Όσο «πλαταίνει και βαθαίνει η Δημοκρατία», τόσο πιο πολύπλοκη γίνεται. Και όσο αυξάνει η πολυπλοκότητά της τόσο πιο ευάλωτη είναι στους κάθε είδους απλοποιητικούς λαϊκισμούς
Ένα από τα βασικά αιτήματα της Δημοκρατίας είναι η διαρκής διεύρυνσή της. «Το βάθεμα και το πλάτεμα», κατά πώς θα έλεγε και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Κι αυτό έκανε η Δύση τους δύο τελευταίους αιώνες. Πότε με άλματα πότε με πισωγυρίσματα. Από τη «Δημοκρατία των λευκών, γραμματιζούμενων, ανδρών» περνάμε σιγά σιγά στην καθολική Δημοκρατία. Σ’ αυτή μαύροι γυναίκες, μειονότητες, μετανάστες κ.α. όχι μόνον απέκτησαν λόγο στα κοινά, αλλά υπήρξαν και πρέπει να υπάρχουν πολιτικές θετικών διακρίσεων, ώστε να έχουν ίσες ευκαιρίες στο κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι.
Παράλληλα, η Ιστορία – δηλαδή, η προηγούμενη συλλογική μας εμπειρία- έθεσε νέες παραμέτρους στην πολιτική διαδικασία. Είδαμε, για παράδειγμα, τα αποτελέσματα των ολοκληρωτισμών (κυρίως στην Ευρώπη) και πήραμε μέτρα ώστε το σύνθημα «Ποτέ πια» να γίνει πραγματικότητα. Ζήσαμε τη φρίκη των ποικίλων ρατσισμών και νομοθετήσαμε ενάντια στην έκφρασή τους. Βιώσαμε εμφύλιους πολέμους και στρογγυλέψαμε την πολιτική διαδικασία (νομικά και εθιμικά) κατά τέτοιον τρόπο που να μη δημιουργηθούν εκείνες οι εντάσεις που μας έκαναν (κατά τον Νίκο Καζαντζάκη) «αδελφοφάδες».
Αν θέλουμε να ορίσουμε τον κατά Μαξ Βέμπερ «ιδεότυπο» του δυτικού πολιτικού οικοδομήματος (αν δούμε, δηλαδή, τη Δυτική Δημοκρατία απαλλαγμένη από τα ιδιότυπα τοπικά χαρακτηριστικά της) αυτό δεν είναι τίποτε άλλο παρά η προηγούμενη εμπειρία μας, συν το αίτημα για περισσότερη Δημοκρατία.
Η διαδικασία αυτή επιταχύνθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Κι αυτό γιατί, αφενός, υπήρξε η εμπειρία της σφαγής (με όλες τις αρνητικές ρίζες της: Ρατσισμός, εθνικισμός, ολοκληρωτισμοί) και αφετέρου, η Τεχνολογία δημιούργησε τα αναγκαία πλεονάσματα για τη διεύρυνση της Δημοκρατίας. Η Δημοκρατία είναι… ακριβό σπορ και δεν αναφερόμαστε στους μισθούς των βουλευτών. Θέλει μηχανισμούς αξιολόγησης και επαναξιολόγησης των αποφάσεων, γραφειοκρατία για επίτευξη κοινωνικών στόχων και οι διαδικασίες της είναι αργόσυρτες, έχουν δηλαδή και τεκμαρτό κόστος. Κυρίως, όμως, έχει πολυπλοκότητα.
Από τη φύση της, η δημοκρατική διαδικασία είναι πολύπλοκη. Από τη στιγμή που διευρύνεται ο αριθμός εκείνων οι οποίοι συμμετέχουν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων προστίθεται πολυπλοκότητα στο σύστημα. Είναι διαφορετικό να αποφασίζει ο ελέω Θεού μονάρχης και διαφορετικά μία κυβέρνηση που λογοδοτεί στο Κοινοβούλιο και ελέγχεται από τη δικαστική εξουσία. Υπάρχει διαφορετικός βαθμός πολυπλοκότητας στη διακυβέρνηση των αρχών του περασμένου αιώνα και διαφορετική σήμερα, όπου υπάρχουν ανεξάρτητες αρχές, πληθώρα Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, ομάδες πίεσης κ.λπ. Αυτό είχε προφανώς κατά νου ο Ουίνστον Τσόρτσιλ όταν έγραφε ότι «η Δημοκρατία είναι το χειρότερο πολίτευμα, εκτός όλων των άλλων που έχουν δοκιμαστεί μέχρι σήμερα». Κι έτσι πρέπει να είναι: Το «βάθεμα και το πλάτεμα της Δημοκρατίας» απαιτεί όλο και περισσότερους παίκτες στη διαδικασία, αλλά φευ όλο και μεγαλύτερη πολυπλοκότητα. Εκεί, όμως, βρίσκεται η αχίλλειος πτέρνα της…
Όσο προστίθεται πολυπλοκότητα στο σύστημα, τόσο πιο ακατανόητο γίνεται, αλλά και δομικά πιο ασταθές. Ο μέσος πολίτης δεν μπορεί, για παράδειγμα, να κατανοήσει πώς μια Ανεξάρτητη Αρχή μπορεί να αντιταχθεί και να απαγορεύσει το «προφανές» (βλέπε υπόθεση αναγραφής θρησκεύματος στις ταυτότητες).
Δεν μπορεί να κατανοήσει τις δαιδαλώδεις διαδικασίες για τη λήψη μιας απόφασης ή τις ισορροπίες που πρέπει να κρατηθούν, επειδή ακριβώς στη διαδικασία εμπλέκονται πολλοί ανεξάρτητοι συνομιλητές.
Δεν μπορεί να διανοηθεί ότι οι σουφραζέτες των καιρών μας είναι οι μετανάστες, ούτε το γεγονός ότι πρέπει να έχουν περισσότερα δικαιώματα.
Δεν μπορεί να καταλάβει γιατί πρέπει να γίνουν πράγματα για τις μειονότητες ώστε να αποκτήσουν ίσες ευκαιρίες με τις πλειονότητες. Έτσι, οι πολίτες απλοποιούν την πολυπλοκότητα της Δημοκρατίας σε συνωμοσίες, των Εβραίων, της παγκοσμιοποίησης, των Αμερικάνων, των Αγγλοσαξόνων (στην περίπτωση της Γαλλίας), της διαπλοκής κ.λπ. Εδώ, όμως, βρίσκει εύφορο έδαφος ο παντός τύπου λαϊκισμός…
Το «δημοκρατικό παράδοξο» δεν είναι «η θεοποίηση της συναίνεσης, ενώ οξυγόνο της Δημοκρατίας είναι η σύγκρουση απόψεων» όπως θέλει η Βελγίδα καθηγήτρια Σαντάλ Μουφ στο ομώνυμο βιβλίο της (Chantal Mouffe: Το Δημοκρατικό Παράδοξο», εκδόσεις «Πόλις», 2004). Το δημοκρατικό παράδοξο έγκειται στο γεγονός ότι όσο «πλαταίνει και βαθαίνει η Δημοκρατία», τόσο πιο πολύπλοκη γίνεται. Και όσο αυξάνει η πολυπλοκότητά της τόσο πιο ευάλωτη είναι στους κάθε είδους απλοποιητικούς λαϊκισμούς. Ο μέσος πολίτης τείνει ευήκοον ους στις κραυγές και τις υστερίες εκείνων που εξηγούν τον κόσμο με απλοϊκά σχήματα, είτε εμπεριέχουν συνωμοσίες είτε όχι. Αυτό μεταφράζεται σε πολιτική στάση σε περιόδους οικονομικής δυσπραγίας.
Οι πολιτικές προτάσεις ενοποίησης ή ομοσπονδιοποίησης κρατών είναι από τη φύση τους εξαιρετικά πιο πολύπλοκες από ό,τι η δημοκρατική λειτουργία εντός ενός κράτους.
Καταρχήν, αυτές οι προτάσεις είναι προϊόν της γραφειοκρατίας της πολιτικής (αναγκαστικά: δεν μπορούν να διαλέγονται λαοί), γεγονός που τις κάνει άμεσα ευάλωτες στο λαϊκισμό κυρίως της Αριστεράς («Το Ευρωσύνταγμα έγινε ερήμην των λαών» είναι η γνωστή καραμέλα). Δεύτερον, είναι προϊόν συμβιβασμού διαφορετικών επιδιώξεων. Στους Γάλλους μυρίζει αγγλοσαξονικά η «Συνταγματική Συνθήκη», οι Βρετανοί θα την απορρίψουν ως γαλλική. Ελάχιστοι όμως, έχουν παρακολουθήσεις τις εργώδεις προσπάθειες της συκοφαντημένης πολιτικής, ούτε κατανοούν τις ισορροπίες που πρέπει να κρατηθούν για να καταλήξει αυτό το πραγματικά πολύπλοκο κείμενο.
Δεν πρέπει λοιπόν, να μας ξαφνιάζει ότι σ’ αυτήν τη συγκυρία και με αυτό το πολύπλοκο κείμενο οι Γάλλοι ψήφισαν «όχι». Το αντίθετο θα ήταν παράδοξο. Αν, δηλαδή, ξεπερνούσαν την εγγενή πολυπλοκότητά του και έκλειναν τ’ αυτιά τους στις απλοϊκότητες του κ. Ζαν Μαρί Λεπέν και των Αριστερών συνοδοιπόρων του…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 30.5.2005