Μπορεί κάποιος να διαδηλώνει στις κηδείες των στρατιωτών που έπεσαν στο Ιράκ με σύνθημα «Ευχαριστούμε τον Θεό για τους νεκρούς στρατιώτες»;
Μπορεί κάποιος να διαδηλώσει με βασικό σύνθημα «Ευχαριστείτε τον Θεό για τους νεκρούς στρατιώτες»; Ή ακόμη περισσότερο: έχει το δικαίωμα να το κάνει κατά τη διάρκεια της κηδείας ενός στρατιώτη που σκοτώθηκε στο Ιράκ; Την προπερασμένη εβδομάδα, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ απάντησε «ναι», παρά την εχθροπάθεια ή άλλα αρνητικά συναισθήματα που μπορεί να δημιουργηθούν στους οικείους του νεκρού.
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Το 2006, σκοτώθηκε στο Ιράκ ο πεζοναύτης Μάθιου Σνάιντερ και ο πατέρας του κανόνισε να γίνει η κηδεία του στο Γουεστμίνστερ του Μέριλαντ. Η ανακοίνωση της κηδείας του πεζοναύτη δεν πέρασε απαρατήρητη από τον καλβινιστή πάστορα του Κάνσας Φρεντ Φελπς, ιδρυτή της Westboro Baptist Church (WBC).
Η Εκκλησία αυτή είναι μία από τις εκατοντάδες οργανώσεις ακροδεξιών Χριστιανών στις ΗΠΑ και χαρακτηρίζεται απ’ όλους τους οργανισμούς πολιτικών δικαιωμάτων ως «ομάδα μίσους» (hate group). Ο λόγος της είναι αηδιαστικός. Βασικό της σύνθημα είναι «Ο Θεός μισεί τις αδελφές» που το έχει κάνει και επίσημη διεύθυνση του δικτυακού της τόπου (www.GodHatesFags.com). Οι ομοφυλόφιλοι όμως δεν είναι ο μόνος στόχος του πύρινου λόγου του καλβινιστή πάστορα. Μέλη της Εκκλησίας του διαδηλώνουν κατά των αμβλώσεων (αναμενόμενο για θρησκευτική οργάνωση των ΗΠΑ), κατά του σύγχρονου ιουδαϊσμού (διότι με τις μεταρρυθμίσεις νοθεύει την αρχική διδασκαλία του Θεού), κατά της Καθολικής Εκκλησίας (και για τα σκάνδαλα παιδεραστίας), κατά του Ισλάμ («ο Μωάμεθ ήταν ένας δαιμονισμένος πόρνος και παιδόφιλος που επινόησε ένα 300σέλιδο σατανικό έργο φαντασίας, το Κοράνι»), ακόμη και κατά της Ορθόδοξης Εκκλησίας την οποία κατηγορούν για ειδωλολατρία, επειδή υπάρχουν εικόνες στις εκκλησίες της. Αν και ο Φρεντ Φελπς στα νιάτα του ήταν Δημοκρατικός και στη δεκαετία του ’60 εθελοντής δικηγόρος σε πολλές υποθέσεις πολιτικών δικαιωμάτων, τώρα πιστεύει ότι ο Ομπάμα είναι η ενσάρκωση του Αντίχριστου· αυτός μαζί με τον διάβολο και τον Πάπα Βενέδικτο αποτελούν την «Σατανική Τριάδα» της Αποκάλυψης.
Η οργάνωση πολιτικών δικαιωμάτων Anti-Defamation League (ADL) χαρακτηρίζει την Westboro Baptist Church «επικίνδυνα ομοφοβική. Η αντιομοφυλοφιλική της ρητορεία πολλές φορές είναι το κάλυμμα για τον αντισημιτισμό, τον αντιαμερικανισμό, τον αντικαθολικισμό και τον ρατσισμό της», ενώ ακόμη και ο ακραίος συντηρητικός πάστορας Τζέιμς Φάλγουελ χαρακτήρισε τον ιδρυτή της WBC «παλαβό».
Η Εκκλησία έγινε γνωστή όχι μόνο για την ακραία ρητορική της κατά πάντων, ούτε για τις πικετοφορίες με πύρινα συνθήματα στις «Παρελάσεις Υπερηφάνειας των Ομοφυλοφίλων». Κάποια στιγμή άρχισε να διαδηλώνει και στις κηδείες ανθρώπων που σκοτώθηκαν σε διάφορες περιστάσεις. Στο μυαλό του καλβινιστή πάστορα Φρεντ Φελπς, οτιδήποτε κακό συμβαίνει στις ΗΠΑ είναι ευλογία, διότι αποτελεί προειδοποίηση του Θεού και τιμωρία για τη χαλάρωση των ηθών. Ετσι, τον Ιανουάριο του 2006, μέλη της Εκκλησίας πήγαν στην κηδεία 12 μεταλλωρύχων στην Δυτική Βιρτζίνια και διαδήλωσαν ότι «το δυστύχημα ήταν η εκδίκηση του Θεού για την ανοχή που δείχνουν οι ΗΠΑ στους ομοφυλόφιλους».
Εκείνη την εποχή ξεκίνησε πικετοφορίες και σε κηδείες στρατιωτών, που σκοτώθηκαν στο Ιράκ, με συνθήματα όπως «Ο Θεός μισεί τις ΗΠΑ», «Ευχαριστείτε τον Θεό για την 11η Σεπτεμβρίου», «Ευχαριστείτε τον Θεό για τους νεκρούς στρατιώτες», «Προσευχηθείτε για περισσότερους νεκρούς στρατιώτες», «Ευχαριστείστε τον Θεό για τις αυτοσχέδιες βόμβες» κ.ά. Η δράση της WBC οδήγησε τον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζορτζ Τζούνιορ Μπους να περάσει από το Κογκρέσο τον «Νόμο για τον σεβασμό των πεσόντων Αμερικανών ηρώων» που δεν απαγορεύει μεν τις διαδηλώσεις, αλλά ορίζει ότι αυτές πρέπει να γίνονται σε ακτίνα 90 μέτρων (300 πόδια). Κάποιες πολιτείες, όπως η Ιντιάνα και το Μίσιγκαν, τον έκαναν πιο αυστηρό απαγορεύοντας τις διαδηλώσεις σε μια ακτίνα 150 μέτρων από τον τόπο της κηδείας.
Στη διαδήλωση του Μέριλαντ, ο πατέρας του νεκρού πεζοναύτη κατέφυγε στα δικαστήρια. Μήνυσε τους διαδηλωτές για εσκεμμένη πρόκληση ψυχικής οδύνης, δυσφήμηση κ.ά. Οι ένορκοι πρωτοδίκως καταδίκασαν τον Φελπς και την Εκκλησία του σε αποζημιώσεις 8,1 εκατομμυρίων δολαρίων και το εφετείο επικύρωσε την ποινή κατεβάζοντας όμως την αποζημίωση στα 5 εκατ. δολάρια.
Η υπόθεση έφτασε στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, το οποίο έχει ισχυρή παράδοση στην προάσπιση της ελευθερίας του λόγου. Είναι το δικαστήριο που επέτρεψε τη δημοσιοποίηση των «Εγγράφων του Πεντάγωνου» εν καιρώ πολέμου, το δικαστήριο που ανέστειλε την καταδίκη του εκδότη του περιοδικού Hustler (υπόθεση Λάρι Φλιντ), που σατίριζε με σκαιό τρόπο τον Αμερικανό πάστορα Τζέρι Φάλγουελ, και δεκάδες άλλες αποφάσεις που πραγματώνουν το πνεύμα της πρώτης τροπολογίας του αμερικανικού Συντάγματος η οποία λέει: «Το Κογκρέσο δεν πρέπει να κάνει νόμο που να περιορίζει την ελευθερία του λόγου».
Είναι επίσης το δικαστήριο που επέτρεψε τις παρελάσεις των νεοναζί. Το 1977, ο Φρανκ Κόλιν, ηγέτης μιας μικρής οργάνωσης που ονομαζόταν «Εθνικό Σοσιαλιστικό Κόμμα της Αμερικής», ζήτησε άδεια για να κάνει πορεία με σβάστικες και ναζιστικές στολές μπροστά στο δημαρχείο ενός προαστίου του Σικάγο, ονόματι Σκόκι. Ο Δήμος, του οποίου η πλειοψηφία των κατοίκων ήταν Εβραίοι (πολλοί ήταν επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος), απαγόρευσε τη διαδήλωση. Ενα εκ των βασικών επιχειρημάτων ήταν ότι προκαλεί ψυχική οδύνη στους ακροατές και συνεπώς ισοδυναμεί με φυσική επίθεση εναντίον τους. Το εφετείο και το Ανώτατο δικαστήριο του Ιλινόις, όπου κατέληξε η υπόθεση, απεφάνθησαν ότι η συγκέντρωση αποτελεί λόγο, απεχθή μεν αλλά πολιτικό, και όσοι ήθελαν μπορούσαν να τον αποφύγουν.
Η έκπληξη όμως σ’ αυτή την υπόθεση προήλθε από την «Αμερικανική Ενωση για τα Πολιτικά Δικαιώματα» (ACLU), μιας ιστορικής οργάνωσης που χρόνια μάχεται για τα δικαιώματα των μαύρων και την εξάλειψη του ρατσισμού στις ΗΠΑ. Παρενέβη κατά της απαγόρευσης (με σημαντικό κόστος: 30.000 μέλη έφυγαν από την οργάνωση σε ένδειξη διαμαρτυρίας) διότι, όπως είπε ο Εβραίος νομικός της οργάνωσης Αριεν Νέιερ, «υπερασπιζόμενος τον εχθρό μου, υπερασπίζομαι ταυτόχρονα και το δικό μου δικαίωμα στο λόγο».
Στην τελευταία υπόθεση του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ, για το δικαίωμα της διαδήλωσης στις κηδείες των νεκρών στρατιωτών, οι εννιά δικαστές πιστοποίησαν κατ’ αρχήν ότι τηρήθηκαν όλες οι τυπικές προϋποθέσεις του νόμου για τη διαδήλωση: ενημερώθηκαν οι αρχές, η διαδήλωση έγινε σε δημόσιο χώρο χωρίς να παρακωλύονται άλλοι πολίτες να κάνουν την δουλειά τους, η απόσταση από τον χώρο της κηδείας που προβλέπουν οι νόμοι τηρήθηκε και τα συνθήματα δεν αφορούσαν προσωπικά τον νεκρό ή την οικογένειά του.
Στην αιτιολόγηση της απόφασής του ο πρόεδρος του Δικαστηρίου Τζον Ρόμπερτς, αν και αναγνώρισε ότι τα συνθήματα «απέχουν πολύ από το να είναι επεξεργασμένος πολιτικός και κοινωνικός σχολιασμός», αναγνώρισε επίσης «ότι τα θέματα που εγείρουν… είναι δημοσίου ενδιαφέροντος. (…) Το γεγονός ότι η Westboro Baptist Church διαδήλωσε στην κηδεία, δεν αλλάζει τη φύση του λόγου που εκφέρει. Οι αφίσες της Westboro επιδείχθηκαν σε δημόσιο χώρο, δίπλα σε δημόσιο δρόμο, και αντικατοπτρίζουν την πεποίθηση της Εκκλησίας για καταδίκη της σύγχρονης κοινωνίας… Αν μια ομάδα διαδηλωτών βρισκόταν στο ίδιο μέρος κρατώντας αφίσες που έγραφαν “Ο Θεός ευλογεί την Αμερική” και “Ο Θεός σας αγαπά”, ουδείς θα έκανε αγωγή. Αυτό για τους δικαστές πιστοποιεί ότι μοναδικός λόγος της αγωγής είναι το περιεχόμενο όσων ελέχθησαν. Σύμφωνα όμως με μια παλαιότερη απόφαση του Δικαστηρίου (Texas v. Johnson, 1989) «Η θεμελιώδης αρχή της Πρώτης Τροπολογίας του Συντάγματος είναι ότι το κράτος δεν πρέπει να απαγορεύει την έκφραση μιας ιδέας επειδή η κοινωνία θεωρεί ότι αυτή η ιδέα είναι επιθετική ή ενοχλητική».
Ετσι, «στον δημόσιο διάλογο πρέπει να ανεχόμαστε τον προσβλητικό ακόμη και τον εξωφρενικό λόγο για να δημιουργηθεί επαρκής χώρος ώστε να ανασάνει η ελευθερία που προστατεύεται από την Πρώτη τροπολογία» (Boos v. Barry, 1988)
«Το Σύνταγμα δεν επιτρέπει να αποφασίζει το κράτος ποιος τύπος του προστατευόμενου λόγου είναι αρκούντως επιθετικός έτσι ώστε να προστατευθεί εκείνος που δεν θέλει να τον ακούσει. Αντιθέτως, το βάρος αυτό πέφτει συνήθως στον θεατή ή ακροατή να αποφύγει επιπλέον βομβαρδισμό των ευαισθησιών του γυρνώντας αλλού το κεφάλι» (Erznoznik v. Jacksonville, 1975).
Το συμπέρασμα των οκτώ δικαστών (η απόφαση πλειοψήφησε με 8-1) είναι καταλυτικό: «Η διαδήλωση του Westboro στην κηδεία (του νεκρού πεζοναύτη) σίγουρα προκάλεσε πόνο, και η συμβολή της στον δημόσιο διάλογο ήταν μηδαμινή. Ομως η Εκκλησία αναφέρθηκε σε θέματα δημόσιου ενδιαφέροντος, σε δημόσιο χώρο, με ειρηνικό τρόπο και σε πλήρη συμμόρφωση με τις οδηγίες των τοπικών αρχών…
»Ο λόγος είναι ισχυρό μέσο. Μπορεί να οδηγήσει τους ανθρώπους σε δράση, μπορεί να τους συγκινήσει μέχρι δακρύων (χαράς ή λύπης) ή ακόμη –όπως ισχύει στην συγκεκριμένη περίπτωση– να προκαλέσει μεγάλο πόνο. Εξετάζοντας τα γεγονότα όμως δεν μπορούμε να αντιδράσουμε σ’ αυτόν τον πόνο, τιμωρώντας εκείνον που ομιλεί. Ως Εθνος διαλέξαμε μια διαφορετική πορεία: να προστατεύουμε ακόμη και τον λόγο που δημιουργεί πόνο για να εξασφαλίσουμε ότι δεν θα καταπνίξουμε τον δημόσιο διάλογο. Αυτή η επιλογή απαιτεί να προστατεύσουμε από δικαστικές αγωγές το Westboro επειδή διαδήλωσε σ’ αυτή την περίπτωση».
Διαβάστε
– Σταύρος Τσακυράκης, «Η ελευθερία του λόγου στις ΗΠΑ», εκδ. Π. Ν. Σάκκουλας.
– Μανούσος Μαραγκουδάκης, «Αμερικανικός Φονταμενταλισμός. Πώς οι πολιτικές, θρησκευτικές και επιστημονικές αντιπαραθέσεις διαμόρφωσαν τον μισαλλόδοξο αμερικανικό προτεσταντισμό», εκδ. Παπαζήση
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 13.3.2011