Πώς αφιονίστηκε λοιπόν τόσο πολύ ένα κομμάτι της Αμερικής ώστε να εμπιστεύεται περισσότερο τον Τραμπ από τα μάτια του;
Ο Charles J. Sykes γράφει αυτόν τον καιρό ένα βιβλίο με τίτλο «How the Right Lost Its Mind» (μια καλή μετάφραση στα ελληνικά είναι «Πώς παλάβωσε η Δεξιά») κι εξέλεξε πρόεδρο των ΗΠΑ έναν άνθρωπο με λεξιλόγιο 70 λέξεων «fantastic, tremendous, wonderful, marvelous, terrible και λοιπά (αλλά όχι) πολλά. Αν και ο συγγραφέας είναι σκληρός Ρεπουμπλικανός, από τα αστέρια των συντηρητικών ραδιοφωνικών παραγωγών, τρόμαξε από την επιλογή του κόμματός του. Χλευάζει το πρόγραμμα του Ντόναλντ Τραμπ για τη δημόσια τάξη στις ΗΠΑ, το οποίο συνοψίζεται σε λίγες λέξεις: «Χρειαζόμαστε ασφαλέστερες κοινότητες και θα το επιτύχουμε αυτό με την επιβολή του νόμου. Θα τις κάνουμε ασφαλείς. Θα τις κάνουμε πολύ καλύτερες από ό,τι είναι σήμερα. Σήμερα είναι απαίσιες».
Πώς παλάβωσε, λοιπόν, το κόμμα του Αβραάμ Λίνκολν κι εξέλεξε έναν αγράμματο για πρόεδρο, έναν άνθρωπο που δεν γνωρίζει ότι η ιστορική μορφή του αγώνα κατά της δουλείας των μαύρων Frederick Douglass (1818-1895) δεν είναι ζωντανός; Ο πολλάκις χρεοκοπημένος –κάποιοι λένε και δολίως– μεγαλοεπιχειρηματίας κατέκτησε τον θώκο διά διαρκών επιθέσεων στην πραγματικότητα. «Είναι δεδομένο ότι όλοι οι πολιτικοί διαστρέφουν και χειραγωγούν τη γλώσσα, αλλά ο Τραμπ διεκδικεί εξουσία ακόμη και επί της πραγματικότητας», έγραψε η Leslie Savan, συγγραφέας του βιβλίου «Slam Dunks and No-Brainers. Pop Language in Your Life, the Media, and Like… Whatever». Ή όπως έγραψε ο Ρώσος αντιφρονών και παγκόσμιος πρωταθλητής στο σκάκι Γκάρι Κασπάροφ: «Ο στόχος της σύγχρονης προπαγάνδας δεν είναι απλώς να παραπληροφορήσει ή να προωθήσει μια ατζέντα. Είναι να εξανεμίσει την κριτική σκέψη, να εξοντώσει την αλήθεια».
Η τακτική είναι απλή και τη χρησιμοποίησαν κατά κόρον και οι εγχώριοι λαϊκιστές των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με πρώτο δάσκαλο τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Κατά μέτωπο επίθεση στα παραδοσιακά Μέσα, έτσι ώστε οι πολίτες να μην πιστεύουν ούτε στα μάτια τους. Και σε ό,τι αφορά το τελευταίο, κυριολεκτούμε.
Την πρώτη μέρα της νέας προεδρίας ο εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Sean Spicer, άρχισε να ελεεινολογεί τα ΜΜΕ επειδή μετέδωσαν ότι οι συγκεντρωμένοι για την ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ ήταν σαφώς λιγότεροι από τους συγκεντρωμένους κατά την πρώτη ορκωμοσία του Μπαράκ Ομπάμα. Τι κι αν υπήρχαν αεροφωτογραφίες που το πιστοποιούσαν; Ο Sean Spicer ανακοίνωσε ότι «το κοινό που συγκεντρώθηκε στην ορκωμοσία Τραμπ ήταν το μεγαλύτερο από ποτέ. Τελεία. Ηταν το μεγαλύτερο και σε άτομα και σε ολόκληρο τον κόσμο».
Πολλοί γέλασαν με αυτή την ανοησία, και η σύμβουλος του Ντόναλντ Τραμπ για να δικαιολογήσει τον Spicer εφηύρε τον όρο «εναλλακτικά γεγονότα», με τον οποίο επίσης γέλασαν όλοι οι λογικοί και καθωσπρέπει των ΗΠΑ. Μέχρι που ο καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου της Μασαχουσέτης Brian Schaffner και η διευθύντρια ερευνών της εταιρείας δημοσκοπήσεων αποφάσισαν να ψάξουν τι πιστεύουν ύστερα από αυτό οι ψηφοφόροι με δημοσκόπηση σε 1.388 άτομα.
Χώρισαν τους δημοσκοπούμενους σε δύο ομάδες και τους έδειξαν τις αεροφωτογραφίες. Στην πρώτη ομάδα δεν διευκρίνισαν τις χρονολογίες που τραβήχτηκαν και ρώτησαν αν γνωρίζουν από ποια τελετή ορκωμοσίας είναι η κάθε μία. Το 41% όσων ψήφισαν Τραμπ απάντησε λάθος. Νόμιζαν ότι η φωτογραφία του 2009, που είχε και τον περισσότερο κόσμο, ήταν του 2017 με τον Τραμπ. Αυτό είναι λογικό από μία άποψη, διότι οι Αμερικανοί κατά κανόνα πιστεύουν ό,τι τους λέει ο πρόεδρός τους, και η προεδρία των ΗΠΑ ποτέ δεν είπε τέτοια εξόφθαλμα ψεύδη.
Το τρομακτικό είναι όταν ρώτησαν τη δεύτερη ομάδα και στην οποία αποκάλυψαν τη χρονολογία των δύο φωτογραφιών. Το 15% των ψηφοφόρων του Τραμπ δήλωσε ότι η φωτογραφία του 2017 που είχαν μπροστά τους έδειχνε περισσότερο κόσμο από την άλλη του Ομπάμα, που επίσης είχαν μπροστά τους.
Πώς αφιονίστηκε λοιπόν τόσο πολύ ένα κομμάτι της Αμερικής ώστε να εμπιστεύεται περισσότερο τον Τραμπ από τα μάτια του; Πολλοί θεωρούν ότι ο πυρήνας των οπαδών του Τραμπ είναι σαν εκείνες τις ομάδες των μιλενιαριστών ή των κυνηγών UFO, οι οποίοι κάθε φορά που διαψεύδονται φτιάχνουν μία ακόμη πιο εξωφρενική εξήγηση για να προστατεύσουν τη θεωρία τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι κάποιος εξήγησε τον μεγαλύτερο όγκο στην ορκωμοσία του 2009, από τον σωματότυπο των παρισταμένων. «Οι οπαδοί του Ομπάμα», είπε, «είναι κατά κανόνα πιο χοντροί, γι’ αυτό φαίνονται περισσότεροι στις αεροφωτογραφίες». Ο ίδιος ο Τραμπ δήλωσε ότι… παρερμηνεύτηκαν οι φωτογραφίες ή ήταν προϊόντα της μονταζιέρας των ΜΜΕ για να τον πλήξουν. Και όμως, αυτό το τελευταίο το πίστεψαν οι περισσότεροι.
Για να βασιλεύσει όμως ο παραλογισμός και να κυριαρχήσουν τα fake news στην πολιτική ατζέντα, χρειάζεται κάτι επιπλέον. Η αποδόμηση της εγκυρότητας των κατεστημένων media από πολιτικές ομάδες κρούσης. Ο Charles J. Sykes γνωρίζει από πρώτο χέρι τη διαδικασία. «Για πολλά χρόνια», έγραψε ο ίδιος, «ως συντηρητικός ραδιοφωνικός παραγωγός έπαιξα σημαντικό ρόλο σφυροκοπώντας τα παραδοσιακά Μέσα για τη μονομέρεια και τα διπλά μέτρα και σταθμά τους. Αλλά το τίμημα ήταν μεγαλύτερο από αυτό που φανταζόμουν. Το σωρευτικό αποτέλεσμα όλων αυτών των επιθέσεων ήταν η απονομιμοποίηση των μέσων ενημέρωσης και τελικώς η καταστροφή της ανοσίας του πληθυσμού στις λάθος πληροφορίες. Νομίζαμε ότι δημιουργούσαμε ένα πιο γνωστικό, πιο κριτικά σκεπτόμενο κοινό. Αλλά ανοίξαμε τον δρόμο για τον πρόεδρο Τραμπ, που βρήκε ακροατήριο, έτοιμο να κοροϊδέψει. Η μεγάλη αποτυχία των ΜΜΕ να προβλέψουν το αποτέλεσμα των εκλογών κάνει πολύ πιο εύκολο για πολλούς συντηρητικούς να αγνοήσουν οτιδήποτε συμβαίνει εκτός της δεξιάς φούσκας στην οποία ζουν, αλλά κάνει και πολύ πιο εύκολο στον Λευκό Οίκο του Τραμπ να παραποιεί τα γεγονότα» («Why Nobody Cares the President Is Lying», New York Times 4.2.2017).
Θυμίζει αυτό κάτι για τα καθ’ ημάς; Τη σφοδρή επίθεση κατά των «συστημικών media», όπως λέει το newspeak της συντηρητικής Αριστεράς και τις «αποδείξεις» περί «χειραγώγησης» από την αποτυχία των exit polls να προβλέψουν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος;
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 12.2.2017