήθης ποινή για τους “ανεκτοτσίκι” (εκείνους που αφηγούνται ανέκδοτα) είναι πέντε χρόνια» σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας. Σύμφωνα με μια ρήση της εποχής, «υπάρχουν άνθρωποι που συλλέγουν ανέκδοτα και άνθρωποι που συλλέγουν ανθρώπους που συλλέγουν ανέκδοτα».
Αλλά ακόμη και αυτές οι διώξεις περνούσαν τη βάσανο του λαϊκού σαρκασμού. Ο πρώην αρχηγός της CIA Allan W. Dulles συνήθιζε να γελάει με τους φίλους του λέγοντας ότι την περίοδο της αποσταλινοποίησης εμφανίστηκε στο χωριό κάποιος που έλειπε 15 χρόνια. Είπε ότι ήταν στη φυλακή επειδή αποκάλεσε τον Στάλιν «ηλίθιο». «Μα», του λέει κάποιος, «η προσβολή ηγέτη τιμωρείτο μόνο με ένα χρόνο φυλακή». «Σωστά», του απαντά ο άλλος. «Αλλά έφαγα επιπλέον 14 χρόνια για την αποκάλυψη κρατικού μυστικού». Ή όπως καταγράφει ο κ. Τσακνιάς στο βιβλίο του: «Τρεις κρατούμενοι συζητούν στη φυλακή: “Εσένα γιατί σε πιάσανε;”. “Εγραψα εναντίον του (σ.σ. μπολσεβίκου επαναστάτη και συγγραφέα) Καρλ Ράντεκ. Εσένα;” “Εγώ έγραψα υπέρ του Καρλ Ράντεκ”. Ο τρίτος κάθεται αμίλητος. Οι άλλοι δύο γυρνούν και τον κοιτάζουν. “Εγώ είμαι ο Καρλ Ράντεκ” λέει εκείνος».
Τα αντικομμουνιστικά ανέκδοτα, φυσικά, δεν έριξαν τα ολοκληρωτικά καθεστώτα της Ανατολικής Ευρώπης. Η πληθώρα τους, όμως, ήταν ένα σημάδι κατάρρευσής των. «Ο εξόριστος στην Αγγλία Λιθουανός πολιτικός επιστήμονας Αλεξάντερ Στρόμας, πρώην καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας, ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’70 υποστήριζε ότι τα αντισοβιετικά ανέκδοτα και η εξέλιξή τους αποτελούσαν σημάδι κατάρρευσης του καθεστώτος», γράφει ο κ. Τσακνιάς. «Ο Στρόμας προέβλεψε όχι μόνο την κατάρρευση των σοσιαλιστικών καθεστώτων στην ΕΣΣΔ και στην Ανατολική Ευρώπη, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο αυτή θα συνέβαινε και μάλιστα με εντυπωσιακή ακρίβεια».
Οπως και να έχει το πράγμα, όμως, αυτά τα ανέκδοτα ήταν ένα μέσο ανακούφισης των πολιτών και σύμφωνα με τον Αντρέγιεβιτς «το μοναδικό όπλο των ανθρώπων που ζουν σε ένα ολοκληρωτικό καθεστώς. Το ανέκδοτο είναι ένα είδος αναπαράστασης των πραγματικών συνθηκών της ζωής, του ηθικού του λαού και της αληθινής στάσης του απέναντι στις πολιτικές της κυβέρνησής του…».
Για τον Βρετανό κοινωνιολόγο Κρίστι Ντέιβις, «τα αντισοβιετικά ανέκδοτα δεν ήταν μικρές επαναστάσεις, ήταν όμως μικροί τόποι ελευθερίας». Ή όπως έλεγε ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Γκενάντι Αντρέγιεφ-Χομιάκοφ για τους πολίτες, «τα ανέκδοτα ήταν σαν να κάνουν κ…λο προς την κυβέρνηση, αλλά με το χέρι στην τσέπη»…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 17.2.2018