Η διαφθορά δεν είναι ανεξάρτητη του τελικού εκλογικού αποτελέσματος. Η διαφθορά έχει μεγάλο -άμεσο κι έμμεσο- οικονομικό κόστος. Αυτό μεταφέρεται στην τσέπη του πολίτη και διαμορφώνει τελικά την εκλογική του συμπεριφορά.
Το 1976 το ρεπουμπλικανικό κόμμα των ΗΠΑ, βυθισμένο στην απαξίωση, έχανε τις εκλογές. Η Αμερική ήταν σοκαρισμένη από τη διαφθορά της κεντρικής εξουσίας. Για την ακρίβεια ολόκληρη η ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος ήταν βουτηγμένη στα σκάνδαλα. Για πρώτη φορά στη μεταπολεμική περίοδο ένας πρόεδρος παραιτήθηκε για να αποφύγει την παραπομπή του σε δίκη για συνωμοσία. Οι επιτελείς του οδηγούνταν ένας-ένας στη φυλακή για το βρώμικο σύστημα ελέγχου της δημόσιας ζωής που είχαν στήσει, μέρος του οποίου ήταν και η παγίδευση των τηλεφώνων του αντιπάλου κόμματος στο κτίριο «Γουοτεργκέιτ». Αλλά ακόμη και πριν το «σκάνδαλο Γουοτεργκέιτ», για πρώτη φορά στην ιστορία των ΗΠΑ, ένας αντιπρόεδρος -ο «δικός μας» Σπίρο Αγκνιου- αποπέμφθηκε επειδή αντιμετώπιζε κατηγορίες για δωροδοκία κι εκτεταμένη φοροδιαφυγή.
Ο Τζίμι Κάρτερ, πολιτικός του Νότου και άμεμπτος χριστιανός, κέρδισε άνετα την πλειοψηφία. Με δεδομένη όμως την πετρελαϊκή κρίση και την κατάσταση της οικονομίας γρήγορα έχασε το όποιο ηθικό πλεονέκτημα είχε. Στα 1980 το προ τετραετίας απαξιωμένο ρεπουμπλικανικό κόμμα επανήλθε για να κερδίσει τις εκλογές. Ο γνωστός κυβερνήτης της Καλιφόρνια Ρόναλντ Ρίγκαν κατέβηκε με ένα σύνθημα: «Πότε ήσασταν καλύτερα; Σήμερα ή πριν τέσσερα χρόνια;». Εκτός αυτού οι Ρεπουμπλικανοί κέρδιζαν για πρώτη φορά μετά το 1952 την πλειοψηφία των εδρών της Γερουσίας.
Η διαφθορά λειτουργεί περίεργα στο εκλογικό σώμα. Συντελεί στην καταψήφιση ενός κόμματος, αλλά δεν είναι σίγουρο ότι βοηθά την υπερψήφιση του αντιπάλου. Οσο κι αν ακούγεται κυνικό, η διαφθορά είναι πρόσχημα για την καταψήφιση ενός κυβερνώντος κόμματος και εξήγηση για τις οικονομικές δυσχέρειες του πληθυσμού. Στις εκλογές πάντα προέχει το «είναι η οικονομία, ανόητε». Οταν αυτή πάει καλά, όλα τα άλλα έρχονται σε δεύτερη μοίρα. Οταν ο ψηφοφόρος έχει οικονομικά προβλήματα, όλα τα άλλα συνηγορούν στην καταψήφιση της κυβέρνησης. Εστω και ως επιχείρημα στο καφενείο: Ποιος θα παραδεχτεί στον φιλικό του περίγυρο ότι βρίσκεται σε οικονομική δυσχέρεια και γι’ αυτό αποφάσισε αλλαγή της κομματικής του τοποθέτησης; Η διαφθορά είναι ένα πρώτης τάξης επιχείρημα για να ελεεινολογηθεί μια κυβέρνηση η οποία κατά την άποψή του τον στριμώχνει οικονομικά.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι η διαφθορά είναι ανεξάρτητη του τελικού εκλογικού αποτελέσματος. Η διαφθορά έχει μεγάλο -άμεσο κι έμμεσο- οικονομικό κόστος. Αυτό μεταφέρεται στην τσέπη του πολίτη και διαμορφώνει τελικά την εκλογική του συμπεριφορά. Απλώς η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι δεν υπάρχει ευθεία σχέση μεταξύ διαφθοράς και καταψήφισης ενός κόμματος, σχέση που όμως υπάρχει με την γενικότερη οικονομική κατάσταση.
Η Νέα Δημοκρατία έχει σήμερα στα χέρια της αυτό το εκρηκτικό μείγμα. Εχει και το αίτιο και τη δικαιολογία για την καταψήφισή της: Υπάρχει η κακή οικονομική κατάσταση που αρχίζει πλέον να πλήττει και τις μεσαίες τάξεις (το αίτιο), αλλά και την αίσθηση περί διάχυτης διαφθοράς (την αφορμή). Σώζεται προς το παρόν διότι ο κ. Γιώργος Παπανδρέου δεν μπορεί να επαναλάβει το επιχείρημα του Ρόναλντ Ρίγκαν. Μετά την ημι-διαγραφή Σημίτη δεν μπορεί να ρωτήσει τους ψηφοφόρους: «Πότε ήσασταν καλύτερα; Σήμερα ή πριν πέντε χρόνια;»
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 24.7.2008