Δεν πρέπει να υπάρχει άλλη χώρα όπου το βασικό επιχείρημα στην διαπραγμάτευση με το κράτος είναι η παρελθούσα παρανομία.
Το κύριο χαρακτηριστικό στη χώρα δεν είναι πλέον η παρανομία. Ούτε καν η κοινωνική αποδοχή της. Το βασικό στοιχείο πλέον είναι ο παραλογισμός. Δηλαδή, δεν πρέπει να υπάρχει χώρα σε ολόκληρο τον πλανήτη όπου το βασικό επιχείρημα μιας επαγγελματικής ομάδας στη διαπραγμάτευση με το κράτος είναι η παρανομία της. Οι κάτοχοι αδειών ταξί ισχυρίζονται ότι το άνοιγμα του επαγγέλματος θα ακυρώσει την «επένδυσή» τους, την οποία άλλοι ανεβάζουν στις 200.000 και άλλοι στις 300.000 ευρώ. Αυτό υποστηρίζουν και πολλοί «ευαίσθητοι» του ΠΑΣΟΚ, οι οποίοι μάλιστα έφτασαν να προτείνουν αποζημίωση των κατόχων αδειών.
Σε μια ευνομούμενη πολιτεία η αποζημίωση για την αξία των αδειών πιθανώς να ήταν θέμα διαβούλευσης. Στην Ελλάδα όμως, όπως ισχυρίζονται οι ίδιοι οι ταξιτζήδες, όλα έγιναν αδιαφανώς και κάτω από το τραπέζι. Μια τέτοια ομολογία, σε μια χώρα όπου όλοι σκούζουν για τη φοροδιαφυγή, θα είχε πυροδοτήσει αντιδράσεις. Το ΣΔΟΕ, η δικαιοσύνη, κάποιος τέλος πάντων, θα ευαισθητοποιείτο για τις αδιαφανείς συναλλαγές που έγιναν, ύψους 6 δισεκατομμυρίων ευρώ! (αν αληθεύει ο ισχυρισμός των ταξιτζήδων ότι η άδεια αξίζει 200.000 ευρώ). Εδώ, στην υπερευαίσθητη για τη φοροδιαφυγή Ελλάδα, όχι μόνο δεν συγκινείται κανείς για την ομολογημένη φοροκλοπή, αλλά υπάρχουν και βουλευτές που ισχυρίζονται ότι πρέπει να δοθεί στους παράνομους και μπόνους, είτε σε ρευστό είτε σε φοροαπαλλαγές.
Προ ημερών ο πρόεδρος του Σωματείου Οδηγών Ταξί κ. Χρήστος Πέτρου κατήγγειλε τον ξυλοδαρμό του και την απόλυσή του επειδή οι εργαζόμενοι στα ταξί είναι υπέρ της απελευθέρωσης. Μαζί του απολύθηκαν και άλλοι τέσσερις οδηγοί που λογικώς τάσσονται υπέρ της απελευθέρωσης, μιας και στον κλάδο τους επικρατούν μεσαιωνικές συνθήκες εργασίας. Η είδηση αυτή (που θυμίζει εποχές μαφίας στις ΗΠΑ κατά τις αρχές του προηγούμενου αιώνα) πέρασε στα ψιλά. Ουδείς ασχολήθηκε με το θέμα και τίποτε δεν έγινε. Ακόμη και η υπερευαίσθητη για τα εργασιακά δικαιώματα Αριστερά σιώπησε. Υπάρχουν προφανώς εργαζόμενοι πολλών ταχυτήτων. Να συμφωνήσουμε ότι, όπως απέδειξε και η υπόθεση Κούνεβα, σ’ αυτήν τη χώρα νόμος είναι το δίκιο του τραμπούκου (πιθανώς εργοδότη). Αλλά αυτή η έλλειψη ευαισθησίας πρέπει να προβληματίσει. Η ατιμωρησία στη φριχτή υπόθεση Κούνεβα και η σιωπή για τον ξυλοδαρμό του κ. Πέτρου είναι, αν μη τι άλλο, πράσινο φως για περισσότερους τραμπουκισμούς.
Το βασικό έλλειμμα της χώρας δεν είναι οικονομικό. Είναι λογικής. Οι στρεβλώσεις είναι μακροχρόνιες. Τις συνηθίσαμε, έτσι ώστε το παράλογο πλέον μοιάζει λογικό. Εθεωρείτο φυσιολογικό, για παράδειγμα, να απαγορεύεται στην ουσία σε έναν φτωχό νέο να δοκιμάσει την τύχη του ως επαγγελματίας ιδιοκτήτης ταξί. Πρέπει να περάσει από τους «μαντράδες» και τους μεσάζοντες, να δανειστεί υποθηκεύοντας το σπίτι του για να αποκτήσει, όχι το αυτοκίνητο, αλλά την κρατική άδεια· ένα χαρτί φτιαγμένο για να εξυπηρετεί αυτούς που το έχουν και όχι αυτούς που θέλουν να δουλέψουν. Και το χειρότερο είναι ότι αυτός ο περιορισμός θεωρείται φιλολαϊκός και αριστερός. Οι τραμπούκοι των δρόμων έχουν διακομματική πολιτική υποστήριξη. Από τον κ. Αντώνη Σαμαρά («γεια σου Θύμιο»), μέχρι την κ. Τόνια Αντωνίου (και τους συνοδοιπόρους της στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ) και σύμπασα την Αριστερά. Και αν δεν καλυφθεί αυτό το έλλειμμα λογικής, όσες περικοπές κι αν κάνουμε η χώρα δεν έχει ελπίδα.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 31.7.2011