Οι νησίδες αριστείας στα ΑΕΙ είναι διαρκώς πλημμυρισμένες από τα νερά της αναξιοκρατίας, του νεποτισμού και της διαρκούς συναλλαγής με τους συνδικαλιστές των κομματικών νεολαιών.
Η «βάση» είναι μια λέξη που ταλανίζει χρόνια την ελληνική κοινωνία. Ποτέ δεν καταφέραμε να συνεννοηθούμε αν οι «βάσεις του θανάτου» έμεναν φεύγοντας ή έφευγαν μένοντας, ούτε ποιες πρέπει να είναι οι «βάσεις εισαγωγής στα ΑΕΙ και ΤΕΙ». Επίσης, δεν θα καταφέρουμε ποτέ να συνεννοηθούμε ποια πρέπει να είναι η «βάση» ενός διαλόγου. Σε όλα τα συνδικαλιστικά κείμενα αναφέρεται ότι οι προτάσεις χ, ψ, ω «δεν αποτελούν βάση για διάλογο». Επιχειρηματολογεί π.χ. κάποιος ότι ο ΟΣΕ χάνει ένα δισ. τον χρόνο και κάτι πρέπει να γίνει γι’ αυτό. Η απάντηση της συνδικαλιστικής ηγεσίας των σιδηροδρομικών απαντά στερεότυπα: «τα χρέη του ΟΣΕ δεν αποτελούν βάση για διάλογο». Μα… αν τα ελλείμματα που παράγει ΟΣΕ δεν αποτελούν βάση για διάλογο τότε ποιος ο λόγος να γίνει διάλογος; Nα κουβεντιάσουμε αν είναι όμορφα τα τρένα;
Την ίδια πεπατημένη ακολουθεί και η συντεχνία των πανεπιστημιακών. Κάποιες πρυτανείες (όπως του Μετσόβιου και του Πανεπιστημίου Πατρών) πιστεύουν ότι ούτε ο διάλογος αποτελεί βάση για… διάλογο. Γι’ αυτό αποφάσισαν να μην ακούσουν καν τις προτάσεις του υπουργείου Παιδείας για τις αλλαγές στην ανώτατη εκπαίδευση. Απείχαν από τη σύνοδο των πρυτάνεων που έγινε στο Ρέθυμνο, καταγγέλλοντας «απόπειρα απαξίωσης και ταπείνωσης του δημόσιου πανεπιστημίου». Και καλά! Δεν ήξεραν… Δεν ρώταγαν κάποιον φοιτητή τους για να δουν πόσο καταξιωμένο και υπερήφανο είναι το δημόσιο πανεπιστήμιο; Δεν κοιτούν τους δείκτες αριστείας των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων για να δουν πού βρίσκονται τα ελληνικά; Δεν ρωτούν κάποιον απόφοιτό τους -σε κάποια καφετέρια ή πιτσαρία θα τον βρουν να δουλεύει- την άποψή του για το «αδιαπραγμάτευτο δημόσιο – αυτοδιοικούμενο πανεπιστήμιο»;
Φυσικά, μπορεί όλοι αυτοί να κάνουν λάθος. Αλλά τότε γιατί οι πανεπιστημιακοί απορρίπτουν μετά βδελυγμίας τις προτάσεις αξιολόγησης των ΑΕΙ; Δεν θα έπρεπε να φορέσουν τα γυαλιά σε όλους εκείνους που πιστεύουν ότι δεν γίνεται καμιά προσπάθεια «απαξίωσης και ταπείνωσης» του ελληνικού πανεπιστημίου, διότι αυτό είναι ήδη απαξιωμένο και ταπεινωμένο στη συνείδηση όλων των Ελλήνων; Δεν θα έπρεπε να καλέσουν τους οργανισμούς που αξιολογούν το Harvard, το ΜΙΤ ή άλλα μεγάλα πανεπιστήμια του εξωτερικού και να παρουσιάσουν τα αποτελέσματα στους επικριτές τους; Και για ποιο αυτοδιοικούμενο πανεπιστήμιο μιλάμε, όταν ακόμη η υπουργός πρέπει να υπογράψει την προαγωγή ενός μέλους ΔΕΠ;
Δεν πρέπει να τα ισοπεδώσουμε όλα. Υπάρχουν «νησίδες αριστείας» στα ελληνικά πανεπιστήμια, όπως έγραψε στην τελευταία της ανακοίνωση η ΠΟΣΔΕΠ. Υπάρχουν καθηγητές που μοχθούν, επιμορφώνονται και είναι πραγματικοί δάσκαλοι της νέας γενιάς. Το μαρτυρούν όλα εκείνα τα Ελληνόπουλα, που αν και πέρασαν τις συμπληγάδες του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος κατάφεραν να μην μισήσουν το διάβασμα και προκόβουν στην αλλοδαπή. Μόνο που αυτές οι νησίδες είναι διαρκώς πλημμυρισμένες από τα νερά της αναξιοκρατίας, του νεποτισμού και της διαρκούς συναλλαγής με τους συνδικαλιστές των κομματικών νεολαιών, οι οποίοι διαμορφώνουν τις αποφάσεις κάθε πρυτανείας. Αν οι πανεπιστημιακοί μας είναι ευχαριστημένοι απ’ όλα αυτά, τότε όχι βάση για διάλογο δεν υπάρχει, αλλά ούτε ανάγκη.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 3.11.2010