Κάθε δημοσιογράφος πρέπει να είναι επιφυλακτικός σε ότι του λένε. Να τσεκάρει και να διπλοτσεκάρει, όσα μεταδίδει. Να επισημαίνει τα ψέματα και να διασταυρώνει τις αλήθειες. Στην περίπτωση των τρομοκρατών πρέπει να είναι πέντε φορές επιφυλακτικός.
Αν κάποιος ισχυριζόταν ότι είδε UFO στην πλατεία Συντάγματος το πιθανότερο θα ήταν να εξιστορεί την «εμπειρία» του στις ειδικές απογευματινές εκπομπές που ασχολούνται με οικογενειακά δράματα και παντός τύπου ανθρώπινα UFO. Αν ο πρωθυπουργός έλεγε σε συνέντευξή του ότι ο ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ της χώρας είναι 28%, θα γέλαγε κάθε πικραμένος με πρώτο τον δημοσιογράφο που του έπαιρνε την συνέντευξη. Ο δε δημοσιογράφος θα μετέδιδε το τη συνέντευξη υπό τον τίτλο «τα ψέματα του κ. Σημίτη».
Κάθε δημοσιογράφος πρέπει να είναι επιφυλακτικός σε ότι του λένε. Να τσεκάρει και να διπλοτσεκάρει, όσα μεταδίδει. Να επισημαίνει τα ψέματα και να διασταυρώνει τις αλήθειες. Στην περίπτωση των τρομοκρατών πρέπει να είναι πέντε φορές επιφυλακτικός. Αυτοί οι άνθρωποι -σύμφωνα με δήλωσή τους- έλεγαν ψέματα επί 15 χρόνια στην ίδια τους την γυναίκα. Γιατί να μην πουν ψέματα στον δημοσιογράφο που γνώρισαν πριν 3 μέρες; Αν δηλαδή ένας δημοσιογράφος χειρίζεται ένα πολιτικό ως δυνάμει ψεύτη, πρέπει να χειρίζεται ένα τρομοκράτη πέντε φορές ως δυνάμει ψεύτη, μιας (και κατά δήλωση του ίδιου του τρομοκράτη) ψευδόταν ακόμη και στα οικεία του πρόσωπα, για το καλό του (κατά την ιδεοπλασία του) «επαναστατικού αγώνα».
Αυτό είναι το ένα σκέλος σε ότι αφορά τα γεγονότα της τρομοκρατίας, δηλαδή το καθημερινό ρεπορτάζ. Στο σκέλος των απόψεων των τρομοκρατών διατυπώνεται η εξής απλουστευτική ερώτηση: «Και γιατί να λογοκριθούν οι απόψεις ενός τρομοκράτη;» Η απάντηση είναι: και γιατί να μην λογοκριθούν, όταν λογοκρίνονται οι απόψεις τόσων και τόσων που στέλνουν άρθρα στις εφημερίδες; Και να το κάνουμε πιο λιανά. Αν ο κ. Γιωτόπουλος εμφανιζόταν κάποια μέρα στον αρχισυντάκτη μιας εφημερίδας με ένα κείμενο 6.700 λέξεων, ο τελευταίος θα του έλεγε ευγενικά (ή όχι και τόσο ευγενικά): Κύριε Γιωτόπουλε κάντε το κείμενο σας 500 λέξεις maximum και μπείτε στη σειρά των φιλοξενούμενων αρθρογράφων της εφημερίδας. Αν και όταν κρίνουμε ότι το κείμενο είναι προς δημοσίευση θα το βάλουμε. Αλλιώς θα μπουν 100 λέξεις στη στήλη των επιστολών.
Το πρόβλημα είναι ότι όταν ο κάθε κ. Γιωτόπουλος (ή όποιος τέλος πάντων ήταν αρχηγός κι έγραφε τις προκηρύξεις) απευθύνεται στην εφημερίδα με ένα 45άρι και πολύ αίμα, οι εφημερίδες παραδίνονται άνευ όρων. Οι τρομοκράτες γίνονται στην ουσία αρχισυντάκτες των εφημερίδων κι ορίζουν πότε και πως θα μπουν οι απόψεις τους. Εκτός αυτού ο αρχισυντάκτης μιας εφημερίδας δεν θα επέτρεπε σε κανένα επίδοξο αρθρογράφο της να συκοφαντεί ανθρώπους και να σκυλεύει μνήμη νεκρών. Σε κείνους που απευθύνονται με το περίστροφο γιατί να επιτρέπεται;
Το ζήτημα δεν είναι αν ο δημοσιογραφικός κόσμος πρέπει να χειριστεί κατά τον α’ (κακό) ή β’ (άθλιο) τρόπο τους τρομοκράτες. Το θέμα είναι να μην τους χειρίζεται ως ανθρώπους που έχουν την εξ αποκαλύψεως αλήθεια. Πρέπει να τους χειριστεί όπως θα χειριζόταν κάθε κατηγορούμενο για εγκλήματα (αν και πρέπει να αναβαθμιστεί συνολικά ο τρόπος που χειριζόμαστε τους κατηγορούμενους), και οι απόψεις τους να έχουν την τύχη που έχουν οι απόψεις όλων των ελλήνων πολιτών, ακόμη και όσων κατηγορούνται για εγκλήματα. Όπως δεν θα δίναμε ελεύθερο βήμα στον κ. Παπαχρόνη να διακηρύσσει την «σεξουαλική απελευθέρωση» δια των βιασμών, ή στον κ. Φούφουτο για να γράφει για τις αρετές του βασανισμού των κρατουμένων, έτσι δεν πρέπει να δίνουμε ελεύθερο βήμα στον Χ τρομοκράτη που διακηρύσσει την «κοινωνική απελευθέρωση» δια των δολοφονιών. Στην υπόθεση της τρομοκρατίας πρέπει να ανακαλύψουμε εκ νέου το παλιό, καλό δημοσιογραφικό κριτήριο…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 22.9.2002