Οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις -παρ’ όλο που δεν διορθώνουν άμεσα τους αριθμούς, όπως οι οριζόντιες περικοπές- είναι το μόνο που μας απέμεινε. Και ως διέξοδος από την κρίση και ως χαρτί διαπραγμάτευσης.
Πήξαμε στα νούμερα. Οχι μόνο τα πολιτικά, αλλά και των περικοπών. Σαν τρομαγμένα κοτόπουλα τρέχουν οι ιθύνοντες κακαρίζοντας περικοπές και παίζοντας την ιδιόμορφη κολοκυθιά: «Να κόψουμε τα ειδικά μισθολόγια…» «Και γιατί, παρακαλώ, τους μισθούς στρατιωτικών, δικαστών κ.λπ.;» «Αμ, τι να κόψουμε;» «Να κάνουμε Καλλικράτη στα ΑΕΙ…» «Και γιατί…» Στο τέλος θα υποστούμε μια γενναία οριζόντια μείωση μισθών και συντάξεων έτσι ώστε να πετύχουμε μέρος των στόχων που συνυπογράψαμε με τους δανειστές.
Φυσικά και πρέπει να υπάρξει εξορθολογισμός των δημοσίων δαπανών. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, μια χώρα 10 εκατομμυρίων ψυχών (που θα ‘λεγε και ο ποιητής υπουργός Εσωτερικών) να έχει σαράντα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα με εκατοντάδες τμήματα διάσπαρτα σε λόγγους, βουνά, ραχούλες. Δεν μπορούμε να συνεχίζουμε να δίνουμε τα περισσότερα κατά κεφαλήν λεφτά για φάρμακα σε ολόκληρη την Ευρώπη. Δεν μπορούμε να κρατάμε ανενεργές υποδομές (νοσοκομεία, αεροδρόμια κ.λπ.) σε κάθε κωμόπολη για να μην πειράξουμε τοπικές πολιτικές ισορροπίες. Υπάρχει πολύ λίπος στο κράτος που διατηρείται ανέπαφο, παρά τις διαρκείς υποσχέσεις για «περιορισμό της σπατάλης». Κατ’ ουσία, δύο χρόνια τώρα αναπαράγουμε το ίδιο μοντέλο μη ανάπτυξης, σε όλο και πιο χαμηλά επίπεδα. Και αν οι οριζόντιες περικοπές μπορούσαν να φανούν χρήσιμες στην πρώτη φάση της κρίσης -τότε που προσπαθούσαμε να διορθώσουμε τα νούμερα, μπας και γλιτώσουμε το τσουνάμι των αγορών- τώρα δεν υπάρχει καμιά δικαιολογία. Δύο χρόνια μετά έπρεπε να είχαμε μάθει…
Τώρα, όλοι περιμένουν την τρόικα για μια διαπραγμάτευση που δεν θα γίνει. Κατ’ αρχάς για τεχνικούς λόγους. Οι απεσταλμένοι των δανειστών δεν βάζουν τα δικά τους λεφτά για να αποφασίζουν επιμήκυνση ή όχι του προγράμματος, που θα κοστίσει επιπλέον 14 δισ. σε δάνεια. Τα κοινοβούλια 17 χωρών και το Δ.Σ. του ΔΝΤ αποφασίζουν. Οι Τόμσεν, Μαζούχ και Τράα μπορούν απλώς να βοηθήσουν προς αυτή την κατεύθυνση. Πώς; Χρησιμοποιώντας τα δικά τους επιχειρήματα.
Για παράδειγμα: το Μνημόνιο προβλέπει αύξηση 1,5 – 2% του ΑΕΠ από το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων. Αυτό σημαίνει περισσότερα λεφτά στην οικονομία και προς φορολόγηση. Αρα, το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων μπορεί να αποτελέσει επιχείρημα για τη μείωση των περικοπών· σίγουρα πολύ καλύτερο από την κλάψα «ξέρετε, δεν αντέχουμε άλλο».
Το μόνο πρόβλημα μ’ αυτό το επιχείρημα είναι ότι δεν μας πιστεύουν. Τα κλειστά επαγγέλματα είναι κάτι σαν το γεφύρι της Αρτας. Ολημερίς τ’ ανοίγουμε, το βράδυ με τροπολογίες κλείνουν. Ετσι, με τα παρελθόντα τερτίπια των Ρέππα, Βορίδη, Καστανίδη και λοιπών ευαίσθητων στις συντεχνίες υπουργών χάσαμε κι αυτό το πλεονέκτημα· όχι μόνο διαπραγμάτευσης, αλλά και ανάπτυξης της χώρας η οποία αντικειμενικά θα έκανε μεγάλο μέρος των περικοπών άχρηστο.
Δυστυχώς διά της κλάψας, που υιοθετεί ως στρατηγική η κυβέρνηση, δεν θα πάμε μακριά. Αυτοί που δίνουν τα λεφτά θεωρούν πια την Ελλάδα «χαμένη περίπτωση» και τα δανεικά, αγύριστα. Χρειαζόμαστε ένα θετικό σοκ για να αντιστραφεί το κλίμα. Οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις -παρ’ όλο που δεν διορθώνουν άμεσα τους αριθμούς, όπως οι οριζόντιες περικοπές- είναι το μόνο που μας απέμεινε. Και ως διέξοδος από την κρίση και ως χαρτί διαπραγμάτευσης.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 20.7.2012