Οι δημοσιογράφοι χρίζουν τους κορυφαίους στα κόμματα για πολύ πρακτικούς λόγους.
Ποια είναι η μονάδα μέτρησης των κορυφαίων; Δηλαδή ακόμη και στον στρατό, που είναι το βασίλειο του ρουσφετιού, υπάρχουν κάποια αντικειμενικά κριτήρια κατάταξης. Δύσκολα κάποιος που σφύζει από υγεία κρίνεται «Ι-5» και πιο δύσκολα κάποιος που έχει κάποια αναπηρία κρίνεται μάχιμος για να πάει στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Στην πολιτική, πως κρίνονται κάποιοι ότι έχουν ψηλότερο μπόι από τους άλλους και σηματοδοτούν τον βαθμό εμπλοκής ενός κόμματος στην κυβέρνηση; Υπάρχει κάποιο καντάρι που τους ζυγίζει, ή απλώς ισχύει το νεοελληνικό «στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις» ή «ό,τι σε χαρακτηρίζουν οι άλλοι;»
Να είναι κορυφαία στελέχη όλοι όσοι διεκδίκησαν κάποια στιγμή την προεδρία του κόμματός τους, ανεξαρτήτως αποτελέσματος; Το «κορυφαίο στέλεχος» ονόματι Χρήστος Παπουτσής πού να βρίσκεται άραγε σήμερα; Να μετράει η εκλογική επίδοση των στελεχών για να χρισθεί κάποιος ή κάποια κορυφαίος/α; Τότε η κ. Φώφη Γεννηματά πρέπει να είναι διαχρονικά η «πιο κορυφαία» στο ΠΑΣΟΚ. Να ’ναι άραγε μονάδα μέτρησης τα ένσημα που συμπληρώνει κάποιος στη Βουλή ή στην κυβέρνηση; Τότε ο κ. Απόστολος Κακλαμάνης είναι ο κορυφαίος όλων. Ξεχάσαμε από πότε είναι βουλευτής και προσπαθούμε να ξεχάσουμε την περίοδο που ήταν υπουργός. Να ’ναι η εγγύτητα στον αρχηγό του κόμματος που κάνει κάποιον κορυφαίο; Τότε ο κ. Χρύσανθος Λαζαρίδης βρίσκεται αυτομάτως στην κορυφή της πυραμίδας των στελεχών της Νέας Δημοκρατίας. Να ’ναι τα οκτάωρα που ξοδεύουν κάποιοι στα πάνελ της τηλεόρασης; Τότε ο κ. Δημήτρης Στρατούλης είναι ο δεύτερος τη τάξει στον ΣΥΡΙΖΑ, αμέσως μετά τον κ. Αλέξη Τσίπρα. Να μετρά άραγε το έργο των στελεχών την εποχή που ήταν υπουργοί; Θολό. Ο κ. Μιχάλης Χρυσοχοΐδης υπήρξε καλός υπουργός Προστασίας του Πολίτη και ανύπαρκτος μέχρι επιβλαβής υπουργός Ανάπτυξης. Ο κ. Ανδρέας Λοβέρδος ως υπουργός Υγείας υπήρξε και τα δύο. Να ’ναι όλα τα παραπάνω; Ισως, αλλά πάλι τι συντελεστές στάθμισης βάζουμε στα παραπάνω χαρακτηριστικά;
Η αλήθεια είναι ότι οι δημοσιογράφοι χρίζουν τους κορυφαίους στα κόμματα για πολύ πρακτικούς λόγους. Ο πρώτος είναι η δημοσιογραφική γραφή. Πόσες φορές μπορεί να γράψει το όνομα «Χρυσοχοΐδης» σε ένα κομμάτι; Πρέπει να το διανθίσει και με άλλες λέξεις, όπως «βουλευτής της Β΄ Αθηνών» ή/και «κορυφαίο στέλεχος». Ο δεύτερος λόγος είναι ότι οι δημοσιογράφοι εξ ορισμού μιλούν μόνο με κορυφαία στελέχη. Μπορούμε να φανταστούμε κάποιον στην τηλεόραση να λέει «μίλησα, Νίκο, με τον κ. Ανδρέα Λοβέρδο, δευτεροκλασάτο στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος μου είπε…»; Αυτό δεν ακούγεται καλά, ούτε για το στέλεχος του κόμματος, αλλά ούτε και για τον δημοσιογράφο. Τι στην ευχή; Δεν μπορούσε να βρει κάποιον κορυφαίο;
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, λοιπόν, δημιουργούνται τα πολιτικά ζητήματα στην Ελλάδα. Με τις κουβέντες χτίζονται ανώγια και κατώγια και οι -εν τη ρύμη του λόγου- χαρακτηρισμοί των δημοσιογράφων φτιάχνουν «κορυφαίους» και «Ι-5». Οι αποφάσεις λαμβάνονται με βάση την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και όχι με σκληρά κριτήρια αξιολόγησης. Κι αυτό δεν αφορά μόνο τους πολιτικούς, αλλά κάθε έκφανση του δημόσιου βίου. Δεν βλέπουμε, για παράδειγμα, πόσο μεγάλο αγώνα κάνουν οι πρυτάνεις για να μάς πείσουν ότι τα «απροϋπόθετα» ελληνικά ΑΕΙ είναι τα κορυφαία του κόσμου, κι ας μην το ξέρει κανείς άλλος.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 22.6.2012