Η δομή της κρατικής επιδότησης στο ασφαλιστικό είναι αντίστροφα προοδευτική.
Το βασικότερο πρόβλημα του ασφαλιστικού είναι η θολούρα του. Η συζήτηση γι’ αυτό ποτέ δεν γίνεται με αριθμούς. Τα συνθήματα κυριαρχούν, συνοδευόμενα συνήθως από οργή. Ετσι καταλήγουμε σε αφάνταστους παραλογισμούς, που καταλήγουν σκληρά δόγματα. Ενα από αυτά έγινε και επίσημη θέση της κυβέρνησης στις διαπραγματεύσεις. Λέει ότι οι συντάξεις είναι κάτι σαν ιδιωτικός ΟΑΕΔ: Δεν πρέπει να περικοπούν, διότι από αυτές ζούνε οι δυνάμει παραγωγοί, δηλαδή οι νέοι. Με άλλα λόγια, το κράτος παίρνει διά της φορολογίας τα λεφτά από τους παραγωγούς και ένα μέρος (αφαιρώντας, δηλαδή, το διοικητικό κόστος) το επιστρέφει εν είδει επιδόματος στους παραγωγούς. Αλλά, εν τω μεταξύ, κανένας δεν δουλεύει, αφού η υψηλή φορολογία δεν επιτρέπει σε κανέναν να επενδύσει.
Το βασικό σύνθημα όλων των εποχών είναι το «κάτω τα χέρια από τις συντάξεις μας», που, όταν είναι να περικοπούν (ειδικά οι επικουρικές), μεταφράζεται σε «εμείς πληρώναμε μια ζωή εισφορές και τώρα θέλουν να τις κλέψουν». Αυτό διανθίζεται με τη σπέκουλα περί απωλειών στα αποθεματικά από το Χρηματιστήριο, το PSI, κ.ά., χωρίς, φυσικά, να δίνονται ποτέ ποσά και αριθμοί. Η αλήθεια είναι ότι τα αποθεματικά των ταμείων επενδύθηκαν πολλαπλώς –ένα μέρος στο Χρηματιστήριο, άλλα σε ομόλογα του Δημοσίου– και άλλοτε είχαν καλές αποδόσεις και άλλοτε (όπως σήμερα) κακές. Ο κ. Γιώργος Στρατόπουλος σε μια εξαιρετική μίνι μελέτη συνέκρινε τις αποδόσεις των «τολμηρών» επενδύσεων που έκαναν τα ασφαλιστικά ταμεία, με την πιο συντηρητική –μετά το σεντούκι– επένδυση που υπάρχει: «Ακόμα και αν την περίοδο 12/1995 – 12/2012 είχαμε επενδύσει όλα τα αποθεματικά των Ταμείων μας σε ομόλογα του γερμανικού Δημοσίου, αποφεύγοντας όλες τις ζημίες (Χρηματιστήριο μετά το 1999, δομημένα ομόλογα και PSI), τα αποθεματικά μας θα ήταν πάλι στα ίδια επίπεδα, περίπου, γιατί τα γερμανικά ομόλογα, λόγω της ασφάλειας που προσφέρουν, έχουν πολύ χαμηλή απόδοση» («Περί αποθεματικών και άλλων δαιμονίων», Protagon, 27.11.2015).
Συνεπώς φαίνεται ότι αν εξαιρέσουμε την υπόθεση του μπουμπουνιστού σκανδάλου των «δομημένων ομολόγων» (από το οποίο, όμως, οι απώλειες ήταν πολύ μικρές, για να κάνει τη διαφορά στο συνολικό ασφαλιστικό σύστημα), τα αποθεματικά των Tαμείων ακολουθούν τον κύκλο που κάνουν οι περιουσίες και τα χαρτοφυλάκια των Ελλήνων. Οταν η οικονομία ανθίζει, ανθίζουν κι αυτά, κι όταν –όπως σήμερα– βρίσκεται σε καθοδικό κύκλο, βυθίζονται.
Το πρόβλημα του ασφαλιστικού μας συστήματος δεν είναι η διαχείριση των αποθεματικών. Είναι όλες εκείνες οι ρυθμίσεις και ρυθμισούλες που ακόμη και κατά τον έκτο χρόνο του μνημονίου βγάζουν στη σύνταξη ανθρώπους που θα έπρεπε να εργάζονται. Από το «Μητρώο Ανθρωπίνου Δυναμικού Ελληνικού Δημοσίου 2015», που συντάσσει το υπουργείο Εσωτερικών, προκύπτει ότι την περίοδο 2012 – 2015 άνω του 50% όσων συνταξιοδοτούνται είναι μεταξύ 50-60 ετών. Κάθε χρόνο! Αυτό είναι προϊόν διάφορων ρουσφετιών του επάρατου δικομματισμού (τα οποία, όμως, με θέρμη υποστήριζε και η Αριστερά) αλλά και μετάθεση υποχρεώσεων του κράτους στο μέλλον. Το Δημόσιο, επί παραδείγματι, αντί να δώσει άδειες μητρότητας την εποχή που τα παιδιά χρειάζονταν τη μητέρα τους, έδινε πρόωρες συνταξιοδοτήσεις στις «μητέρες ανήλικων τέκνων», όταν αυτά τα τέκνα είχαν ήδη ενηλικιωθεί.
Τα τελευταία χρόνια αρχίσαμε να μετράμε. Μάθαμε, για παράδειγμα, πόσους δημόσιους υπαλλήλους έχει η χώρα. Διευκρινίστηκαν διάφορα νούμερα των εθνικών λογαριασμών. Προσέξαμε κάποιους αριθμούς της οικονομίας, που μέχρι το ξέσπασμα της κρίσης περνούσαν με τη ρωμαίικη αδιαφορία. Επί παραδείγματι, «όταν μπήκαμε στην ΟΝΕ, η στήριξη του προϋπολογισμού προς τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης ήταν της τάξεως των 5,4 δισ. ευρώ, περίπου, ή 4% του ΑΕΠ. Το 2009 είχε φτάσει στα 18,9 δισ. ή 8,2% του ΑΕΠ. Αν είχε σταθεροποιηθεί η συνεισφορά του προϋπολογισμού στο επίπεδο του 2001 (σ.σ. τότε που σύσσωμη η ελληνική κοινωνία με αγώνες και κραυγές απέρριψε τις προτάσεις Γιαννίτση), η χώρα θα είχε περίπου 75 δισ. λιγότερο χρέος από αυτό που είχε το 2009. Με λίγα λόγια, περίπου 1 στα 4 ευρώ που χρωστούσε η χώρα το 2009 οφειλόταν στο γεγονός ότι τη δεκαετία του 2000 δεν προνόησαν οι κυβερνήσεις να ανακόψουν αυτή την ανησυχητική πορεία αύξησης της χρηματοδότησης των Ταμείων από τον κρατικό προϋπολογισμό» (Φίλιππος Σαχινίδης, «Βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα, προϋπόθεση για σταθερή ανάπτυξη», 2.12.2015).
Τέλος, στα θετικά είναι ότι πύκνωσαν οι μελέτες που ρίχνουν φως στο μαύρο κουτί του ασφαλιστικού. Μία από αυτές, που πρόσφατα εκδόθηκε, αφορά την «ανταποδοτικότητα των συντάξεων στην Ελλάδα», των Χρύσας Λεβέντη και Μάνου Ματσαγγάνη (ενημερωτικό Δελτίο Πανεπιστημίου Αθηνών 9/2016). Σύμφωνα με τη μελέτη: «Το Διάγραμμα 1 δείχνει ότι η διά βίου αξία των συντάξεων που χορηγήθηκαν το 2008 στη συντριπτική πλειονότητα (συγκεκριμένα το 99,5%) όσων συνταξιοδοτήθηκαν λόγω γήρατος από το ΙΚΑ ήταν υψηλότερη από το ανταποδοτικό ποσό που αντιστοιχούσε στη συσσωρευμένη αξία των εισφορών που είχαν καταβληθεί. Η μέση αξία της (υποδηλούμενης) επιδότησης –πάνω και πέρα από το πλήρως ανταποδοτικό ποσό– εκτιμάται, κατά μέσον όρο, σε 48,8% των διά βίου παροχών σύνταξης, δηλαδή 123.932 ευρώ ανά συνταξιούχο (σε τιμές 2015). Το Διάγραμμα 2 δείχνει ότι οι (σημαντικές) περικοπές της περιόδου 2010-2013 περιόρισαν κάπως την υπερανταποδοτικότητα των συντάξεων, χωρίς όμως σε καμία περίπτωση να την εξαλείψουν. Συγκεκριμένα, μετά τις περικοπές, το 98,5% όσων συνταξιοδοτήθηκαν λόγω γήρατος από το ΙΚΑ, το 2008, λαμβάνει σύνταξη υψηλότερη από το ανταποδοτικό ποσό (έναντι 99,5%). Οι περικοπές μείωσαν την αξία τής διά βίου επιδότησης σχεδόν στο μισό, σε 63.601 ευρώ (σε τιμές 2015), κατά μέσον όρο, ποσό που αντιστοιχεί σε 35,0% των διά βίου παροχών σύνταξης».
Ολα αυτά έγιναν στο πλαίσιο ενός «υπερδιανεμητικού συστήματος», δηλαδή για το καλό των ασθενέστερων, όπως λένε τα γνωστά αριστεροφανή παραμύθια των συνδικαλιστών; Λάθος, απαντούν οι Χρύσα Λεβέντη και Μάνος Ματσαγγάνης: «Φαίνεται καθαρά ότι η δομή της επιδότησης είναι “αντίστροφα προοδευτική”, δηλαδή ευνοεί τους πλούσιους περισσότερο απ’ ό,τι τους φτωχούς. … Προ των περικοπών, η μέση διά βίου επιδότηση για τις υψηλές συντάξεις ήταν υπερτριπλάσια απ’ ό,τι για τις χαμηλές, μετά τις περικοπές είναι “μόνο” 64% υψηλότερη… Η δομή αυτή περιορίστηκε, αλλά δεν εξαλείφθηκε μετά τις περικοπές της περιόδου 2010-2013». Τα παραπάνω αφορούν μόνο το ΙΚΑ, που είναι και ένα ταμείο που δεν φημίζεται (όπως τα λεγόμενα «ευγενή») για τις χρηματοδοτήσεις από τον προϋπολογισμό.
Το χειρότερο; Οι «κανόνες του συστήματος ευνοούν την πρόωρη απόσυρση από την εργασία, όπως άλλωστε δείχνει το γεγονός ότι η επιδότηση των συντάξεων –πάνω και πέρα από το πλήρως ανταποδοτικό ποσό– μεγιστοποιείται στην κατηγορία όσων συνταξιοδοτήθηκαν σε νεαρή ηλικία (έως 54 ετών), ενώ βαίνει μειούμενη καθώς αυξάνεται η ηλικία συνταξιοδότησης. Μάλιστα, οι περικοπές μείωσαν περισσότερο τη διά βίου αξία της επιδότησης όσων το 2008 συνταξιοδοτήθηκαν σε ηλικία 65 ετών και πάνω (49%, κατά μέσον όρο), απ’ ό,τι εκείνων που συνταξιοδοτήθηκαν σε ηλικία έως 54 ετών (39%, κατά μέσο όρο)».
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 8.5.2016