Το πρόβλημα όμως με τον πλουραλισμό είναι πως έχει να κάνει με τις απόψεις και όχι με αφηγήσεις οι οποίες μπορεί να εμπεριέχουν και συκοφαντίες.
Ο πλουραλισμός είναι πολύ μεγάλο πράγμα. Γι’ αυτόν παλεύει σύσσωμη, με νύχια και δόντια, η συντεχνία των εκδοτών, που ζητάει τη διατήρηση της ενιαίας τιμής (μόνο λιανικής) βιβλίων. Τον πλουραλισμό έχει ως προμετωπίδα και ο εκδοτικός οίκος Λιβάνη, στον πρόλογο του βιβλίου του κ. Δημήτρη Κουφοντίνα, ενός ανθρώπου που έχει καταδικασθεί για σωρεία δολοφονικών επιθέσεων. Βεβαίως και στις δύο περιπτώσεις θα υπάρξουν και οικονομικά ανταλλάγματα, αλλά όπως θα έλεγε και ο κ. Γιάννος Παπαντωνίου: «Σύντροφοι, για τον πλουραλισμό παλεύουμε όλοι…».
Το πρόβλημα όμως με τον πλουραλισμό είναι πως έχει να κάνει με τις απόψεις και όχι με αφηγήσεις οι οποίες μπορεί να εμπεριέχουν και συκοφαντίες. Το θέμα δεν είναι νέο· υπήρχε από την εποχή που εκδότες και διευθυντές εφημερίδων έκαναν τεμενάδες στη «17Ν» για να δημοσιεύουν τις προκηρύξεις τους ώστε να πουλήσουν δύο φύλλα παραπάνω. Γράφαμε τότε ότι δεν πρέπει να απαγορεύεται η δημοσίευση οποιουδήποτε κειμένου, ακόμη και αν αυτό είναι των τρομοκρατών, αλλά τίθεται ένα ζήτημα δεοντολογίας για τους διευθυντές των εφημερίδων (και τώρα για τους εκδοτικούς οίκους): «Ας υποθέσουμε ότι θέλω να βρίσω κάποιον ή να σπιλώσω τη μνήμη του. Δεν μπορώ να στείλω επιστολή, ούτε άρθρο που να αφήνω αιχμές ότι ήταν “παιδεραστής, έμπορος ναρκωτικών, εκβιαστής, τοκογλύφος, βασανιστής, φονιάς, επιχειρηματίας κ.λπ.” Τι κάνω λοιπόν; Σφραγίζω με ένα κόκκινο αστέρι στην επιστολή μου κι εκτός από τη σίγουρη δημοσίευση, εξασφαλίζω ότι ουδείς θα περικόψει τις 1.911 λέξεις που αράδιασα. Παράλογο; Εγινε χθες (31.7.2002) και μπορεί να γίνει και αύριο. Ενα κόκκινο αστέρι (…) είναι σίγουρο διαβατήριο στην πρώτη σελίδα» («Ενα κόκκινο αστέρι», 1.8.2002).
Το ίδιο ισχύει και για το βιβλίο «Γεννήθηκα 17 Νοέμβρη» και ας είναι ενυπόγραφο. Το περιοδικό «Επίκαιρα» (εκδόσεων Λιβάνη και αυτό) αναδημοσιεύει ένα κεφάλαιο του βιβλίου που φιλοτεχνεί το προφίλ του δολοφονημένου ταξίαρχου Στίβεν Σόντερς. Τον παρουσιάζει ως «ένα από τα πιο σημαντικά στελέχη της στρατιωτικής μηχανής της Αγγλίας, ο ταξίαρχος Σόντερς. Με πλούσια προϋπηρεσία σε όλες τις στρατιωτικές επεμβάσεις των τελευταίων χρόνων: Εδρασε στην Ιρλανδία, στις Μαλβίνες (Φόκλαντ), στο Ιράκ και το Κουβέιτ. Είχε υπηρετήσει στην Κύπρο, στις μεγάλες αγγλικές βάσεις ηλεκτρονικής κατασκοπείας. Προώθησε και εκεί το εμπόριο όπλων. Τελευταίος σταθμός του η Σιέρα Λεόνε, στη βορειοδυτική Αφρική, τότε που γίνονταν οι σφαγές των Αγγλων… Τέλος, ο Σόντερς συμμετείχε ενεργά στον σχεδιασμό της στρατιωτικής επέμβασης στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Επίσης, προωθούσε το εμπόριο αγγλικών όπλων. Εκείνες ακριβώς τις μέρες θα υπογραφόταν συμφωνία για την αγορά οπλικών συστημάτων (που) είχε κλείσει ο Σόντερς».
Ποιος τα λέει όλα αυτά; Ο καθ’ ομολογίαν δολοφόνος του. Είναι αληθή; Ψευδή; Γνωρίζουμε ότι η οικογένεια Σόντερς και οι βρετανικές Αρχές τα είχαν διαψεύσει τότε, αλλά επίσης μπορούμε να εικάσουμε ότι ένας εκδοτικός οίκος σαν τον «Α.Α. Λιβάνη» δεν θα δημοσίευε τις αναμνήσεις ενός κατά συρροή βιαστή, αν έλεγε για τα θύματά του «τα ήθελε κι αυτή…» ή «το μίνι που φορούσε εκείνο το βράδυ ήταν πολύ προκλητικό…».
Ή εκτός, αν –στο πλαίσιο του πλουραλισμού, πάντα– δούμε και κανένα βιβλίο με τίτλο «Γεννήθηκα για να βιάζω».
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 7.3.2014