Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας το ονομάζουμε νόμο και αποφασίσαμε επίσης ότι ο νόμος πρέπει να γίνεται σεβαστός.
Μια απάντηση στο άρθρο του στελέχους του ΠΑΜΕ κ. Κώστα Ζιώγα
Κατ’ αρχάς να συστηθούμε με τον κ. Ζιώγα. Είμαι ένας από εκείνους που ο «Ριζοσπάστης» συχνά φιλεύει με χαρακτηρισμούς του στυλ «πληρωμένος κονδυλοφόρος της αστικής τάξης», «παπαγαλάκι του κεφαλαίου» κι άλλα πιο ιλαρά. Σε αντίθεση, όμως, με τον κ. Ζιώγα, εγώ δεν μπορώ να υπερασπιστώ ούτε τις θέσεις μου ούτε καν τη θέση μου. Ο «Ρ» δεν θα δημοσίευε, όχι αντίλογο 800 λέξεων, αλλά ούτε καν επιστολή μου.
Πληρώνομαι, λοιπόν, για να γράφω την άποψή μου -ανήκω στην εργατική τάξη με όρους του κ. Ζιώγα- αλλά γράφω ελεύθερα. Ευτυχώς, η αστική δημοκρατία -την οποία πολλοί βδελύσσονται- επιτρέπει και στον κ. Ζιώγα και σε μένα να συζητάμε, ελεύθερα: να διαφωνούμε, να συνθέτουμε θέσεις και αντιθέσεις. Η τρομοκρατία των χαρακτηρισμών (όπως «αντικομμουνιστής», «κονδυλοφόρος της καθεστηκυίας τάξης» κ.λπ.) λειτούργησε για 30 χρόνια στη μεταπολίτευση, αλλά σήμερα είναι τζάμπα χαρτί και τζάμπα μελάνη. Και για τον «Ριζοσπάστη» και για την «Καθημερινή».
Η συζήτηση μπορεί να είναι αγχολυτική, αλλά στην κοινωνία πρέπει να καταλήγει και σε κάποιο συμπέρασμα. Επειδή είναι αδύνατον να συμφωνήσουμε όλοι σε μιαν άποψη (εκτός αν εξαναγκασθούμε από κάποιου τύπου δικτατορία) ανακαλύψαμε τον δημοκρατικό κανόνα. Αυτός λέει «κουβεντιάζουμε όσο είναι να κουβεντιάσουμε και στο τέλος ψηφίζουμε». Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας το ονομάζουμε νόμο και αποφασίσαμε επίσης ότι ο νόμος πρέπει να γίνεται σεβαστός. Αλλιώς γυρνάμε πίσω· πάει τζάμπα η κουβέντα που κάναμε πριν από την ψήφισή του.
Οι νόμοι, φυσικά, αλλάζουν όταν διαμορφώνονται διαφορετικές πλειοψηφίες κι ευτυχώς, η αστική δημοκρατία το έχει προβλέψει. Αν, για παράδειγμα, μια συνδικαλιστική οργάνωση πιστεύει ότι είναι καλό πράγμα να κλείνει το λιμάνι και να ταλαιπωρούνται 1.000 ανυποψίαστοι τουρίστες, δεν έχει παρά να μας πείσει: θα αλλάξουμε τον νόμο και θα μπορούμε όλοι να κάνουμε το ίδιο. Μέχρι τότε, όμως, η πράξη -όπως και η κλεψιά- είναι παράνομη και οι παρανομίες πρέπει να τιμωρούνται ανεξαρτήτως των διακηρυγμένων προθέσεων. Πολλοί κλέφτες, εξάλλου, ισχυρίζονται ότι απλώς κάνουν αναδιανομή του εισοδήματος.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 9.5.2010