Μια συνέντευξη με τον πρώην Βρετανό ΥΠΕΞ Ντάγκλας Χέρντ…
Καθόταν υπομονετικά στις τελευταίες σειρές του συνεδρίου «Προς μια αποτελεσματική Διακυβέρνηση στον 21ο αιώνα» που οργάνωσε το Σαββατοκύριακο το «Ινστιτούτο Δημοκρατίας». Ο Λόρδος Ντάγκλας Χερντ του Γουέστγουελ, όπως είναι το (πολύ) βρετανικό του όνομα άκουσε προσεκτικά τις απόψεις που ανταλλάχθηκαν στο συνεδρίου. Εξάλλου, όπως είπε και ο ίδιος στην ομιλία του, οι απόψεις της Κεντροδεξιάς στην Ελλάδα του ήταν εν πολλοίς άγνωστες. Φυσικό κι επόμενο λοιπόν ήταν να ξεκινήσουμε την συζήτησή μας από τις πολλαπλές νίκες της Κεντροδεξιάς στην Ευρώπη. Να δούμε την «κεντροδεξιά γεωγραφία της Γηραιάς Ηπείρου.»
«Κατ’ αρχήν», ξεκίνησε, «είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι κάθε κεντροδεξιό κόμμα έχει τις δικές του ρίζες. Εμείς ως κεντροδεξιοί της Βρετανίας δεν μπορούμε να προσφέρουμε ένα λεπτομερές σχέδιο για κάθε χώρα. Η Νέα Δημοκρατία εδώ, έχει διαφορετικές πνευματικές και κοινωνικοοικονομικές ρίζες από το Βρετανικό Συντηρητικό ή το Γερμανικό Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα. Κανείς δεν περιμένει να είμαστε πανομοιότυποι.. Έχοντας πει αυτό, νομίζω πως όλα τα κεντροδεξιά κόμματα στην Ευρώπη έχουν δανειστεί κάτι από τη Μάργκαρετ Θάτσερ.
»Φυσικά, τα κεντροδεξιά κόμματα της Ευρώπης δεν είναι Θατσερικά κόμματα, αλλά οι ιδέες ότι πρέπει να ανοιχτούν οι αγορές, ότι πρέπει να περιοριστεί ο τομέας της οικονομίας που ελέγχεται βρίσκεται υπό την ιδιοκτησία του κράτους, είναι κληρονομιά της Μάργκαρετ Θάτσερ. Μόλις άκουσα τον σκιώδη υπουργό Οικονομικών της Νέας Δημοκρατίας (Σ.Σ.: τον κ. Γιώργο Αλογοσκούφη που μιλούσε λίγα λεπτά πριν) και εξέφραζε αυτές τις απόψεις στο ελληνικό πλαίσιο. Είναι οι απόψεις στις οποίες έδωσε έμφαση η Μάργκαρετ Θάτσερ εδώ και 30 χρόνια. Φυσικά κάθε κόμμα είναι διαφορετικό, πρέπει να είναι διαφορετικό αλλά υπάρχουν κάποια κοινά στοιχεία που συνδυάζουν τη συντηρητική με την φιλελεύθερη άποψη.»
Βλέπουμε όμως ότι σε διάφορες χώρε — όπως είναι και η Βρετανία — ακόμη και η κεντροαριστερά να αγκαλιάζει αυτές τις ιδέες…
«Η Μάργκαρετ Θάτσερ πέτυχε τρία βασικά πράγματα για την Βρετανία στον εσωτερικό τομέα. Πρώτον εξημέρωσε ή εκπολίτισε την εξουσία των εργατικών συνδικάτων, τα οποία σημειωτέον όταν εγώ ήμουν νεαρός πολιτικός είχαν υπερβολική εξουσία που διαφέντευε τις ζωές μας. Μείωσε τον πληθωρισμό και ξεκίνησε τις ιδιωτικοποιήσεις. Αυτές ήταν οι τρεις μεγάλες αλλαγές που πετύχαμε υπό την ηγεσία της και ο Τόνι Μπλερ τις υιοθέτησε και τις τρεις.
»Αυτό δημιούργησε ένα μεγάλο πρόβλημα τακτικής για το συντηρητικό κόμμα και εμείς δεν μπορέσαμε να λύσουμε επαρκώς. Αλλά τώρα η κυβέρνηση των Εργατικών κάνει λάθη, χάνει κύρος, ο τροχός γυρίζει στην πολιτική (τίποτα δεν κρατά για πάντα). Αλλά η Βρετανία ωφελείται από το γεγονός ότι ο Μπλερ υιοθέτησε αυτές τις πολιτικές, τους τρεις βασικούς άξονες του Θατσερισμού.
Η στρατηγική λοιπόν του Συντηρητικού κόμματος είναι να περιμένετε να κάνει λάθη τακτικής ο Μπλερ;
Περισσότερο από αυτό. Η κυβέρνηση Μπλερ επικεντρώνεται στην παροχή δημοσίων υπηρεσιών. Εμείς δεν πιστεύουμε ότι αν απλώς βάλεις περισσότερα από τα χρήματα των φορολογουμένων στις υπάρχουσες δομές θα έχεις καλά αποτελέσματα. Αυτό που λέμε είναι ότι ο δημόσιος τομέας — ο οποίος παραμένει μεγάλος στη Βρετανία — χρειάζεται αναμόρφωση πολύ μεγαλύτερη από κείνη που μπορεί να πετύχει η κυβέρνηση Μπλερ με το Εργατικό Κόμμα.
Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας, ξέφυγε διπλωματικά την ερώτηση «τι θα πρέπει αν κάνει η Βρετανία ως εγγυήτρια δύναμη, αν η Τουρκία προσαρτήσει (όπως απειλεί) το Βόρειο τμήμα της Κύπρου, ένα κομμάτι δηλαδή της Βρετανικής κοινοπολιτείας».
«Είναι πολύ επιθυμητό να ενταχθεί η Κύπρος στην Ε.Ε. ως ένα νησί με το πολιτικό πρόβλημα λυμένο», ξεκίνησε στερεότυπα. «Γι’ αυτό φαντάζομαι ότι μέσα στους επόμενους μήνες – μπορεί κι εβδομάδες – στο χρονικό διάστημα που απομένει μέχρι την κρίσιμη σύνοδο της Κοπεγχάγης τον Δεκέμβριο, όλοι όσοι ενδιαφέρονται, (η ελληνική κυβέρνηση, τα κόμματα της Κύπρου, η Βρετανική κυβέρνηση, η αμερικανική κυβέρνηση, τα Ηνωμένα Έθνη) θα κάνουν μεγάλες προσπάθειες να λύσουν το πρόβλημα, το οποίο υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια. Γιατί η βέλτιστη λύση είναι ναι η Κύπρος μπαίνει στην Ε.Ε. αλλά ως μια χώρα που έχει λύσει το πρόβλημά της.
– Η Βρετανία τι πρέπει να κάνει;
Όλοι μας είπαμε, κυβέρνηση και κόμματα ότι η Τουρκία δεν μπορεί να έχει αρνησικυρία σε ότι αφορά την διεύρυνση της Ε.Ε. με την Κύπρο. Ου Τούρκοι δεν έχουν βέτο επ’ αυτού του θέματος και ελπίζω να αντιληφθούν ότι είναι προς το συμφέρον της Τουρκίας και των Τουρκοκυπρίων ότι όλο το νησί πρέπει να μπει στην Ε.Ε…
Η κοινή Εξωτερική Πολιτική της Ε.Ε.
«Θαλασσοταραχή στη Μάγχη – αποκλεισμένη η Ευρώπη», είχε τιτλοφορήσει την πρώτη της σελίδα Βρετανική εφημερίδα τον περασμένο αιώνα κι αυτό δεν είναι ένα απλό ευφυολόγημα. Για το μεγαλύτερο κομμάτι του Βρετανικού κατεστημένου η Ευρώπη είναι η «Ήπειρος» που έτυχε βρίσκεται κοντά. Γι’ αυτούς οι μόνοι δεσμοί που μετρούν είναι με τις πρώην αποικίες και ειδικά με τις ΗΠΑ. Όχι όμως και για τον Ντάγκλας Χερντ, ο οποίος δέχθηκε σφοδρή κριτική γιατί ως υπουργός Εξωτερικών του «αδύναμου» πρωθυπουργού Τζορτζ Μέιτζορ έσυρε τη Βρετανία στη «Συνθήκη του Μάαστριχτ».
Ο Λόρδος του Γουστγουελ είναι ορκισμένος ευρωπαϊστής και γι’ αυτό δεν απετέλεσε έκπληξη η θέση που ανέπτυξε στην ομιλία του περί της ανάγκης οικοδόμησης ενιαίας Ευρωπαϊκής εξωτερικής και Αμυντικής πολιτικής, όχι σε αντίθεση με την «πληγωμένη υπερδύναμη», αλλά να μπορέσει κάποτε η Ευρώπη να γίνει ισότιμος εταίρος με τις ΗΠΑ.
«Είναι δυνατή όμως μια κοινή εξωτερική πολιτική στο άμεσο μέλλον;» τον ρωτήσαμε.
«Είναι δυνατή», απάντησε αργά και κατηγορηματικά. «Δεν πρόκειται να χτίσουμε ένα κρυστάλλινο παλάτι με εντελώς νέες πολιτικές που θα μας προέλθει από τον ουρανό. Η κοινή αμυντική και εξωτερική πολιτική μοιάζει περισσότερο με λασπωμένο εργοτάξιο. Χτίζουμε ένα νέο οικοδόμημα τούβλο – τούβλο. Σε κάποια θέματα έχουμε κοινή εξωτερική πολιτική. Δουλεύει ήδη πολύ καλά στα Βαλκάνια με την βοήθεια της Ελλάδος. Τώρα είναι οι Ευρωπαίοι – όχι οι Βρετανοί, οι Γάλλοι, οι Έλληνες – που βρίσκονται στη Βοσνία, στο Κόσοβο, στο Μαυροβούνιο, στη FYROM. Κάνουμε το καθήκον μας ως Ευρωπαίοι σ’ αυτό το μέρος του κόσμου και τώρα είμαστε οι βασικοί παίχτες στα Βαλκάνια και οι αμερικανοί είναι οι δεύτεροι. Τώρα έχουμε μια καλή κοινή εξωτερική πολιτική. Πριν δέκα χρόνια, όταν άρχισε να διαλύεται η Γιουγκοσλαβία, δεν είχαμε κοινή εξωτερική πολιτική. Αλλά μέχρι στιγμής δεν έχουμε κοινή πολιτική για άλλα μέρη, όπως είναι το Ιρακ, και την χρειαζόμαστε. Το κτίσμα λοιπόν μεγαλώνει, αλλά είναι μια αργή και επίπονη προσπάθεια.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 22.6.2002